Ιωάννα – Θεοδοσία Γεωργαντά
«[To αίμα κυλούσε] σαν νερό της βροχής στα ρείθρα μετά από ξαφνική καταιγίδα.» Νικολό Μπάρμπορο, αυτόπτης μάρτυρας της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης (1453 μ.Χ.)
Εισαγωγή
«Τα έθνη δημιουργούν την ιστορία, όχι η ιστορία τα έθνη». Παπαρρηγόπουλος (1886)
Το 285 μ.Χ., η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία χωρίστηκε σε Ανατολική και Δυτική. Ο ΑνατολικοΡωμαίος Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α΄ (272-337 μ.Χ.), το 313 μ.Χ. νίκησε τον Μαξέντιο. Κατά την παράδοση, διέκρινε στον ουρανό όραμα με πύρινο σταυρό και τις λέξεις «εν τούτω νίκα». Ως εκ τούτου, μαζί με την ελληνική γλώσσα, εξύψωσε τον χριστιανισμό και τον χρησιμοποίησε ως ενωτική δύναμη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη (324 μ.Χ.).
Το 476 μ.Χ., η Ρώμη έπαυσε να υπάρχει ως Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Το Βυζάντιο συνέχισε να αντιμετωπίζει κινδύνους και απειλές. Ανταπεξήλθε και της κατάκτησης των Φράγκων (1204). Οι τελευταίες περιοχές που απέμειναν στο Βυζάντιο, ήταν περιοχές της Ελλάδος. Το 1453 μ.Χ., το Βυζάντιο, ως εξελληνισμένη αυτοκρατορία καταχτήθηκε από τον Μωάμεθ Β’ (1432-1481). Χίλια χρόνια μετά την πτώση της Ρώμης. Η Αγία Σοφία, ως σύμβολο της μουσουλμανικής νίκης, μετατράπηκε σε τζαμί.
Με την δημιουργία του ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους, η ελληνική γραμματεία ερευνά τις ρίζες του πολιτισμού μέσα στην αρχαιότητα, ενώ διακατέχεται από αντιβυζαντινισμό, με βασικό αντιπρόσωπο τον Ιάκωβο Ρίζο Νερουλό (1778-1849). Πρώτη φορά, ο σπουδαίος Σπυρίδων Ζαμπέλιος στα «Άσματα Δημοτικά» (1852), δημιουργεί την τρίσημη περιοδίκευση και προβάλλει τη σημασία του Βυζαντίου, ως τμήμα της ελληνικής ιστορίας.
Ο Ζαμπέλιος τοποθετεί φιλοσοφικά ερωτήματα για τη σωτηρία ή όχι της δημοκρατίας και πως μετασχηματίσθηκε η θρησκεία. Πίστευε ότι, οι ιστορικές έρευνες στην Ελλάδα, παρεμποδίζονταν από το γεγονός ότι ήταν νεοσύστατη, ενώ ο ιστορικός της βίος αρχαιότατος. Αντιθέτως, για τους ιστορικούς της Δύσης είναι ευχερής η σύνθεση της νεότερης εθνικής τους ιστορίας. Πιστεύει στο Βυζάντιο, γιατί «… συντέμνονται οι τρεις τέμνουσες του πολιτισμού του (αρχαίου, μέσου και νεώτερου πολιτισμού)». Ο Ζαμπέλιος απορρίπτει τις απόψεις των δυτικών ιστορικών (Μοντεσκιέ, Βολταίρου, κ.α.), που κατατάσσουν το Βυζάντιο, ως ιστορία των παρακμαζόντων Ρωμαίων. Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, με τις συγγενείς αντιλήψεις, υιοθετεί άμεσα την τρίσημη ελληνική ιστορία και χρησιμοποιεί τον όρο του Ζαμπέλιου: «ελληνοχριστιανικός πολιτισμός».
«Όποιος ελέγχει το παρελθόν, ελέγχει και το μέλλον», George Orwell (1903-1950)
«Ουδέ μία μόνη σταγών γνησίου και αμιγούς Ελληνικού αίματος ρέει στις φλέβες των χριστιανών κατοίκων της σημερινής Ελλάδος», Fallmerayer
Τα βιβλία του γερμανού ιστορικού Fallmerayer (1790-1861) ταρακούνησαν τα θεμέλια της συνέχειας του ελληνισμού. Ισχυρίζονταν ότι οι Έλληνες είχαν εξαφανισθεί, λόγω εισβολών Σλάβων – Αλβανών κατά τον 6ο και 10ο αιώνα. Έτσι, έπρεπε οι Έλληνες να αποδείξουν τη συνέχεια παρουσίας του Ελληνικού Έθνους στα εδάφη του. Το κυριότερο επιχείρημα που έπρεπε να αντιμετωπίσουν, ήταν η ελληνικότητα του Βυζαντίου. Επιπρόσθετο εμπόδιο ήταν και η συμπεριφορά – απαξίωση από τους Έλληνες λογίους, όπως π.χ. ο Αδαμάντιος Κοραής (1748-1833), που συμβάδιζαν με το ιδεολογικό – πνευματικό ρεύμα του διαφωτισμού, που έθετε το Βυζάντιο, στους σκοτεινούς χρόνους του Μεσαίωνα. Περισσότερο δε, που Έλληνες διανοούμενοι θεωρούσαν το Βυζάντιο ως Ρωμαϊκή κατάκτηση.
