Επιμέλεια από Αντώνη Αντωνά.
Δεν γράφω. Αντιγράφω εν συντομία, αποσπάσματα από ιστορικό αρχείο της εκκλησίας της Κύπρου και δικό μου, με πρόσθετες πληροφορίες και σχόλια, λόγω του θανάτου του *Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσοστόμου του Β΄ και του ενδιαφέροντος προσωπικών μας αποδεκτών, για την εκκλησιαστική ιστορία της Ελληνικής Κύπρου. Μια στγόνα μνήμης και γνώσης της ιστορίας, ΑΙΩΝΙΑ ΤΟΥ Η ΜΝΗΜΗ.
*Σχόλιο: Στην κατακόμβη και κάτω ακριβώς από την Αγία Τράπεζα του νέου Καθεδρικού Ιερού Ναού Αποστόλου Βαρνάβα, η οποία κατασκευάστηκε με απλότητα με οδηγίες και επίβλεψη του ιδίου, θα ταφεί ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Κύπρου Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος, ο οποίος "έφυγε" στις έξι και σαράντα το πρωί της 7ης Νοεμβρίου 2022.
Επέλεξε ταπεινά ένα απλό τάφο σε μια κατακόμβη. Ούτε γιγαντιαία αγάλματα ζήτησε, ούτε πολυτέλειες, ούτε μεγαλοπρεπές μνημείο «δίπλα» στο *Θρονί της Παναγίας του Κύκκου, ούτε τιμητικές φρουρές να φυλάνε τον τάφο του. Την Ελληνική Κύπρο του την αγαπημένη θεώρησε όλη ως μνημείο και φύλακα του. Τίμησε την Ορθοδοξία, τον Ελληνισμό, την Ελληνική Σημαία, τον Εθνικό Ύμνο και δεν απεμπόλησε ποτέ το προαιώνιο όραμα της Ένωσης με την μητέρα πατρίδα.
Έγραψε και λάλησε:«Δεν πρέπει επ’ ουδενί να παίξουμε το παιχνίδι των Τούρκων. Αυτή η λεγόμενη “παρθενογένεση” (Σημ. γρ. Με την δημιουργία νέας κρατικής οντότητας στην Κύπρο και όχι να πραγματοποιηθεί το νόμιμο, δηλαδή η ένταξη των τουρκοκυπρίων στην υπάρχουσα κρατική οντότητα, που είναι ανεγνωρισμένη από τον ΟΗΕ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους διεθνείς οργανισμούς), αν ισχύσει, τότε αποενοχοποιείται η Τουρκία και θα είμαστε άξιοι της τύχης μας. Θα διαλύσομε την Κυπριακήν Δημοκρατίαν και δεν θα έχομε κρατικήν υπόστασιν. Και σίγουρα θα έρθει η ώρα που, αν κάνομε Ομοσπονδία, αυτή θα καταρρεύσει και θα έχομεν δύο κράτη. Η Κύπρος όμως είναι πολύ μικρή για να έχει δύο κράτη. Δεν μπορούν να επιβιώσουν. Και οποιαδήποτε στραβοτιμονιά θα αναγκάσει τον κυπριακό λαό να φύγει από την γη των πατέρων του. Οι μόνοι που θα μείνουν θα είμαστε εμείς, οι κληρικοί, για να κλαίμε τη μοίρα μας. Δεν θα μπορούμε να προσφέρουμε τίποτε. Η Κύπρος θα τουρκοποιηθεί. Γι’ αυτό πρέπει να είμεθα πολύ προσεκτικοί».
Και σε ερώτησή αν είναι απαισιόδοξος για το μέλλον του Κυπριακού Ελληνισμού ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος απάντησε:
«Όχι, αλλά τα λέγω ωμά για να είμαστε όλοι σε μια εθνική εγρήγορση. Έχομε βαθιές ρίζες και δεν είναι εύκολο να ξεριζωθούν ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ και η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ από την Κύπρο. Μόνο αν εμείς θελήσομε να κόψομε μόνοι μας τες ρίζες μας, ε! τότε θα είμεθα άξιοι της τύχης μας. Αυτό θα είναι αυτοκτονία».
Εν συνεχεία προς ενημέρωση, ο θεσμός του Αρχιεπισκόπου Κύπρου πιθανώς ανάγεται στους πρώτους Χριστιανικούς χρόνους, οπότε το μαρτύριο του Βαρνάβα, ιδρυτή της Εκκλησίας της Κύπρου επί Νέρωνος (54-68 μ.Χ.) στη Σαλαμίνα, αλλά και οι φιλοδοξίες της πόλης αυτής να ξαναγίνει μητρόπολη της Κύπρου όπως ήταν στην προ-Ελληνιστική περίοδο, έδωσαν στους επισκόπους της κάποιο προβάδισμα σχετικά με τους υπόλοιπους επισκόπους του νησιού. Το προβάδισμα αυτό, λόγω της θέσεως της πόλης ως πρωτεύουσας στην Ελληνιστική και Ρωμαϊκή περίοδο, διεκδικούσε η μητρόπολη Πάφου. Τη φιλοδοξία αυτή βλέπουμε στα 113 μ.Χ.. Αν και οι διεκδικήσεις των δυο πόλεων έχουν φαινομενικά μόνο πολιτικό νόημα, αναμφίβολα και οι επισκοπές τους μετείχαν σ' αυτές, σταδιακά ολοένα και πιο πολύ, καθώς ο πληθυσμός τους ασπαζόταν τον Χριστιανισμό σε πιο μεγάλους αριθμούς.
Κατά την Α' Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας (325 μ.Χ.) οι δυο παρόντες επίσκοποι Πάφου Κύριλλος (ή Κυριάκος;) και Σαλαμίνος Γελάσιος φέρονται ως επίσκοποι και μόνο η προτεραιότητα του Κυρίλλου στη σειρά υπογραφής των Πρακτικών της καθιστά πιθανό ότι αυτός ήταν ο «αρχιεπίσκοπος» του νησιού ή ο ισχυρότερος, στην πράξη, επίσκοπός του, αν όχι κατά το σιωπηρώς ισχύον εκκλησιαστικό έθος ή και δίκαιο που τότε βρισκόταν υπό διαμόρφωση. Σ' άλλες πηγές αναφέρονται κι άλλοι 12 επίσκοποι που μετέσχαν στην ίδια σύνοδο, με πρώτο τον Κύριλλο και δεύτερο τον Γελάσιο, σε ένα όμως κώδικα δεύτερος είναι ο Τριμιθούντος Σπυρίδων, ενώ ο Γελάσιος Σαλαμίνος έρχεται τέταρτος. Αυτό δείχνει ίσως την ρευστότητα του διοικητικού καθεστώτος και της εσωτερικής διάρθρωσης της κυπριακής ιεραρχίας στον 4οαι. Αυτό φαίνεται να συνεχίζεται και στη Σύνοδο της Σαρδικής (343), όπου από τους 12 παρόντες Κυπρίους επισκόπους, πρώτος υπογράφει ο Πάφου Αυξίβιος ή Φώτιος και δεύτερος ο Γελάσιος ή Γηράσιος. Η προτεραιότητα του θρόνου Πάφου φαίνεται ότι πρέπει να συσχετισθεί και προς ειδωλολατρικές επιγραφές του 2ου και 3ου αι. μ.Χ. που φέρουν την Πάφο ως ιεράν μητρόπολιν των κατά Κύπρον πόλεων. Όμως η συλλογιστική και πολιτική φιλοσοφία των επιγραφών αυτών δεν μπορεί να μην επηρέασε και τους τότε επισκόπους της Πάφου, έστω και αν αγνοούμε το κάθε τι γι' αυτούς και την φιλοσοφία των εκεί Χριστιανών λαϊκών και κληρικών.