Ο Fallmerayer, δεν ήταν ούτε ο πρώτος, ούτε ο δεύτερος «μισέλληνας». Πριν, υπήρξε ο Ολλανδός φιλόσοφος της Ιστορίας Pauw (1739-1799), που δέχθηκε τα πυρά του Κοραή. Στη συνέχεια, ο Κοραής στράφηκε εναντίον του πρώσου «μισέλληνα» Bartholdy (1779-1825). Ακολούθησαν οι: Lamartine (1790-1869), About (1828-1885), Leate (1777-1860) και Twain (1835-1910). Κανένας δεν συμβόλιζε, τόσο πολύ, τον «μισελληνισμό», όπως ο Fallmerayer και κανείς δεν κατάφερε να δημοσιευθούν επιστημονικές πραγματείες, που εξέθρεψαν πνευματικά γενιές Ελλήνων. Ο Fallmerayer, επισκέπτεται την Ελλάδα, τέλη του 1833 την Αθήνα, για δέκα μήνες το 1842, και για λίγες ημέρες το 1847. Πέθανε το 1861, αφήνοντας τις ολέθριες απόψεις του για την Ελλάδα, και για την συνέχεια του ελληνισμού.
Σπυρίδων Ζαμπέλιος
«Έκαστον έθνος εμφανίζεται εις τον περίβολο του πολιτισμού εφοδιασμένο, μετά ιστορικού διαβατηρίου. Ημείς δε αφήσαμε το ιδικόν μας επί του πεδίου της μάχης», Ζαμπέλιος (1852)
Ο Λευκαδίτης, Σπυρίδων Ζαμπέλιος (1815-1881)[1] αντέκρουσε πρώτος, επιστημονικά, τη θεωρία του Fallmerayer. Σπούδασε στην Κέρκυρα (Ιόνιος Ακαδημία) και στην Πίζα της Ιταλίας. Συμμετείχε σε δυτικοευρωπαϊκά πνευματικά – ιδεολογικά ρεύματα. Συμμερίζονταν τους στόχους του Ρομαντισμού, όσον αφορά τον εξωραϊσμό των αντιλήψεων για τον Μεσαίωνα. Στο πλαίσιο των ιδεολογικών – πνευματικών του αναζητήσεων, προσπάθησε σημαντικά να αποδείξει την ελληνικότητα του Βυζαντίου. Στρατηγική κίνηση ήταν η χρήση του όρου «ελληνοχριστιανισμός», για την ένωση ελληνικού – χριστιανικού πολιτισμού στο Βυζάντιο.
Με το συγγραφικό του έργο: «Άσματα Δημοτικά της Ελλάδος» (1852), «Οι Βυζαντινές Μελέτες Περί Πηγών της Νεοελληνικής Εθνότητας από Η΄ μέχρι Ι΄ Εκατονταετηρίδας μ.Χ.» (1857), «Πόθεν η Κοινή Λέξης Τραγουδώ; Σκέψεις περί της Ελληνικής Ποίησης» (1859), το Βυζάντιο τοποθετείται στη συνέχεια της κλασικής Ελλάδος. Πρότεινε και εφαρμόζεται τριμερές σχήμα αφήγησης της ιστορίας του ελληνικού έθνους: αρχαίος, μεσαιωνικός και νέος Ελληνισμός.
Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος
«Τα έθνη δεν μεγαλουργούν κοιτάζοντας πίσω, αλλά μπροστά, και ρυθμίζοντα των πολιτικών – πνευματικών αυτών βίο», Κ. Παπαρρηγόπουλος, (1888).
Ο Κωνσταντινουπολίτης, Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος (1815-1891), υποστήριξε σθεναρά τη συνέχεια της ελληνικής ιστορίας. Αρχομένης της ελληνικής επανάστασης του ‘21, οι Τούρκοι εκτέλεσαν τον πατέρα του. Διέφυγε στην Οδησσό, όπου σπούδασε ως υπότροφος του Τσάρου, στο Λύκειο Ρισελιέ. Χωρίς να τελειώσει τις σπουδές του, συνέχισε τις σπουδές του, περί το 1830 στην Αίγινα, με δάσκαλο τον Γεώργιο Γεννάδιο (1784-1854). Ανώτερες σπουδές έκανε στη Γαλλία και την Γερμανία. Γνώριζε αρκετά καλά ξένες γλώσσες (γαλλικά, γερμανικά και ρώσικα). Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1834, προσλήφθηκε δημόσιος υπάλληλος στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Το 1845 απολύθηκε από το δημόσιο, ως ετερόχθων και διορίστηκε καθηγητής ιστορίας στο Γυμνάσιο Αθηνών. Από το Πανεπιστήμιο του Μονάχου ανακηρύχθηκε διδάκτορας το 1849. Το 1850, γίνεται καθηγητής της ιστορίας στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, έκτακτος καθηγητής την 6-3-1851 και τακτικός καθηγητής, τον ΦΕΒ-1856. Τα έτη 1861-62 έγινε κοσμήτορας και το 1872 ανακηρύχτηκε πρύτανης. Το 1875 του απενεμήθη ο τίτλος του επίτιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Οδησσού και από το 1881 εισήλθε στην Ακαδημία Σερβίας.
Το 1843, θεωρούσε τον εαυτό του ικανότατο να αντιμετωπίσει τον Fallmerayer. Πίστευε ότι η ελληνική ιστορία, από την Άλωση της Κορίνθου από τους Ρωμαίους, ως την επανάσταση του ‘21, είναι η εξελικτική πορεία του ελληνικού έθνους, από την αρχαία Ελλάδα στη νέα, μέσω της θρησκείας, της γλώσσας και της παιδείας. Κατέδειξε ότι οι Σλάβοι που εισήλθαν στην Ελλάδα, ούτε τη χώρα ερήμωσαν, ούτε τους παλιούς κατοίκους εξολόθρευσαν, αλλά αφομοιώθηκαν.
Με το σχετικό εγχειρίδιό του, στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» (1853), υλοποιεί την ιδέα διδασκαλίας της ενιαίας ελληνικής ιστορίας από τους μυθικούς χρόνους στη σύγχρονη εποχή. Τη σκέψη αυτή οφείλει στον Βαυαρό ιστορικό Zinkeisen (1803-1863), που είχε συλλάβει, το 1832 την ενότητα της ελληνικής ιστορίας. Ο Παπαρρηγόπουλος ανακάλυψε, με την συνδρομή του Ζαμπέλιου, το Βυζάντιο και το τοποθέτησε ως συνδετικό κρίκο της ελληνικής ιστορίας. Υποστήριζε την φυλετική ομοιομορφία των αρχαίων Ελλήνων και δέχθηκε ορισμένες πολιτισμικές διαφορές ανάμεσά τους. Το πεντάτομο έργο της ζωής του: «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» (1860-1874), καθόρισε την ιστορία ολόκληρου λαού. Γιατί, οι Βυζαντινοί αγωνίστηκαν για αιώνες κατά των βορείων – ανατολικών εχθρών, διασώζοντας τον ελληνισμό.
Το 1842 νυμφεύτηκε τη Μαρία Αφθονίδη. Απέκτησαν τρία παιδιά: τον Δημήτριο (1843), ποιητή και συγγραφέα, την Αγλαΐα (1849) και την Ελένη (1854). Σημαντικά έργα του θεωρούνται: α) «Περί της Εποικήσεως των Σλαβικών τινών εις την Πελοπόννησο» (1843), αποδεικνύοντας τα λάθη του Fallmerayer, β) «Η Άλωση της Κορίνθου από τους Ρωμαίους», στο «Τελευταίο Έτος της Ελληνικής Ελευθερίας» (1844), γ) η δημιουργία του «Εγχειριδίου Γενικής Ιστορίας» για τους μαθητές Γυμνασίου (1849), και δ) η «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» (1860-1876). Σπουδαίοι μαθητές του ήταν: Σπυρίδων Λάμπρος (1851-1919) και Παύλος Καρολίδης (1849-1930).
«Εάν ο Νικηφόρος Φωκάς, […] ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, […]. Εάν όλοι αυτοί δεν ήταν Έλληνες […]. Εάν δε τοιούτοι Έλληνες δεν υπήρχαν κατ’ εκείνο το χρόνο, τότε δεν εξεύρω πως υπάρχουμε εμείς.», Παπαρρηγόπουλος, (Δημητρακόπουλος, 1996:140).
Ζαμπέλιος VS Παπαρρηγόπουλος
«Στο Βυζαντινό κράτος, κατά τον μέγιστο μέρος, οι Έλληνες διατήρησαν τη γλώσσα τους, το θρήσκευμά τους και την εθνικότητά τους», Κ. Παπαρρηγόπουλος (Δημαράς, 2006:171)
Οι Ζαμπέλιος – Παπαρρηγόπουλος πίστευαν στο τρίσημο της Ελληνικής Ιστορίας, δίνοντας όμως στο Βυζάντιο διαφορετικές αιτίες ενσωμάτωσής του στη νεοελληνική ιστορία. Ο Ζαμπέλιος έδωσε πνεύμα στην ιστορική πορεία του ελληνισμού, χρησιμοποιώντας το αριστοτελικό σχήμα της χεγκελιανής φιλοσοφίας: μοναρχία, αριστοκρατία και δημοκρατία. Χρησιμοποιεί ως σημαντική μεταβλητή, τη θρησκεία, από την οποία θα αναδυθεί μία νέα αριστοκρατία, η «εθνική». Θεωρεί το Βυζάντιο, ως αποτέλεσμα συμβιβασμού ανάμεσα στη ρωμαϊκή μοναρχία και την εκκλησία (λαό). Η οριστική αποκρυστάλλωση των ιδεών του Παπαρρηγόπουλου, τέλη δεκαετίας του 1840, οπότε ως θετικιστής, επικρίνει τον ρομαντικό Ζαμπέλιο για την αναγωγή του Έθνους στη θρησκεία.
Ο Ζαμπέλιος, στο τριαδικό του σχήμα, αντιπαραθέτει τη Βυζαντινή κοινωνία, αποτελούμενη από τον Αυτοκράτορα, την «εξωτερική»-ξενική κοινωνία και την «εσωτερική»-εθνική, με πνευματικό άρχοντα τον Πατριάρχη. Όταν αναφέρεται στην εκκλησία, παρουσιάζει μία ιδιάζουσα ενότητα λαού – κλήρου. Μέσω της αριστοκρατίας, ο Μέγας Κωνσταντίνος δημιουργεί τη νέα πρωτεύουσα στο Βυζάντιο, την ανάδυση της εκκλησίας και τον συμβιβασμό Ρωμαϊσμού – Ελληνισμού.
Ο Ζαμπέλιος, στον Μεσαιωνικό Ελληνισμό, διαβλέπει αντιπαράθεση μοναρχίας και εκκλησίας, καθώς και αντιπαραθέσεις, όπως εικονομαχία, δουλεία, κ.α. Αναδύει την εκκλησία ως παράγοντα εξισορρόπησης της μοναρχίας και ιδανικό μοντέλο συμβίωσης, εκκλησίας και πολιτείας. Όταν σε σύγκρουση Μοναρχίας και Εκκλησίας, νικά η Εκκλησία, δεν φαίνεται να μπορεί να εξηγήσει την εχθρική στάση της Εκκλησίας, στην αρχαιοελληνική κληρονομιά. Πώς μπορεί να υπάρξει ιστορική συνέχεια, όταν ο επίγονος αρνείται την πολιτική / πολιτισμική κληρονομιά του προγόνου.
Ο Παπαρρηγόπουλος θεωρεί πως ο ελληνισμός ανταπεξήλθε την Ρωμαϊκή κυριαρχία, με την ανωτερότητα της παιδείας (κυρίως, γλώσσα) και την περίοδο της οθωμανικής κατάκτησης, με τη θρησκεία. Πιστεύει ότι Ελληνισμός – Χριστιανισμός συνυπάρχουν στο Βυζάντιο μέσα από την αντιφατικότητά τους. Πίστευε ότι η Αλεξάνδρεια, το λίκνο του ελληνικού πολιτισμού και οι φιλοσοφικές αναζητήσεις (ή και αιρέσεις), ήταν αγώνες επιβίωσης του πνεύματος της αρχαίας Ελλάδος. Τον αρειανισμό, τον θεωρούσε ως αποτέλεσμα του νεοπλατωνικού φιλοσοφικού ρεύματος στον αναδυόμενο χριστιανισμό.