Τα μέχρι της Α' Οικουμενικής Συνόδου κενά στα ονόματα των επισκόπων όλων των 14 εδρών της Κύπρου δεν αποτελούν απόδειξη ανυπαρξίας κατόχων των εδρών λόγω των διωγμών, γιατί και σ' άλλες επαρχίες, παρά τους διωγμούς, επίσκοποι υπήρχαν, και στην Κύπρο ο επίσκοπος Κυρηνείας Θεόδοτος εμαρτύρησε στη Σαλαμίνα επί Διοκλητιανού, όταν διοικητής της Κύπρου ήταν ο Antistius Sabinus (293-305 μ.Χ.) με έδρα την Σαλαμίνα. Πάντως οι δύσκολοι εκείνοι καιροί (1ος - 4ος αι.) δεν θα επέτρεπαν επίσημη πρωτοκαθεδρία ενός από τους επισκόπους της Κύπρου, αλλά μάλλον εθιμική παρακολούθηση του πολιτικού καθεστώτος από την εκκλησιαστική ιεραρχία.
Η ανοικοδόμηση της Κωνσταντίας: Το καθοριστικό γεγονός για την προβολή του επισκόπου Σαλαμίνος ως μητροπολίτη πρώτα και κατόπιν ως αρχιεπισκόπου υπήρξε η ανοικοδόμηση της πόλης ως χριστιανικής Κωνσταντίας μετά τους σεισμούς του 332 και του 342. Χωρίς να δηλώνεται αυτό ρητά, καθίσταται σαφές από τις δυο επιγραφές του 346 μ. Χ. από τη Σαλαμίνα - Κωνσταντία ότι ο antistes urbis Οφέλλιος (που εκπροσωπεί στην οικοδόμηση των θερμών της πόλης τους αυτοκράτορες Κωνστάντιο Β' και Κώνσταντα και εγείρει ανδριάντες γι’ αυτούς εκ μέρους της πόλης), έχει πέραν της επισκοπικής του ιδιότητος(antistes urbis δηλώνει τον επίσκοπο), και πολιτική - διοικητική - κοσμική ισχύ και δικαιοδοσία, που κληροδοτείται εθιμικά και στους διαδόχους του. Αυτό ενισχύει τις φιλοδοξίες τους στην εκκλησιαστική πρωτοκαθεδρία, όπως ακριβώς οι επίσκοποι Κωνσταντινουπόλεως, Αντιοχείας, Αλεξανδρείας, Ρώμης και κατ' ακολουθίαν και της Ιερουσαλήμ διεκδικούσαν προνόμια ή υπέρμετρες δικαιοδοσίες λόγω της πολιτικής θέσης των πόλεων αυτών ως πρωτευουσών της αυτοκρατορίας ή μεγάλων περιοχών της.
Τις διεκδικήσεις της Κωνσταντίας ενδυνάμωσε η ακτινοβόλος και επιβλητική προσωπικότητα του Επιφανίου του Μεγάλου (361-403), και στα 431 στην Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου ο Ρηγίνος επίσκοπος Κωνσταντίας φέρεται στα Πρακτικά της ως εξής: «ἐπισκόπου Κωνσταντίας τῆς μητροπόλεως Κύπρου» και αλλού «κληρικοῖς τοῖς ἐν τῇ μητροπόλει [Κωνσταντία] οὒτε ἐν ἂλλῃ πόλει ἐχειροτόνησεν [ὁ Ἀντιοχείας], ἀλλ' ἡ σύνοδος τῆς ἡμετέρας ἐπαρχίας συγκροτουμένη καθίστη τόν μητροπολίτην». Στην «ψῆφον» της συνόδου λέγεται: «προσήγγειλεν ὁ θεοφιλέστατος συνεπίσκοπος Ῥηγῖνος καί oἱ σύν αὐτῷ θεοφιλέστατοι ἐπίσκοποι τῆς Κυπρίων ἐπαρχίας». Δηλαδή εναλλάσσονται οι όροι «ἐπίσκοπος Κωνσταντίας» και «ἐπίσκοπος μητροπόλεως Κωνσταντίας» για τον ουσιαστικά πρωτόθρονο πια επίσκοπο της Κύπρου. Η Κωνσταντία φέρεται ως «μητρόπολις της Κύπρου» όπως στις επιγραφές των ειδωλολατρών Σαλαμινίων για τον Αδριανό στα 123 και 130 μ.Χ.
Το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Κύπρου: Σημαντικότερο όμως πρακτικό τεκμήριο της μητροπολιτικής ιδιότητας της Κωνσταντίας αποτελεί η επικοινωνία του κόμητος της Εώας Φλαβίου Διονυσίου προς τον κλήρο της Κωνσταντίας (21 Μαΐου 431) από τον οποίο ζητεί να μη προβεί στην εκλογή μητροπολίτη διαδόχου του Τρωίλου Κωνσταντίας που είχε πεθάνει λίγο πριν. Ο Φλάβιος Διονύσιος αποκαλεί την Κωνσταντία «μητρόπολιν της Κύπρου», ενώ ο Κωνσταντίας Ολύμπιος στην «ληστρική σύνοδο» της Εφέσου στα 449 αυτοκαλείται Επίσκοπος Κωνσταντίας Μητροπόλεως Κύπρου. Πρώτη φορά ο Κωνσταντίας μαρτυρείται με τον πλήρη, έκτοτε σταθερό τίτλο του, Αγιώτατος και Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος σ' επιγραφή των αρχών του 6ουαι. για τον Φιλόξενο, περσικής καταγωγής και ελληνοσυριακής παιδείας που διακρίθηκε για οικοδομικά έργα στην επισκοπή του και άλλοι εφεξής διάδοχοί του, π.χ. οι Πλούταρχος και Αρκάδιος στο πρώτο μισό του 7ου αι.
Η αναγνώριση του αυτοκεφάλου της Εκκλησίας Κύπρου ως ενότητος από την Γ' Οικουμενική Σύνοδο (431) και η επικύρωσή του αργότερα από τον αυτοκράτορα Ζήνωνα (488), μαζί με τα «κοσμικά» προνόμια που της εκχώρησε, ενίσχυσαν την κοσμική δύναμή της και προδίκασαν και προϊδέασαν τον μετέπειτα εθναρχικό ρόλο των αρχιεπισκόπων και των επισκόπων της.
Κατά την περίοδο των αραβικών επιδρομών ο ρόλος αυτός ντε φάκτο αναπτύχθηκε σε σημαντικό βαθμό, εφόσον η κεντρική εξουσία του βυζαντινού κράτους δεν ασκούσε πλήρη και αποτελεσματική δικαιοδοσία στο νησί για τρεις αιώνες (649-963/4). Η έλλειψη επαρκούς ελέγχου επέτρεπε τις αποκλίσεις από την κυρίαρχη κρατική θέση, π.χ. στο θέμα της Εικονομαχίας, στο οποίο οι Κύπριοι ιεράρχες συνήθως ήσαν εικονολάτρες και όταν ακόμη στην Κωνσταντινούπολη επικρατούσε η Εικονομαχία. Οι αποκλίσεις και η ανεξαρτησιακή αυτή τάση, που παρατηρήθηκε και σε άλλες βυζαντινές επαρχίες που είχαν εκφύγει από τον έλεγχο της Κωνσταντινούπολης, εξηγούν την επιβολή, μετά την ανακατάληψη της Κύπρου στα 963/4 από τον Νικηφόρο Φωκά, της προχείρισης του αρχιεπισκόπου Κύπρου από τον αυτοκράτορα προτού εκλεγεί και ενθρονισθεί στην Κύπρο, χωρίς τυπική κατάργηση του αυτοκεφάλου, που είχε διατηρηθεί και κατά τη χειρότερη περίοδο της ιστορίας της Εκκλησίας του νησιού, κατά την μεταφορά του (μισού περίπου) πληθυσμού με τον αρχιεπίσκοπο στην Κύζικο και τα γύρω, στα 691-698 ή 705. Η αυτοκρατορική εξουσία και στις δυο περιπτώσεις διατήρησε τους τύπους αφού παραβίασε την ουσία. Η αρχιεπισκοπή έδρευε πάντοτε στην Κωνσταντία, που από τον 7οαι. λέγεται και Αμμόχωστος, και από εκεί μεταφέρθηκε στην Αρσινόη (πιθανώς μετά το 913), που μετονομάστηκε κι αυτή Αμμόχωστος. Φαίνεται ότι η σύγκρουση του ισχυρού αρχιεπισκόπου Νικολάου Μουζάλωνος (1107-1110/1111) με τον διοικητή Ευμάθιο, καθώς και ανάγκες διοικητικές και πολιτικοστρατιωτικές στα μέσα ή τέλη του 11ου αι., συνέβαλαν στη μετάθεση της πολιτικής πρωτεύουσας στη Λευκωσία, μακριά από την επιρροή των αρχιεπισκόπων. Τη δύναμή τους πιθανώς αποσκοπούσαν να περιορίσουν και τα στρατηγικής και κοινωνικής σημασίας πολλά μοναστήρια που ιδρύθηκαν με κρατική ενίσχυση κατά την περίοδο αυτή.