Ο Ζαμπέλιος καταχώρησε την Εικονομαχία, στη μεγάλη σειρά αιρέσεων του Βυζαντίου. Αδίκησε με αυτόν τον τρόπο την συμβολή της στην ανασυγκρότηση του Βυζαντίου. Δικαιολογεί στη θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων και στην Ορθοδοξία, τη χρήση των ανθρωπολογικών συμβόλων, τα οποία θεωρεί απαραίτητα και αναγκαία. Ενώ, για τον Ζαμπέλιο, η λύση του ελληνοχριστιανικού ήταν εφικτή, ο Παπαρρηγόπουλος αναφέρεται περισσότερο στα αλυτρωτικά χαρακτηριστικά των Ελλήνων για τη Μεγάλη Ιδέα. Ο Ζαμπέλιος προασπίζει τα του θρησκευτικού δόγματος, αλλά απαξιώνει την πολιτική – πολιτιστική ιστορία της Ελλάδος.
Ο ιστοριστής Παπαρρηγόπουλος, καταρρίπτει το ρομαντικό μοντέλο του Ζαμπέλιου, στρέφοντας τα πυρά του στη χεγκελιανή δομή του. Από το 1853, επικρίνει τον Ζαμπέλιο για τα του θρησκεύματος και ότι αδικεί την πολιτική / πολιτισμική ιστορία της εποχής. Θεωρεί, ότι οι διώξεις των αιρετικών ορθοδόξων του Βυζαντίου οδήγησαν στην αλλοτρίωση του πνεύματος του ελληνισμού. Πιστεύει ότι όλη η περίοδος της Εικονομαχίας, και η περίοδος των Ισαύρων, ήταν προσπάθεια «Μεταρρίθμησης».
Ο Παπαρρηγόπουλος, θεωρούσε σημαντικά τα οφέλη της Μεγάλης Ιδέας για την Ελλάδα, όπως και ο δημιουργός και μέντοράς του, Ιωάννης Κωλέττης (1773-1847). Πιστεύει ότι οι Έλληνες δεν εξαφανίστηκαν από τους Ρωμαίους, ηττώμενοι το 146 π.Χ., αλλά αναγεννήθηκαν με την Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Η διαφορά των προοπτικών Ζαμπέλιου και Παπαρρηγόπουλου ήταν ο τρόπος αντιμετώπισης της Δύσης. Το χεγκελιανό σχήμα του Ζαμπέλιου έθετε την ελληνική ιστορία εκτός ιστορίας και σε αντιπαράθεση με τη Δύση. Ενώ, ο Παπαρρηγόπουλος αγχώνεται να εγγράψει την ελληνική ιστορία στην Ευρωπαϊκή Ιστορία!
«Όσοι δεν θυμούνται το παρελθόν τους, είναι καταδικασμένοι να το επαναλάβουν»
George Santayana (1863-1952)
George Santayana (1863-1952)
Οι Επίγονοι και το Έργο τους
«Όλοι οι άνθρωποι, όσοι ομιλούν την ελληνική γλώσσαν ως ιδίαν αυτών γλώσσαν, συναριθμούνται στο ελληνικό έθνος», Παπαρρηγόπουλος (Βελουδής, 1982:71).
Την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα δημιουργήθηκαν δύο εταιρείες με σημαντικό ρόλο στο δημόσιο βίο και την ενσωμάτωση του Βυζαντίου στον ελληνισμό. Σημαντική είναι η συμβολή των επιγόνων Ζαμπέλιου – Παπαρρηγόπουλου, με τα έργα τους, για την μελέτη της Βυζαντινής Ιστορίας. Αντιπροσωπευτικότεροι είναι οι:
Βακαλόπουλος Απόστολος (Βόλος 1909 – Θεσσαλονίκη 2000). Έγραψε: «Byzantinism and Hellenism» (1968) και «Byzantinism and Romantic Hellenism» (1965). Σημαντικός υποστηρικτής του Βυζαντίου ως συνέχειας του ελληνισμού. Με τα έργα του διεύρυνε τη θεματική των μελετών του, παρουσίασε νέες ιστορικές πηγές και συνέβαλε με πιο ολοκληρωμένη γενεαλογία τα επαναστατικά κινήματα κατά της Τουρκοκρατίας.
Βυζάντιος Σκαρλάτος (Ιάσιο Μολδαβίας 1789 – Αθήνα 1878). (Δημητρακόπουλος, 1996:72,257). Αναφέρεται στα κείμενά – βιβλία του για την ενότητα του ελληνισμού. Άνθρωπος με αγάπη για τους απλούς ανθρώπους, με την ψυχή του ριζωμένη στην ελληνική παράδοση και την πίστη του για το αυτοδύναμο του ελληνισμού. Έγραψε το περίφημο τρίτομο έργο του «Κωνσταντινούπολη» (1851). Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η αντιδικία του με τον Στέφανο Κουμανούδη (1818-1899) το 1852, ο οποίος καταδίκαζε τη Βυζαντινή παράδοση στην τέχνη.
Γλύκατζη – Αλβελέρ (Αθήνα 1926-…). Σπούδασε Αθήνα και Παρίσι. Ειδικεύτηκε περισσότερο για το κράτος και την κοινωνία του Βυζαντίου. Το 1976 έγινε η πρώτη γυναίκα πρύτανης στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Είναι αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και επίτιμος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κέντρου των Δελφών. Έγραψε σημαντικά έργα για το Βυζάντιο, όπως το «Γιατί το Βυζάντιο;», «Η Πολιτική Ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας», κ.α..
Δημαράς Κωνσταντίνος (Αθήνα 1904–Παρίσι 1992). Ιστορικός και καθηγητής Πανεπιστημίου. Το 1947 -1948 εκδίδει το δίτομο έργο του: «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», που καλύπτει την χρονική περίοδο 1000 και 1922 μ.Χ.
Λάμπρος Σπυρίδων (Κέρκυρα 1851-Σκόπελος 1919). Ιστορικός και Πρωθυπουργός (1916-1917). Έκανε σπουδές ιστορίας στη Λειψία, Παρίσι, Βερολίνο, Λονδίνο και Βιέννη. Επικοινωνούσε με τα σύγχρονα Ευρωπαϊκά επιστημονικά ρεύματα. Καθηγητής της Ελληνικής Ιστορίας και Παλαιογραφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρύτανης (1893-1894) – (1912-1913). Κυριότερο έργο: «Ιστορία της Ελλάδος» (1886 έως 1908).
Δημητρακόπουλος Φώτης (Πάτρα 1949-…). Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών (1972). Καθηγητής της Μεταβυζαντινής και Νεώτερης Ελληνικής Φιλολογίας το 1989. Το 1994, καθηγητής της Ελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Μονάχου. Συνέγραψε το: «Βυζάντιο και Νεοελληνική Διανόηση στα μέσα του 19ου αιώνα».
Οικονόμος Κωνσταντίνος (Τσαριτσάνη Θεσσαλίας 1780–Αθήνα 1857). Συνέβαλε στη διάπλαση της Ελληνικής ταυτότητας, του κύρους της γλώσσας των Ελλήνων και της κλασικής παιδείας.
Καρολίδης Παύλος (Καππαδοκία 1849–Αθήνα 1930). «Διάδοχος» του Παπαρρηγόπουλου. Εξέταζε το Βυζάντιο περισσότερο από την Ευρωπαϊκή του διάσταση. Στράφηκε στην ελληνική και γενική ιστορία. Πολυγραφότατος, ιδιαίτερα τα 1893-1908. Έγραψε το τρίτομο έργο: «Ιστορία του ΙΘ΄ αιώνος» (1982), «Οθωμανική Ελλάδα», «Ιστορία της Ελλάδος» (1925), και την 7τομη «Σύγχρονη Ελλάδα».
Σάθας Κωνσταντίνος (Αθήνα 1842–Παρίσι 1914). Θεμελιωτής των Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών σπουδών στην Ελλάδα. Κυριότερο έργο: η 7τομη «Μεταβυζαντινή Βιβλιοθήκη» (1872-1894).
Άμαντος Κωνσταντίνος (Χίος 1874–Αθήνα 1960). Βυζαντινολόγος. Κύριο έργο, η 2τομη «Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους» (1939-1947).
Ζακυθινός Διονύσιος (Ληξούρι 1905–Αθήνα 1993). Ασχολήθηκε στα έργα του με τα Βυζαντινά – Μεταβυζαντινά χρόνια. Σημαντικά έργα: «Βυζάντιο, Κράτος και Κοινωνία» (1951) και «Οι Σλάβοι εν Ελλάδι» (1953).
Διομήδης Αλέξανδρος (Αθήνα 1874–Αθήνα 1950). Πρωθυπουργός της Ελλάδος (1949). Κύριο έργο: «Βυζαντιναί Μελέται Β΄. Οι Σλαβικαί Επιδρομαί εις την Ελλάδα και η Πολιτική του Βυζαντίου» (1942-1946).
Κυριακίδης Στίλπων (Κομοτηνή 1887–Θεσσαλονίκη 1964). Σημαντικό έργο: «Βυζαντιναί Μελέται. VI. Οι Σλάβοι εν Πελοποννήσω» (1947).
Παπαδιαμάντης Αλέξανδρος (Σκιάθος 1851–Σκιάθος 1911). Από τα έργα του: «Η Γυφτοπούλα» είναι μυθιστόρημα για την Άλωση της Πόλης. Ήταν Βυζαντιολόγος και Μεγαλοϊδεάτης. Πίστευε στον φιλόσοφο Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα, που θαύμαζε για την αρχαιολατρεία του και τον αποδοκίμαζε, για την θρησκευτική του «πλάνη».
Κορδάτος Γιάννης (Ζαγορά Πηλίου 1891–Αθήνα 1961). Αυτοδίδακτος ιστορικός, αλλά πολυγραφότατος μελετητής της ελληνικής ιστορίας. Αφιέρωσε χρόνια για την υλοποίηση της σύνθεσης της ιστορίας του ελληνικού χώρου από τα προϊστορικά χρόνια. Κυριότερο έργο: «Νεοελληνική Πολιτική Ιστορία» (1925) και «Ιστορία της Νεότερης Ελλάδος» (1957).
Καργάκος Σαράντος (Γύθειο 1937–Αθήνα 2019). Καθηγητής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Καθηγητής σε μεγάλα φροντιστήρια και ιδιωτικά σχολεία. Κυριώτερο έργο, το 2τομο: «Η Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης».
Επιπρόσθετα, άλλοι που συνεισέφεραν με τα έργα τους για την λύση του ελληνισμού:
- Α. Ρίζος Ραγκαβής (Κωνσταντινούπολη 1809–Αθήνα 1892).
- Παπαδόπουλος Γρηγόριος (Θεσσαλονίκη 1819–Θεσσαλονίκη 1873).
- Σούτσος Παναγιώτης (Κωνσταντινούπολη 1806–Αθήνα 1868).
- Βικέλας Δημήτριος (Ερμούπολη 1835–Αθήνα 1908). Κύριο έργο: «Περί Βυζαντινών» (1874).
- Τυπάλδος – Αλφονσάτος Ιωάννης (1805-1868).
- Φραρίτης Κωνσταντίνος (Κωνσταντινούπολη 1819–Αθήνα 1902).
- Γούδας Αναστάσιος (Γραμμένο Ιωαννίνων 1816–Αθήνα 1882). Κύριο έργο: «Παράλληλοι Βίοι».
- Τρικούπης Χαράλαμπος (Ναύπλιο 1832–Κάννες Γαλλίας 1896). Επτά φορές Πρωθυπουργός της Ελλάδος.