Οι διωγμοί των Φράγκων: Οι διωγμοί της Εκκλησίας της Κύπρου από τους Φράγκους από το 1192 ως το 1260 και πέραν, οδήγησαν στη σταδιακή κατάργηση των 10 από τις 14 επισκοπές του νησιού και στην τυπική από τους Φράγκους κατάργηση και του τίτλου του Ορθόδοξου αρχιεπισκόπου που μεταφέρθηκε στα 1260 στη Σολιά δυνάμει της Bulla Cypria (Κυπριακή Διάταξη) ως απλός επίσκοπος, μετά τον θάνατο του τελευταίου φορέως του αρχιεπισκοπικού τίτλου Γερμανού Πησιμάνδρου, ο οποίος δέχθηκε συμβιβασμό με τους Λατίνους. Αλλά στη λαϊκή συνείδηση των Ελλήνων Κυπρίων ο Σολίας επίσκοπος ήταν πάντα ο αρχιεπίσκοπός τους, εθνάρχης και αρχηγός της αντίστασης εναντίον των λατινικών καταπιέσεων. Η θέση του αυτή ενδυναμώθηκε από τη σταδιακή κάθοδο και αργότερα (14ος - 15ος αι.κ.ε.) οριστική εγκατάστασή του στη Λευκωσία, όπου είχε, με βάση την Bulla Cypria, το δικαίωμα να διατηρεί καθεδρικό ναό —του Αγίου Βαρνάβα. Σταδιακά οι θεσμοί της έδρας Σολίας και της έδρας Λευκωσίας συγχωνεύθηκαν και η «αρχιεπισκοπή» απλώς απαρτιζόταν από δυο σκέλη.
Διωγμοί της Ορθόδοξης Εκκλησίας επί Τουρκοκρατίας
Με περιορισμένο ρόλο ο Αρχιεπίσκοπος παρέμεινε εγκλωβισμένος οριστικά στη Λευκωσία, με δικαιοδοσία και σε περιοχές μόνο, που του ανήκαν κατά την περίοδο της μειώσεως των εδρών σε 4, όπως Σολιά, Αμμόχωστος κλπ., αν και κατά καιρούς εμφανίζονται και επίσκοποι Σόλων (Βενιαμίν, Μακάριος 17ος αι.), Αμμοχώστου (Μωϋσής 17ος αι.). Ειδικός ρόλος αναγκαστικά ανετέθη στον αρχιεπίσκοπο (όπως και στους άλλους ιεράρχες) της Κύπρου από το 1571 κ.ε., ρόλος εκπροσώπου των ραγιάδων και εισπράκτορος των κρατικών φόρων που πρόσθεσε ακόμη ένα δυνατό στοιχείο στον εθναρχικό του ρόλο της προστασίας του λαού από πιέσεις, εγκατάλειψής του στο έλεος των Τούρκων και σκληρών διωγμών κατά του ιδίου του προσώπου του αρχιεπισκόπου και των περί αυτόν από τους Τούρκους. Τέτοιοι *διωγμοί συνέβαιναν είτε γιατί ο αρχιεπίσκοπος δεν εκτελούσε πιστά τις εντολές, που του ανετίθεντο, είτε γιατί τις υπερέβαινε, είτε γιατί δεν ήθελε να συγκρατεί το ποίμνιό του σε ειρήνη και πειθαρχία προς στον σουλτάνο κλπ.
*Ένα μόνο μικρό παράδειγμα από τα μύρια εγκλήματα τους
9.7.1821: Ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός απαγχονίζεται και κατασφάζονται τρείς μητροπολίτες και χιλιάδες άλλοι κληρικοί και λαϊκοί λόγω της βοήθειας, που πρόσφεραν στην Ελληνική Επανάσταση.
Εκατοντάδες εθελοντές Κύπριοι συμμετείχαν τότε και πολλοί από αυτούς έπεσαν μαχόμενοι.
Η συνέχεια υπήρξε δραματική. Στα χέρια του Κουτσιούκ Μεχμέτ βρίσκονταν ήδη μερικές από τις προκηρύξεις της επαναστατημένης Ελλάδας που είχε φέρει στην Κύπρο ο Κύπριος Αρχιμανδρίτης Θεοφύλακτος Θησέας στις αρχές Απριλίου 1821. Αφού λεηλάτησε και κατέστρεψε τα πάντα ο Κουτσιούκ Μεχμέτ έθεσε σε εφαρμογή το χειρότερο των σχεδίων του που προέβλεπε τον αποκεφαλισμό 486 προκρίτων της νήσου μεταξύ των οποίων περιλαμβανόταν και ο Αρχιεπίσκοπος και πολλοί Ιεράρχες, απλοι κληρικοί και λαϊκοί. Τον κατάλογο είχε υποβάλει προηγουμένως Κουτσιούκ Μεχμέτ στον Σουλτάνο και σαν έφθασε η απάντηση της Πύλης έκανε αυτό που ονειρευόταν.
Ομως ο Κουτσιούκ Μεχμέτ για να καταστήσει όλους συνυπεύθυνους της σφαγής που προγραμμάτιζε κάλεσε τους αγάδες σε σύσκεψη και τους είπε σύμφωνα με τον Ι. Φιλήμονα (Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνα 1860): «Διά την ασφάλειαν της νήσου θεωρώ επαρκούσαν μόνην την σφαγήν του Αρχιεπισκόπου, των Μητροπολιτών και εγκριτωτέρων».
Η Εκκλησία επί Αγγλοκρατίας.
Ο εθναρχικός ρόλος του αρχιεπισκόπου, δίκοπο μαχαίρι και πολύπτυχη λειτουργία, συνεχίστηκε και επί Αγγλοκρατίας, οπότε ο αρχιεπίσκοπος Σωφρόνιος υποδεχόμενος τον πρώτο Άγγλο κυβερνήτη στις 30 Ιουλίου 1878, διερμήνευσε τους πόθους των Κυπρίων για δίκαιη διοίκηση και εθνική αποκατάσταση …σε κλειστά ώτα αποικιοκρατών.
Η απογοήτευση από την αγγλική διοίκηση και η άρνηση ικανοποιήσεως του αιτήματος για εθνική αποκατάσταση και ΕΝΩΣΗ, καθώς και η δυσαρέσκεια για τη μείωση ή κατάργηση αρκετών δικαιωμάτων, οδήγησαν στην ανάληψη σκληρών αγώνων του κυπριακού λαού, υπό την καθοδήγηση της Εκκλησίας, για την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού, και στην ανεξαρτησία της Κύπρου με σκοπό την ΕΝΩΣΗ, που απέληξαν στον αγώνα της ΕΟΚΑ (1955-1959 υπό την ηγεσία του Γεώργιου Γρίβα, ο οποίος πιστός Χριστιανός ήταν. Από το 1977 κ.ε., το ενδιαφέρον των Αρχιεπισκόπων Χρυσοστόμου Α΄ και Χρυσοστόμου Β΄ στα εθνικά και πολιτικά ζητήματα διατηρείται ζωηρό και η φωνή και οι απόψεις τους λαμβάνονταν υπόψιν από την πολιτική ηγεσία του τόπου.