- Βερναρδάκης Δημήτριος (Αγία Μαρίνα Λέσβου 1833–Μυτιλήνη 1907).
- Βαλαωρίτης Αριστοτέλης (Λευκάδα 1824–Λευκάδα 1879). Υπέρμαχος της Μεγάλης Ιδέας.
- Παράσχος Αχιλλέας (Ναύπλιο 1838–Αθήνα 1895).
- Δραγούμης Στέφανος (Αθήνα 1842–Αθήνα 1923). Διετέλεσε Πρωθυπουργός της Ελλάδος (1910).
- Δραγούμης Νίκος (Αθήνα 1878–Αθήνα 1920).
- Σούτσος Αλέξανδρος (Κωνσταντινούπολη 1803–Αθήνα 1863)..
- Καλλιγάς Παύλος (Σμύρνη Ιωνίας 1814–Νέο Φάληρο 1896). Κυριότερο έργο: «Μελέται Βυζαντινής Ιστορίας» (1894).
- Πολίτης Νικόλαος, Κρέμος Γ. (1840-1926), Σακελλαρόπουλος Σπυρίδων, Αμπελάς Τιμολέων, Καμπούρογλου Δημήτριος, Φιλήμων Τιμολέων, Δροσίνης Γεώργιος, Φρούτσος Γεώργιος, Λαμπράκης Γεώργιος, Βέης Νικόλαος, κ.α.
Συμπεράσματα
«Όταν τα δεδομένα αλλάζουν, εγώ αλλάζω γνώμη. Εσείς, κύριε, κάνετε το ίδιο;»,
John Maynard Keynes (1883-1946)
John Maynard Keynes (1883-1946)
Ο ιστοριογράφος Ζαμπέλιος είχε προλειάνει το έδαφος και την τελική ιδεολογική διαμόρφωση της ελληνικής ιστοριογραφίας. Προϋπόθεση για την ύπαρξη του τρίσημου πλαισίου της ελληνικής ιστορίας ήταν η ενσωμάτωση του Βυζαντίου, την οποία πρώτος εισηγήθηκε. Ο όρος «νεοελληνισμός» εκφράζει την τρίτη φάση της συνεχούς ιστορικής πορείας του ελληνισμού στο τρίσημο σχήμα του: αρχαιότητα – μεσαίωνας – νεότεροι χρόνοι ή διαφορετικά: αρχαίοι – βυζαντινοί – νεοέλληνες (Δημητρακόπουλος, 1996:264). Τον ακολούθησε, και ο συγγενής σε αντιλήψεις, Παπαρρηγόπουλος, με άλλους τρόπους, αλλά με τον ίδιο επιδιωκόμενο σκοπό: Την ενσωμάτωση του Βυζαντίου στο τρίσημο σχήμα του ελληνισμού.
Είναι φανερό ότι ο ελληνισμός συνεχίστηκε, με το Βυζάντιο και την δημιουργία της Κωνσταντινούπολης. Η γλώσσα του Βυζαντίου ήταν η ελληνική και η θρησκεία του, η Ορθοδοξία, αντί του Δωδεκάθεου των αρχαίων Ελλήνων. Κέντρο στα Μεσαιωνικά χρόνια του Βυζαντίου ήταν η Κωνσταντινούπολη. Δεν ήταν η Αθήνα! Υπήρχαν και τα ελληνιστικά και ρωμαϊκά κέντρα: Αλεξάνδρεια, Αντιόχεια και Πέργαμος. Το σημαντικότερο είναι ότι η ελληνική παιδεία είχε κυριεύσει Ανατολή – Δύση. Πράγματι, ο μεγαλύτερος ποιητής της χριστιανοσύνης, ο Ρωμανός ο Μελωδός, ήταν ένας εξελληνισμένος Σύρος. Αντίθετα, κέντρο του ελληνισμού στην Ελλάδα, του Μεσαίωνα, ήταν η Θεσσαλονίκη!
Μεγάλη ιστορική μάχη για την επίτευξη συνέχειας του ελληνισμού ήταν η δράση Ζαμπέλιου και Παπαρρηγόπουλου. Σημαντικότατες είναι και οι επιστημονικές προσπάθειες, με έργα τους, για μελέτη του Βυζαντίου, πολυάριθμων Ελλήνων ιστορικών. Μεταξύ αυτών: Βυζάντιος Σκαρλάτος, Δημαράς Κωνσταντίνος, Βακαλόπουλος Απόστολος, Βαλαωρίτης Αριστοτέλης, Δημητρακόπουλος Φώτης, Καρολίδης Παύλος, Γλύκατζη – Αλβελέρ Ελένη, Λάμπρος Σπυρίδων, Οικονόμος Κωνσταντίνος, Παπαδιαμάντης Αλέξανδρος, Κορδάτος Γιάννης και άλλοι … πολλοί! Εργάζονταν, κάτω από το βάρος της ιστορικής επιστήμης, για να αποδείξουν επιστημονικά, την συνέχεια του ελληνισμού, ενός άξιου πολιτισμικού παιδιού της ανθρωπότητας, του Έλληνα!
«Πήραν την Πόλιν, πήραν την! Πήραν τη Σαλονίκη! Πήραν και την Αγιά Σοφιά, το Μέγα Μοναστήρι!» (Δημαράς, 2006:218).
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Βιβλία
- Αθανασιάδης, Χάρης. (2015). Τα Αποσυρθέντα Βιβλία. Έθνος και Σχολική Ιστορία στην Ελλάδα, 1858-2008, Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
- Ανδρέου, Α, & Κασβίκης, Κ. (2015). Θεσσαλονίκη – Bitola. Δημόσιες εκδοχές της μακεδονικής ιστορίας σε δύο αγάλματα του βασιλιά Φιλίππου Β΄, σελ. 133-140, στο Ανδρέου, Α, Κακουριώτης, Σ, Κόκκινος, Γ, Λεμονίδου, Ε, Παπανδρέου, Ζ, Πασχαλούδη, Ε, Η Δημόσια Ιστορία στην Ελλάδα. Χρήσεις και Καταχρήσεις της Ιστορίας, Αθήνα: Επίκεντρο.»,
- Βακαλόπουλος, Κ, Μουτσόπουλος, Ν, Κεσόπουλος, Α. (α.χ.). Πώς φθάσαμε στις Αλησμόνητες Πατρίδες, Αθήνα: ΤΖΙΑΜΠΙΡΗΣ ΠΥΡΑΜΙΔΑ.
- Βελουδής, Γιώργος. (1982). Ο Jakob Philipp Fallmerayer και η γένεση του Ελληνικού Ιστορισμού, Αθήνα: ΕΜΝΕ – ΜΝΗΜΩΝ.
- Bloch, Marc. (1994). Απολογία για την Ιστορία. Το Επάγγελμα του Ιστορικού, Αθήνα: Εναλλακτικές Εκδόσεις.
- Carr, H. E. (2021). Τί είναι ιστορία; Σκέψεις για τη θεωρία της ιστορίας και του ρόλου του ιστορικού, μτφ. Ανδρέας Παππάς, Αθήνα: Πατάκης.
- Γαβρόγλου, Κ, Αραμπατζής, Θ, Χριστιανίδης, Γ. (2021). Από τον Αριστοτέλη στον Νεύτωνα. Θέματα από την ιστορία της επιστήμης, Αθήνα: Mathesis, διατίθεται στον διαδικτυακό τόπο: https://www.mathesis.cup.gr (ανάκτηση: 4-1-2023).
- Γλύκατζη – Αρβελέρ, Ελένη. (2012). Γιατί το Βυζάντιο;, Αθήνα: Μεταίχμιο.
- Γλύκατζη – Αρβελέρ, Ελένη. (2022). Η πολιτική Ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μτφ. Τούλα Δρακοπούλου, Αθήνα: Ψυχογιός.
- Γκοφ, Ζακ. (1998). Ιστορία και Μνήμη, μτφ. Γιάννης Κουμπουρλής, σελ. 29-32, Αθήνα: ΝΕΦΕΛΗ.
- Dosse, Frangois. (2000). Η Ιστορία σε Ψίχουλα. Από τα Anneles στη Νέα Ιστορία, μτφ. Αγγελική Βλαχοπούλου, σελ. 179-180, Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
- Δημαράς, Κωνσταντίνος. (2006). ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ. Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ – Η ΖΩΗ ΤΟΥ – ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ, Αθήνα: ΜΙΕΤ.
- Δημαράς, Κ. (2014). Ελληνικός Ρωμαντισμός, Αθήνα: ΕΡΜΗΣ.
- Δημητρακόπουλος, Φώτης. (1996). Βυζάντιο και Νεοελληνική Διανόηση στα μέσα του 19ου αιώνα, Αθηνά: ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ.
- Εξερτζόγλου, Χάρης. (2020). Η Δημόσια Ιστορία. Μία Εισαγωγή, σελ. 19-48, Αθήνα: ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ.
- «Εφόσον η πόλη μου θα πέσει, θα πέσω μαζί της», στο «The History Book». (2020). Η Ιστορία με Απλά Λόγια, μτφ. Ρίτα Κολαϊτη, Αθήνα: Κλειδάριθμος.
- Ζαμπέλιος, Σπυρίδων. (1986). Άσματα Δημοτικά, εκδοθέντα μετά μελέτης περί Μεσαιωνικού Ελληνισμού, Κέρκυρα, 1852, (ανατύπωση 1986).
- Καραμανωλάκης, Βαγγέλης. (2006). Η Συγκρότηση της Ιστορικής Επιστήμης και η Διδασκαλία της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1837-1932), Αθήνα: ΙΑΕΝ-ΓΓΝΓ.
- Καργάκος, Σαράντος. (2016). Η Αυτοκρατορία της Κωνσταντινουπόλεως. Από την Αγία Σοφία του Κωνσταντίνου στην Αγία Σοφία του Ιουστινιανού, Τόμος Α΄, Αθήνα: Ι.ΣΙΔΕΡΗΣ.
- Καργάκος, Σαράντος. (2017). Η Αυτοκρατορία της Κωνσταντινουπόλεως. Από τους Διαδόχους του Κωνσταντίνου Α΄ μέχρι την Πρώτη Άλωση (1204). Προς τη Διαμόρφωση της Ελληνικής Φυσιογνωμίας, Τόμος Β΄, Αθήνα: Ι.ΣΙΔΕΡΗΣ.
- Λιάκος, Αντώνης. (2007). Πώς το Παρελθόν γίνεται ιστορία; Αθήνα: ΠΟΛΙΣ.
- Λιάκος, Αντώνης. (2021). Αποκάλυψη, Ουτοπία, Ιστορία. Οι Μεταμορφώσεις της Ιστορικής Συνείδησης, Αθήνα: ΠΟΛΙΣ.
- Μπάροου, Τζον. (2014). Μία Ιστορία των Ιστοριών: Έπη, Χρονικά, Μυθιστορίες και Διερευνήσεις από τον Ηρόδοτο και τον Θουκυδίδη Μέχρι τον 20ο αιώνα, σελίδες 375-389, Αθήνα: Τόπος.
- Noiriel, Gerard. (2005). Τι είναι η Σύγχρονη Ιστορία; μτφ. Μαρία Κορασίδου, Αθήνα:
- Ντιλ, Κάρολος. (2022). Πορτρέτα Βυζαντινών, σελ. 192-227, Τόμος Α΄, 5ος-10ος Αιώνας, Αθήνα: ΩΚΕΑΝΙΔΑ.
- Ντυμπύ, Ζωρζ. (2000). Η Ιστορία Συνεχίζεται, μτφ. Ρένα Σταυρίδη – Πατρικίου, Αθήνα: ΟΛΚΟΣ – ΜΙΚΡΗ ΑΡΚΤΟΣ.