Περί «Νέας Ιουστινιανής» υπάρχουν δύο εκδοχές. Η μεν πρώτη λέει ότι οι Βυζαντινοί Κύπριοι μετοίκησαν για να ενισχύσουν την άμυνα του Βυζαντίου, η δε άλλη όπως αναφέρεται πιο κάτω:
Η χρονογραφία του Θεοφάνους γράφει:
«Τούτω τω έτει» [το 6183 από κτίσεως κόσμου] την προς Αβιμέλεχ ειρήνην Ιουστινιανός εξ ανοίας έλυσεν και γαρ την Κυπρίων νήσον αλόγως μετοικίσαι εσπούδασε και το σταλέν χάραγμα παρά Αβιμέλεχ νεοφανές όν και μηδέποτε γεγονός ου προσεδέξατο πλήθος δε Κυπρίων περώντων κατεποντίσθη, και από αρρώστιας ώλοντο• και οι λοιποί εστράφησαν εις Κύπρον».
Από τον Θεοφάνη μέσω Παύλου του Διακόνου η παράδοση επιβιώνει μέχρι τον αρχιμανδρίτη Κυπριανό. «Αλλά τι; Ιδού και άλλη δυστυχεστάτη καταστροφή της Νήσου, όχι υπό των Αράβων, και βαρβάρων, αλλ’ από της οιήσεως και φρενολήπτου, και ακατάστατου γνώμης του καλού βασιλέως προερχομένη. Ο Ιουστινιανός με πρόφασιν, πως ο Αβιμέλεχ δεν του έστειλε τα νομίσματα τυπωμένα με εικόνα της Κωνσταντινουπόλεως (τότε διότι άρχισαν οι Άγαρηνοί να υπερηφανεύωνται, και να τυπώνουσι μονέδα) εταράχθη, και λύει την ειρήνην μετά του Αβιμέλεχ, τω έκτω χρόνω της βασιλείας του. Προστάσσει ο λαός της Κύπρου να μετατοπίση και μετοικίση εις τους τόπους όπου εξουσίαζεν, ειδέ παραιτείται αυτήν εις τάς χείρας των Αγαρηνών αβοήθητον. Τί θέλεις να κάμουν οι δυστυχείς Κύπριοι; Τρέχουσιν εις τα πλοία με βίαν γυναίκες, άνδρες, παιδία, γέροντες εκ πάσης ηλικίας, και τάξεως, στριμώχνονται, στενοχωρούνται εις αυτά, και από την βίαν άλλοι μεν ενταφιάζονται εις το πέλαγος, άλλοι δε εκ στενοχώριας αρρωστούσι, και πολλοί αποθνήσκουσι, και άλλοι της ζωής το γλυκύ προκρίνοντες της βαρβάρων τυραννίας, επιστρέφουσιν ημίθνητοι εις την ελεεινήν Πατρίδα, μόλις, λέγω, το πολυστημόριον κατήντησεν εις το στενόν της Καλλιουπόλεως, ένθα και εκατοίκισεν έως της Κυζίκου». Ίσως και οι δύο εκδοχές να έχουν κάποια συγγενική σχέση…
Επ ευκαιρία ας αναφερθούμε και στους Κυπρίους αγίους η στη Νήσο των αγίων, όπως πολύ ορθά ονομάζεται η Κύπρος, ανατρέχουμε πίσω στους αιώνες, όπου θα συναντήσουμε στο περίφημο Χρονικό του Λεόντιου Μαχαιρά (15ος αιώνας), την τιμητική για τον τόπο ονομασία που φαίνεται μέσα στην παράγραφο 13 του πιο πάνω έργου: «Χρήση εἶναι νά φουμίσουμε τήν ἁγία νῆσο καί ὅσον τη φουμίσω δέν θέλω πεῖν ψέματα». Το εγκώμιο αυτό της Κύπρου από τον Λεόντιο Μαχαιρά κατέστη σημείο αναφοράς για κάθε ειδικό ερευνητή πάνω στο θέμα της Κυπριακής Αγιολογίας αλλά και για κάθε Κύπριο, ο οποίος θέλει να αποτυπώσει την εκκλησιαστική εμπειρία που αποκομίζει κανείς στην Κύπρο μέσα από την τιμή των αγίων.
Η ονομασία αυτή που έδωσε ο Μαχαιράς στο νησί μας δεν μπορεί να θεωρηθεί υπερβολική ούτε φανταστική, γιατί αν ανατρέξουμε στο Κυπριακό Αγιολόγιο όπου παρουσιάζονται οι Κύπριοι άγιοι, θα διαπιστώσουμε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι στο νησί μας από τους αποστολικούς χρόνους μέχρι τον καιρό του Μαχαιρά αλλά και κατά τους μετέπειτα αιώνες μέχρι σήμερα, έζησε και αγίασε ένας μεγάλος αριθμός αγίων, που όλοι μαζί συνθέτουν το Κυπριακό Αγιολόγιο. Σ’ αυτό τον κατάλογο που χαρακτηρίζεται από πολυποικιλότητα (τάξεις Αγίων, χρονικότητα, καταγωγή κ.λπ.), θα διαπιστώσει κανείς και τον ιδιαίτερο τρόπο σχέσεως των αγίων με την κοινωνία και τους πιστούς.
Στα ιερά χώματα της Κύπρου έζησαν και αγίασαν απόστολοι, (Βαρνάβας, Παύλος, Μάρκος, Λαζαρος, Άγιος Θεράποντας, Τίμων κ.ά.π.), μάρτυρες, (Δημητριανός, Αριστοκλής, Αθανάσιος, οι δεκατρείς μάρτυρες μοναχοί της Μονής Καντάρας), ιεράρχες (Ηρακλείδιος, Μνάσων, Τυχικός, Σπυρίδωνας, Τύχων, Επιφάνιος Κωνσταντίας, Ιωάννης Ελεήμων, Λεόντιος Νεαπόλεως), όσιοι, (οι τριακόσιοι Αλαμάνοι άγιοι), νεομάρτυρες, (Μιχαήλ, Γεώργιος, Πολύδωρος, Φιλούμενος), γυναίκες αγίες (Φωτού, Ζηναΐδα και Φιλονίλλα, Μαύρα) κ.λπ.
Η παρουσία των αγίων κατά τις διάφορες περιόδους της ιστορίας της Κύπρου και της Εκκλησίας της, όπως και ο πολυποίκιλος εκκλησιαστικός, κοινωνικός, πολιτιστικός και πολιτικός τους ρόλος, λειτούργησε θετικά επηρεάζοντας άμεσα τη ζωή του λαού της Κύπρου.
Οι άγιοι αποτέλεσαν την παράκληση και την ελπίδα του λαού, είτε για καλύτερες μέρες στις δύσκολες ιστορικές συνθήκες, είτε για παρέμβαση του Θεού υπέρ των δεινοπαθούντων, είτε για τη μέλλουσα αιώνια ελπίδα της σωτηρίας, είτε ακόμα για παρηγορία από τις διάφορες επιδημίες που ενέσκυπταν κατά καιρούς, όπως χολέρα, ακρίδες, ξηρασία κ.λπ. που ταλαιπωρούσαν τον λαό.
Δυστυχώς όμως πολλοί από τους αγίους που έζησαν στον τόπο μας παρέμειναν άγνωστοι. Οι δύσκολες συνθήκες που πέρασε η Κύπρος με τις μακρές περιόδους της Λατινοκρατίας πρώτα, που δίωκε την Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου και της Τουρκοκρατίας, ύστερα, που καταδυνάστευσε για αιώνες τον τόπο, συντέλεσαν ώστε η μνήμη των αγίων να περιπέσει στη λήθη με αποτέλεσμα να μην τιμάται η μνήμη τους. Ακόμη ένας μεγάλος αριθμός δεν έτυχεν της ανάλογης τιμής σε ολόκληρη την Κύπρο, αλλά παρέμεινε σε πολύ αυστηρά τοπικά πλαίσια.
Για τους λόγους αυτούς η Εκκλησία της Κύπρου καθιέρωσε τα τελευταία χρόνια την κοινή εορτή Πάντων των εν Κύπρω διαλαμψάντων Αγίων κατά την πρώτη Κυριακή του μηνός Οκτωβρίου. Ο λόγος της πιο πάνω ημερομηνίας είναι απλός. Μέσα στον μήνα αυτό έχουμε τις περισσότερες εορτές Κυπρίων αγίων όπως των αγίων: Θεοδώρου Ταμασέως, Ιωάννου του Λαμπαδιστή, Ερμογένη, Κενδέα, Πολυχρονίου, τριάκοντα εννέα οσίων, Ανδρονίκου και Αθανασίας, Ιωνά, Ζηναΐδας και Φιλονίλλας, Επικτήτου, Θεοσεβίου Αρσινοΐτου, Θεράποντος ιερομάρτυρος, Σαββίνου επισκόπου, Μνάσωνος, Ιλαρίωνος του Μεγάλου, Βαρνάβα και Ιλαρίωνος, Ευλαλίου, Πάππου επισκόπου Χύτρων, Διομήδους, Θεράποντος οσίου, Αριστοβούλου εκ των Ο Ἀποστόλων κ.ά. Με την εορτή αυτή μας δίνεται η ευκαιρία να τιμήσουμε όλους τους *Αγίους της Κύπρου, γνωστούς και αγνώστους, επιτελώντας έτσι το χρέος μας προς τους επώνυμους αλλά και ανώνυμους αγίους, που στήριξαν τούτο τον λαό, τούτο τον τόπο, σε κάθε εποχή και σε κάθε δυσκολία που αντιμετώπιζε.
*Δικαιολογημένα η Κύπρος ονομάστηκε «Νήσος των Αγίων», από διάφορους χρονογράφους και συγγραφείς, για το πλήθος των Αγίων οι οποίοι, είτε επέρασαν από το νησί είτε ετελείωσαν τη ζωή τους σ' αυτό, είτε κατάγονταν από αυτό. Από τους αποστολικούς χρόνους μέχρι σήμερα αναγράφονται 240 γνωστοί Άγιοι της Κύπρου. Υπάρχουν και πολλοί άλλοι που είναι σήμερα άγνωστοι σ' εμάς. Υπάρχουν επίσης και μερικοί άλλοι Άγιου που δεν αναφέρονται εδώ οι οποίοι λατρεύονται από τον κυπριακό λαό μεν αλλά δεν τους αναγνωρίζει η Εκκλησία της Κύπρου. Ο Θεός ανέδειξε τόσο πλήθος Αγίων στο μικρό μας νησί επειδή οι Κύπριοι είναι σπλαχνικοί, φιλόξενοι και πιστοί άνθρωποι, που ξέρουν να τιμούν τους Αγίους τους. Το ιστορικό μελέτημα «Κύπρος η Αγία Νήσος» περιλαμβάνει στοιχεία 369 Κυπρίων Αγίων (συν του Αγίου Φιλούμενου που μαρτύρησε το 1979), ένα κατάλογο που δεικνύει τη πυκνότητα της χριστιανικής ζωής και παράδοσης της Κύπρου.
Αΐδιος πρέπει να είναι και η ευγνωμοσύνη ημών των Κυπρίων προς τους δύο μεγάλους της Εκκλησίας μας Αποστόλους, τον Ταρσέα Παύλο και το συμπατριώτη μας Βαρνάβα, οι οποίοι συνέβαλαν τα μέγιστα διά να απαλλαγούν οι πρόγονοί μας από τη θρησκεία του δωδεκαθέου του Ολύμπου και να ενστερνισθούν την κοσμοσωτήρια θρησκεία του ενανθρωπήσαντος Υιού και Λόγου του Θεού.
Ιδιαίτερη όμως ευγνωμοσύνη πρέπει να τρέφουμε προς τον Απόστολο Βαρνάβα, γιατί για χάρη του άρχισε την Α΄ του αποστολική περιοδεία από την Κύπρο ο Απόστολος των Εθνών Παύλος. Η Κύπρος τότε δεν ήταν συγκοινωνιακός κόμβος, ούτε κοσμοπολίτικο κέντρο. Όμως η καταγωγή του Βαρνάβα από τη Σαλαμίνα της Κύπρου και η αδελφική αδιάσπαστη φιλία που είχαν ανάμεσά τους, Παύλος και Βαρνάβας, καθώς και η αγάπη του Βαρνάβα προς τους συμπατριώτες του, συνέτειναν τα μέγιστα, ώστε η Κύπρος να είναι η αρχή της Α΄ αποστολικής περιοδείας του Αποστόλου των Εθνών Παύλου. Συνάμα όλα τα Χριστιανικά έθνη, πρέπει να αισθάνονται ευγνωμοσύνη προς τον Απόστολο Βαρνάβα, γιατί είναι το κύρος του Βαρνάβα μεταξύ των Αποστόλων και η φιλία του Βαρνάβα προς τον Παύλο που συνέτειναν, ώστε ο χορός των Αποστόλων να δεχθεί Ισαπόστολό τους τον μέχρι πρότινος τρομερό διώκτη της Εκκλησίας του Χριστού, Σαύλο, τον επικληθέντα κατόπιν στην Πάφο της Κύπρου, Παύλο, το μέγα κήρυκα του Χριστιανισμού στα Έθνη. Και το ιερό μοναστήρι του Αποστόλου Βαρνάβα δίπλα στην Αρχαία Ελληνική Σαλαμίνα, κατεχόμενο από τουρκομογγόλους…
Και ο Απόστολος Ανδρέας ..
Όπως αναφέρει η ιστορική παράδοση, σε μια περιοδεία του, ο Απόστολος Ανδρέας πήγε και στην Κύπρο. Το καράβι, που τον μετέφερε στην Αντιόχεια από την Ιόππη, λίγο πριν προσπεράσουν το γνωστό ακρωτήρι του αποστόλου Ανδρέα και τα νησιά, που είναι γνωστά με το όνομα Κλείδες, αναγκάστηκε να σταματήσει εκεί σ’ ένα μικρό λιμανάκι, γιατί κόπασε ο άνεμος. Τις μέρες αυτές της νηνεμίας τους έλειψε και το νερό. Ένα πρωί, που ο πλοίαρχος βγήκε στο νησί κι έψαχνε να βρει νερό, πήρε μαζί του και τον απόστολο. Δυστυχώς πουθενά νερό. Κάποια στιγμή, που έφτασαν στη μέση των δύο εκκλησιών, που υπάρχουν σήμερα, της παλαιάς και της καινούργιας, που ‘ναι κτισμένη λίγο ψηλότερα, ο άγιος γονάτισε μπροστά σ’ ένα κατάξερο βράχο και προσευχήθηκε να στείλει ο Θεός νερό. Ποθούσε το θαύμα, για να πιστέψουν όσοι ήταν εκεί στον Χριστό. Ύστερα σηκώθηκε, σφράγισε με το σημείο του Σταυρού τον βράχο και το θαύμα έγινε. Από τη ρίζα του βράχου βγήκε αμέσως μπόλικο νερό, που τρέχει μέχρι σήμερα μέσα σ’ ένα λάκκο της παλαιάς εκκλησίας κι απ’ εκεί προχωρεί και βγαίνει από μια βρύση κοντά στη θάλασσα. Είναι το γνωστό αγίασμα. Το ευλογημένο νερό, που τόσους ξεδίψασε, μα και τόσους άλλους, μυριάδες ολόκληρες, που το πήραν με πίστη δρόσισε και παρηγόρησε. Και πρώτα-πρώτα το τυφλό παιδί του καπετάνιου το οποίο με θαύμα θεραπεύθηκε. Η πηγή μέχρι σήμερα ρέει στο κατεχόμενο από τους βαρβάρους ιερό μοναστήρι μας. Ελπίζουμε κάποια στιγμή φωτιά και λαύρα να βγει για τους κάψει.