- Ory, Pascal. (2007). Πολιτισμική Ιστορία, μτφ. Α. Καραστάθης, Αθήνα: Καρδαμίτσα.Παπαρρηγόπουλος, Κωνσταντίνος. (1992). Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Γενική Εποπτεία Κ. Τσαούσης, Όγδοο Βιβλίο, Χριστιανισμός – Ελληνισμός. Ρωμαϊκή Κυριαρχία, Αθήνα: ΚΑΚΤΟΣ.
- Παπαρρηγόπουλος, Κωνσταντίνος. (1992). Βιβλίο Ένατο. Μεσαιωνικός Ελληνισμός – Ι. Βαθμιαίος Εξελληνισμός του Ανατολικού Κράτους. Ιουστινιανός – Ηράκλειος, Αθήνα: ΚΑΚΤΟΣ.
- Παπαρρηγόπουλος, Κωνσταντίνος. (1992). Βιβλίο Δέκατο. Μεσαιωνικός Ελληνισμός– ΙΙ, Μεταρρύθμιση, Γενική Εποπτεία Κ. Τσαούσης, Αθήνα: ΚΑΚΤΟΣ.
- Παπαρρηγόπουλος, Κωνσταντίνος. (1992). Βιβλίο Ενδέκατο. Μεσαιωνικός Ελληνισμός – ΙΙΙ, Μακεδονική Δυναστεία, Αθήνα: ΚΑΚΤΟΣ.
- Παπαρρηγόπουλος, Κωνσταντίνος. (1992). Βιβλίο Δωδέκατο, Μεσαιωνικός Ελληνισμός – ΙV. Κομνηνοί – Σταυροφορίες, Αθήνα: ΚΑΚΤΟΣ.
- Παπαρρηγόπουλος, Κωνσταντίνος. (1992). Βιβλίο Δέκατο Τρίτο, Νέος Ελληνισμός – Ι. Φραγκοκρατία, Αθήνα: ΚΑΚΤΟΣ.
- Παπαρρηγόπουλος, Κωνσταντίνος. (1992). Βιβλίο Δέκατο Τέταρτο, Νέος Ελληνισμός – ΙΙ. Παλαιολόγοι και Άλωση Κωνσταντινούπολης, Αθήνα: ΚΑΚΤΟΣ.
- Πολίτης, Αλέξης. (2009). Ρομαντικά Χρόνια. Ιδεολογίες και Νοοτροπίες στην Ελλάδα του 1830-1880, Αθήνα: ΕΜΝΕ-ΜΝΗΜΩΝ.
- Samaran, Charles. (2007). Η Ιστορία και οι Μέθοδοί της, Τόμος Β΄, μτφ. Αναστασία Καραστάθη, σελ. 61-62, Αθήνα: ΜΙΕΤ.
- Skinner, Quentin. (2006). «Γλώσσα και Κοινωνική Αλλαγή», μτφ. Θεοδόσης Νικολαϊδης, στο Ιστορία των Εννοιών. Διαδρομές της Ευρωπαϊκής Ιστοριογραφίας, των Dupront, A κ.συν, Αθήνα: ΕΜΝΕ.
- Σκοπετέα, Έλλη. (1988). Το «Πρότυπο Βασίλειο και η Μεγάλη Ιδέας. Όψεις του Εθνικού Προβλήματος στην Ελλάδα (1830-1880), Αθήνα.
- Σταματόπουλος, Δημήτριος. (2009). Το Βυζάντιο μετά το Έθνος. Το Πρόβλημα της συνέχειας στις Βαλκανικές Ιστοριογραφίες, σελ. 41-136, Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
- The Philosophy Book. (2014). Η Φιλοσοφία με Απλά Λόγια, μτφ. Μιχάλης Μικέλης, Αθήνα: Κλειδάριθμος.
- VASILIEV, A. (α.χ.2). Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας 324-1453, Αθήνα: Μπεργάδη, Τόμος Β΄, μτφ. Σαβράμη Δημοσθένη, καθηγητή των Πανεπιστημίων Βόννης και Κολωνίας.
- VASILIEV, A. (α.χ.). Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας 324-1453, Αθήνα: Μπεργάδη, Τόμος Α΄, μτφ. Σαβράμη Δημοσθένη, καθηγητή των Πανεπιστημίων Βόννης και Κολωνίας.
- Χανιώτης, Άγγελος. (2021). Δημοκρατίες στην αρχαία Ελλάδα: Γένεση και Εξέλιξη, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://www.mathesis.cup.gr, (ανάκτηση: 7-1-2023).
Sites
- Αγία Σοφία: Η Ιστορία του Ναού – Συμβόλου της Χριστιανοσύνης. 24 Ιουλίου 2020. διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://www.tanea.gr, (ανάκτηση: 1-1-2023).
- Γκαρτζονίκας, Παναγιώτης. (2021). Ιωάννης Κωλέττης: Ένας «ατεκμηρίωτα|» κατασυκοφαντημένος πολιτικός, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://www.huffingtonpost.gr, (ανάκτηση: 8-1-2023).
- Κωνσταντίνος και Ελένη: Πώς ένας αυτοκράτορας και η μητέρα του αγιοποιήθηκαν. (2017). Διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://www.tovima.gr, (ανάκτηση: 6-1-2023).
- Ο ηρωικός θάνατος του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στην Άλωση της Πόλης. Οι θρυλικές μάχες του στην Πελοπόννησο και οι προσπάθειές του να σταματήσει τη συρρίκνωση του Βυζαντίου, διατίθεται στο διαδικτυακό τόπο: https://www.mixanitouxronoy.gr, (ανάκτηση: 8-1-2023).
Παραπομπή
[1] Ο Ζαμπέλιος και ο Παπαρρηγόπουλος, ήταν συνομήλικοι. Γεννήθηκαν, ο μεν πρώτος στη Λευκάδα, ενώ ο δεύτερος στην Κωνσταντινούπολη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).
Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.
Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.