Και ο Απόστολος Βαρνάβας ήταν Κύπριος την καταγωγή, Ιουδαίος το γένος, από τη φυλή του Λευΐ. Υπήρξε συμμαθητής του Αποστόλου Παύλου στην περίφημη Σχολή του Νομοδιδάσκαλου Γαμαλιήλ, στα Ιεροσόλυμα. Έφερε το όνομα Ιωσής και όταν συναριθμήθηκε στον κύκλο των Αποστόλων, πήρε το όνομα Βαρνάβας, το οποίο ερμηνεύεται «Υιός Παρακλήσεως». Εκεί στην αγία πόλη των Ιεροσολύμων διέμενε και η έγγαμη αδελφή του Μαρία, στην οικία της οποίας, σύμφωνα με την παράδοση, τελέστηκε ο Μυστικός Δείπνος. Υιός της αδελφής του Μαρίας και ανεψιός του, ήταν ο Μάρκος, ο μετέπειτα Ευαγγελιστής, ο ακόλουθός τους στην περιοδεία τους στην Κύπρο, ως και η αιτία που χώρισαν τους ιεραποστολικούς τους δρόμους, ο Παύλος και ο Βαρνάβας.
Οι χριστιανοί της Κύπρου, αιώνες τώρα ζουν με την παράδοση και του Αγίου Λαζάρου. Νιώθουν τον Άγιο Λάζαρο δικό τους. Είναι κομμάτι από την ίδια τη ζωή τους. Τίποτα δεν μπορεί να βγάλει από τη ψυχή των Κυπρίων, πως ο Άγιος Λάζαρος ήρθε στην Κύπρο και έζησε ολόκληρη τη ζωή του μετά την ανάσταση, σ’ αυτό το νησί. Ένας λαός, που πέθαινε καθημερινά από τις ατέλειωτες συμφορές, βρήκε στον Άγιο Λάζαρο το σύμβολο της εν Χριστώ αναστημένης Ελπίδας. Δυό χιλιάδες χρόνια αυτός ο λαός κατεβαίνει στον Άδη με τον Άγιο Λάζαρο και δεν απελπίζεται. Ανασταίνεται με τον Άγιο Λάζαρο δια του Ιησού Χριστού. Γεύεται μαζί του την πίκρα του θανάτου και τη χαρά της Ανάστασης. Κι έγινε ο Ναός του στη Λάρνακα το σύμβολο της αναστημένης ζωής. Ενας συνεχής εγκαινιασμός της ψυχής για 1120 χρόνια. Για 11 και πλέον αιώνες στέκει εκεί αγέρωχος και επιβλητικός και μεγαλόπρεπος, κήρυκας του χαρμόσυνου μηνύματος της κοινής αναστάσεως. Το συναξάρι του Τριωδίου μας πληροφορεί πως ο Αγιος Λάζαρος ήλθε στην Κύπρο και έζησε εδώ στο νησί 30 χρόνια. Ηλθε στην Κύπρο μετά το διωγμό απο τους Ιουδαίους «εβουλεύσατο οι Αρχιερείς ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν» Ολες οι πηγές σιωπούν, λες και θέλουν να μιμηθούν τον Αγιο, που δεν είπε τίποτε για την πέραν του τάφου ζωή. Η Παράδοση μαρτυρεί πως οι Απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας χειροτόνησαν τον Αγιο Λάζαρο πρώτον Επίσκοπο Κιτίου. Για τη ζωή και τη δράση του ως Επισκόπου, το συναξάρι αναφέρει τα εξής: «Καλώς και Θεοφιλώς πολιτευσάμενος μετά τριακονταετή χρόνον της αυτού αναβιώσεως θνήσκει πάλιν».
Ο Αγιος Λάζαρος έδινε με τη ζωή και την παρουσία του τη μαρτυρία για τη νέα εν Χριστώ ζωή, η οποία φανερώθηκε δια του Ιησού Χριστού. Η Ιερή Παράδοση συνδέει τις αλυκές της Λάρνακας με τον Αγιο Λάζαρο. Πεινασμένος, διψασμένος οδοιπόρος ο άγιος, βρέθηκε σ’ένα αμπέλι, ζήτησε ένα τσαμπί σταφύλι απο τον ιδιοκτήτη κι εκείνος αρνήθηκε. Είπε μάλιστα, πως το καλάθι που βρισκόταν εκεί, δεν περιείχε σταφύλι αλλά αλάτι. Βλέποντας ο Αγιος την καρδιά του ανθρώπου εκείνου χωρίς αγάπη και καλοσύνη, αλλά γεμάτη από ψεύδος και υποκρισία, τα σπέρματα αυτά του θανάτου και του άδου , μετέτρεψε τον αμπελώνα σε λίμνη αλατιού.
Εκτός από αυτά, υπάρχει και παράδοση της επισκέψεως της Υπεραγίας Θεοτόκου στην Κύπρο και ειδικά στο Κίτιο, για συνάντηση του Λαζάρου. Η παράδοση αυτή με μαρτυρίες αγιορείτικης προελεύσεως, αναφέρει ότι ο Λάζαρος εθλίβετο πολύ που δεν έβλεπε τη Μητέρα του Κυρίου. Γι αυτό, ύστερα από σχετική συνεννόηση, έστειλε πλοίο στην Παλαιστίνη και την παρέλαβε μαζί με τον ευαγγελιστή Ιωάννη και άλλους μαθητές, για να τους φέρει στην Κύπρο. Πριν φθάσουν όμως εδώ μεγάλη τρικυμία και ενάντιος άνεμος τους παρέσυρε μέχρι το βόρειο Αιγαίο, στις ακτές του όρους Άθω (δηλαδή του Αγίου Όρους). Εκεί η Παναγία, μετέστρεψε στη χριστιανική πίστη τους ειδωλολάτρες κατοίκους και ζήτησε από τον Υιόν Της σκέπη και προστασία για όσους θα ασκούνται χριστιανικά στο όρος τούτο. Επειτα αναχώρησε και έφθασε, επί τέλους, στην Κύπρο, στο Κίτιο, όπου συνάντησε το Λάζαρο, στον οποίο έφερε δώρο επισκοπικό ωμοφόριο και επιμανίκια, τα οποία είχε κάμει με τα ίδιά της τα χέρια. Και αφού ευλόγησε την κατά Κίτιον Εκκλησία επέστρεψε στα Ιεροσόλυμα.
Απόσπασμα από λυρικό αφήγημα του Αντώνη Αντωνά.
«Την Κύπρο σώστε, Ω! Θεέ, Χριστέ μας,/ τζιαί συ Τζιυκκώτισσα Παναγιά μας/ Εσύ της Κύπρου η μάνα Παναγιά, που απ΄την Κύπρο,/ όταν πέρασε,ςτον Άη Λάζαρο να δείς,/ πάνου στου *Τζιύκκου τα βουνά μαζί,/ (Εκεί είναι και Άγιο Θρονί της Παναγιάς μας.)/ τ΄ ανεβήκατε για να βλογήσετε,/ πιστούς Χριστιανού Κυπραίους,/ τα πεύκα ούλλα λύγισαν τζιαί υποκλιθήκαν./ Έλα πίσω Παναγιά μας, συγχώρεση να δώσεις,/ για τις αμαρτίες μας τζιαί τούτην μόνον την φοράν,/ τους βάρβαρους θε να λυγίσεις τζιαί γονατίσεις,/ στα τιμημένα χώματα της Κύπρου, να θεοκαρβουνιάσουν,/Αυτοί οι βάρβαροι, που αμάχους κατάκαψαν,/ εκκλησιές λεηλατήσαν, ιερά και όσια καταπατήσαν…/………
Kαι Εσύ Χριστέ Πανάγαθε, που Λάζαρο αναστήσας, Εσύ που τα εγκόσμια βάσανα εβίωσες, Εσύ που ματόβρεκτος τον Γολγοθά ανέβηκες, Εσύ που του Σταυρού εβίωσες τα βάσανα και τον θάνατο, μ΄αγκάθινο στεφάνι, δες και της Κύπρου τα μαρτύρια, που είναι Εσταυρωμένη και δώσε απλόχερα, ανάπαυση…Και όπως Εσύ αναστήθηκες και τον θάνατο πατήσας και στην Κύπρο την πολύπαθη, κάνε το ευσπλαχνικό σου θαύμα και ευχή δώσε και σ΄ αυτή για ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΛΕΥΤΕΡΙΑ…..
Με ευλαβική επιμέλεια από Αντώνη Αντωνά.
ΚΑΛΗ ΑΝΑΠΑΥΣΗ ΝΑ ΕΧΕΙ Η ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕΛΑΦΡΥ ΤΟ ΧΩΜΑ ΠΟΥ ΘΑ ΤΟΝ ΣΚΕΠΑΣΕΙ. ΧΑΣΑΜΕ ΤΟΝ ΑΞΙΟ ΙΕΡΑΡΧΗ ΜΑΣ. Η ΚΥΠΡΟΣ ΟΛΗ ΘΡΗΝΕΙ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠ.Β.
Ευχόμαστε ο νέος διάδοχος του να είναι και αντάξιος του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑΙΩΝΙΑ ΤΟΥ ΜΝΗΜΗ.
Μ.Ρ.
Όλοι και όλες μας της ομάδας εργασίας και έρευνας του κ. Αντωνά εκφράζουμε τη απέραντη λύπη μας για τον χαμό του Αρχιεπισκόπου μας. Ήταν πιστός Ορθόδοξος, βοηθούσε τους πάντες και αγωνιζόταν υπέρ των δικαίων της πολύπαθης πατρίδας του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Θεός να τον αναπαύσει, διότι με πολύ πίστη, θάρρος και υπομονή άντεξε τα τελευταία χρόνια και παρ όλα αυτά τα δεινά τελούσε ανελλιπώς τα θρησκευτικά του καθήκοντα.
Μνήσθητι Κύριε ημών Ιησού Χριστέ δια πρεσβειών της Παναχράντου Σου Μητρός Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας των δούλων σου, των κοιμηθέντων, και συγχώρησον, ανάπαυσον και ανάστησον αυτούς , ψυχή τε και σώματι, εις ανάστασιν ζωής εν τη εσχάτη Σου ημέρα:
ΑπάντησηΔιαγραφήπάντων των :
¯ Εν παντί καιρώ και τόπω της Δεσποτείας σου κοιμηθέντων τέκνων Σου.
¯ Των ακηδεύτων και ατάφων ανθρώπων.
¯ Των εκτρωθέντων και αποβληθέντων παιδίων.
¯ Πάντων ων ουδείς εστίν ο μνημονεύων αυτούς.
¯ Πάντων των περιφρονημένων και λησμονημένων ψυχών.
¯ Πάντων των υπέρ της Ορθοδόξου πίστεως και της Πατρίδος τελειωθέντων.
¯ Πάντων των σήμερον και ως σήμερον απελθόντων εκ του βίου τούτου.
¯ Πάντων των σήμερον εορταζουσών ψυχών.
¯ Παντων των οικείων ,φίλων και συγγενών ημών.
¯ Πάντων των εν πολέμοις και Μ.Ασία μαρτυρικώς τελειωθέντων.
Μνήσθητι Κύριε του δούλου σου ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΗΣ.
Α.Α.
Εξαιρετικό τιμητικό αφιέρωμα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν θρηνεί μόνο η Κύπρος μας, αλλά ολόκληρος ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός. 'Ήταν ανεκτίμητος.
ΑΙΩΝΙΑ ΤΟΥ Η ΜΝΗΜΗ.
Με ευλάβεια
Ντίνα
ΑΞΙΟΣ ΚΑΙ ΑΘΑΝΑΤΟΣ. ΑΙΩΝΙΑ ΤΟΥ Η ΜΝΗΜΗ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΙΝΩΣ
Οδευει αυριο στην τελυταια του κατοικια. Χιλιαδες κοσμου ηδη προσκυνησαν το ιερο λειψανο του. Οι ευχες ολων μας για καλο παραδεισο τον συνδευουν
ΑπάντησηΔιαγραφήΠ.Ε.
Αντάξιο το αφιέρωμα της προσωπικότητας του αείμνηστου Ιεράρχη μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌταν Ιεράρχες άξιοι ηγούνται της Εκκλησίας της Κύπρου η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ και ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ δεν θα χαθούν ποτέ.
Ας ευχόμαστε να τον μιμηθεί και ο διάδοχος του, όποιος και αν είναι από τους καταξιωμένους Μητροπολίτες μας.
ΑΞΙΟΣ..
Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΤΟΝ ΑΝΑΠΑΥΕΙ.
Κώστας Μ.
"Το γλυκό χαμόγελο με το οποίο μας καλημέριζε τον τελευταίο καιρό όταν ήταν στο διαμέρισμα του και προηγουμένως στο γραφείο του, σκιαγραφούσε την πατρική αγάπη του μακαριστού Αρχιεπισκόπου. Και γι' αυτό όλοι οι συνάδελφοι και συνεργάτες, κληρικοί και λαϊκοί, δεν τον έβλεπαν ποτέ ως προϊστάμενο, αλλά ως μέλος της οικογένειας. Και για εμάς ήταν και θα είναι ένα κομμάτι της ζωής μας ως η οικογένεια μας και ο πνευματικός μας πατέρας."
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ.Μ. Συνεργάτης αείμνηστου Αρχιεπισκόπου.
ΑΙΩΝΙΑ ΤΟΥ Η ΜΝΗΜΗ
ΑπάντησηΔιαγραφήΑποσπάσματα.
"Δεν θέλω να αδικήσω κανένα συνάνθρωπο μας ο οποίος μας λέει ότι έχει ανάγκες. Εννοούσε ότι κάποτε υπάρχουν και επιτήδειοι που δεν τους αγνοούσε και πάντοτε έδινε απλόχερα την βοήθεια του."
"Δεν τον ένοιαζε εάν ήταν Υπουργός, απλός άνθρωπος στην κοινωνία. Όταν του ζητούσαν να κάνουν συνάντηση μαζί του, δεν υπήρχε πρωτόκολλο και έλεγε σε όλους ναι."
"Ο Μακαριώτατος στήριζε πάντα την άποψη του και γι αυτό πολλές φορές μπορεί τα λόγια του να τα παρερμήνευαν αρκετοί. Δεν ήταν έτσι όμως τα πράγματα."
"Υπήρχε μια δοξολογία συνεχώς στο στόμα του. Δοξολογούσε συνέχεια τον Θεό κα ήταν πολύ ειρηνικός στο πρόσωπο. Όταν ήδη ήτσν στο τελαυταίο στάδιο της ζωής του συνεγάτες τον ρωτούσαν Μακαριώτατε πως είστε; Και απαντούσε : Δόξα τω Θεό."
"Δεν μετάνιωσε για καμία δήλωση γιατί ποτέ δεν είχε πρόθεση για το κακό. Ακόμη και σε δηλώσεις που βλέπαμε καταιγισμό σχολίων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τον ενημερώναμε, έλεγε ότι δεν τον ενδιαφέρει και ότι αυτή ήταν η άποψη του και δεν έχει κάνει σε κανένα κακό."
"Και δόξα τω Θεό, κατά τις ημέρες του και όπως έλεγε και ο ίδιος, η Εκκλησία δεν έπεσε ποτέ κάτω στο πεζοδρόμιο."
Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΤΟΝ ΑΝΑΠΑΥΕΙ
Κ.Κ.
Χτύπα, καμπάνα, δυνατά μέσ’ στ’ ουρανού τα πλάτη
ΑπάντησηΔιαγραφήήχε, πέτα στα σύννεφα, στο φως που τρεμοσβήνει,
Πεθαίνει ο χρόνος, χάνεται μεσ’ στης νυχτιάς τα σκότη
χτύπα, καμπάνα τώρα που τη στερνή πνοή αφήνει.
Χτύπα γι’ αυτόν που τέλειωσε μα και γι’ αυτόν που θα ’ρθει
Χτύπα, καμπάνα, με χαρά, κι ο ήχος σου στο χιόνι
Διώχνει το χρόνο τον παλιό, που χάνεται στα βάθη,
χαρμόσυνα καμπάνισε στον νέο που σιμώνει.
Χτύπα να διώξεις τον καημό που το μυαλό σκοτίζει,
για όσους δεν είναι πια εδώ, κι όσους έχουμε χάσει
χτύπα και γκρέμισε με μιας φτωχών και πλούσιων έχθρες
χτύπα κι ας ξαναγεννηθεί η ανθρωπιά στην πλάση.
Χτύπα να διώξεις το κακό, το φθόνο και τη ζήλεια
και την ψυχρότητα αυτών που πίστη πια δεν έχουν.
Διώξε με το τραγούδι σου τους πένθιμούς μου στίχους
και στη χαρά προσκάλεσε να ’ρθουν να τραγουδήσουν.
Χτύπα και διώξε από παντού τα ίχνη κάθε αρρώστιας
χτύπα και σκόρπισε μακριά τον πόθο για τα πλούτη
χτύπα κι οι πόλεμοι με μιας ας σβήσουν απ’ το χάρτη
χτύπα η ειρήνη ν’ απλωθεί στην οικουμένη ετούτη.
Χτύπησε και προσκάλεσε τον νέο άνδρα τον γενναίο,
το μεγαλόψυχο να ’ρθει σιμά και να γιορτάσει
Χτύπα και με τον ήχο σου φώτισε τα σκοτάδια
την του Χριστού Ανάσταση λαμπρή θα καταφθάσει.
Τίποτα δεν είναι πιο επίπονο από την αποχώρηση ενός αγαπημένου μας ανθρώπου. Τα βαθύτατα συλλυπητήρια μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠα. Λ.
Είμαι βαθιά πληγωμένη και οι λέξεις δεν φτάνουν για να εκφράσω τον πόνο που νιώθω τώρα για την απώλεια του άξιου Ιεράρχη Κύπρου Χρυσόστομου του Β΄. Τα βαθύτατα συλλυπητήρια μου και στην Κύπρο μας και στους οικείους του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαρίνα Κ.
Ξέρω ότι είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι ο Αρχιεπίσκοπος μας δεν είναι πλέον μαζί μας. Ωστόσο, θα είναι πάντα στην καρδιά μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΛεόντιος
Εκ μέρους όλης της οικογένειας μας με ρίζες από την κατεχόμενη Αγία Μεσαορία, γη Αγίων και Ηρώων εκφράζω την υπέρτατη μου λύπη για τον χαμό του άξιου Ιεράρχη μας, Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου του Β΄, ο οποίος πάντα ήταν αρωγός μας σε δύσκολες στιγμές, όταν θρηνούσαμε στενούς συγγενείς και φίλους, όπως και σε όλους, που είχαν ανάγκη συμπαράστασης. Η απώλεια του αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό στην Ελληνική Κύπρο, αλλά ευχόμαστε όποιος διάδοχος εκλεγεί, από τους αξιόλογους Μητροπολίτες μας, να συνεχίσει το πατριωτικό και θρησκευτικό του μεγάλο έργο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣημειώνω ότι η ταπεινότητα του φαίνεται και από την επιλογή τους να ταφεί σε ένα απλό τάφο σε μια κατακόμβη. Ούτε πολυτελή μνημεία σε περίοπτη θέση ζήτησε, ούτε κολοσσιαία αγάλματα για να τοποθετηθούν σε όλη την Ελληνική Κύπρο. Και από εκεί, που θα βρίσκεται η ακτινοβολία του θα φωτίζει παντού και τους πάντες ...
ΔΟΞΑ ΚΑΙ ΤΙΜΗ. ΑΙΩΝΙΑ ΤΟΥ Η ΜΝΗΜΗ.
Αντώνης Αντωνάς - Συγγραφέας.
Το koukfamily με τις τιμητικές αναρτήσεις του για τον Αρχιεπίσκοπο μας, τον τίμησε. Ευχαριστούμε,
Αυτη την στιγμη τελειωσε η νεκρωσιμος ακολουθια. Χιλιαδες πιστων Χριστιανων τον συνοδευουν στο τελευταιο του ταξιδι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλο Παραδεισο
Μ
Χιλιάδες πιστων και απίστων δυστυχώς.....
ΔιαγραφήΤέλος, εκτός των δεκάδων συλλυπητηρίων, που δεχθήκαμε και από τους προσωπικούς μας αποδέκτες, προσθέτουμε μερικά αποσπάσματα του επικήδειου λόγου του Προέδρου Αναστασιάδη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε αισθήματα βαθυτάτης θλίψης καλούμαι σήμερον να απευθύνω εκ μέρους του Κυπριακού Ελληνισμού το ύστατο χαίρε στον σεπτό Ιεράρχη και Προκαθήμενο της Εκκλησίας της Κύπρου.
Είναι πρόδηλως της εκτιμήσεως για το υψηλό έργο, την ανεκτίμητον προσφοράν και δράσιν του υπέρ της Ορθοδοξίας, της Εκκλησίας της Κύπρου, της πατρίδος και της κοινωνίας ευρύτερα.
Ανατραφείς παιδιόθεν εις τους κόλπους της Εκκλησίας αρχομένης της ιερατικής του πορείας από την ιστορική Μονή του Αγίου Νεοφύτου, ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος, διακρίθη για την βαθιάν πίστην και την ιδιαίτερα έγνοιαν την οποίαν επέδειξεν προς διαφύλαξην της ιεράς παρακαταθήκης της αποστολικής και πατερικής ορθοδόξου πίστεως.
Επιδεικνύοντας, ως λειτουργός της, ιδιαίτερον ζήλον, συνέδεσεν τη δράσην του με σημαίνουσες αποφάσεις και πρωτοβουλίες, που καθόρισαν την πορείαν και την αποτελεσματικήν επιτέλεση της αποστολής της Αυτοκέφαλου Εκκλησίας της Κύπρου.
Και τούτο διότι εις την προικισμένην φυσιογνωμίαν του, απηντήθησαν η συνύπαρξης της θεολογικής καταρτίσεως, της αυθεντικής εσωτερικής πνευματικότητας, του ήθους, της ευθυκρισίας, της σωφροσύνης και της φιλοπατρίας.
Εις το πρόσωπό του η Κύπρος ευτύχησε να εύρει έναν ακαταπόνητον Ιεράρχη, η πολυσχιδής δράσης του οποίου τον ανέδειξεν ως μίαν εκ των πλέον διακεκριμένων εκκλησιαστικών μορφών, αλλά και ως μία καταξιωμένη
Το εξίσου σημαντικό είναι ότι κατά τη διάρκεια της ποιμαντορικής του δράσης, η οποία συνέπεσε με κρίσιμα δια την Ορθοδοξία γεγονότα, επέτυχε μέσα από την σθεναράν του στάση, να διαφυλάξει ακέραιο το ανεξάρτητο του Αυτοκέφαλου της Εκκλησίας της Κύπρου, μακράν πάσης εξωτερικής επιρροής ή εξαρτήσεως.
Τούτο επέτρεψε εις την Εκκλησίαν της Κύπρου να έχει πρωτεύοντα ρόλον εις τα θεολογικά και πνευματικά δρώμενα σε πανορθόδοξο επίπεδο, αλλά και εις την προώθηση της συνεργασίας θρησκειών και πολιτισμών επ’ αγαθό της χειμαζομένης από προβλήματα ανθρωπότητος.
Εντός των αυτών πλαισίων ήτο και η ίδρυση, κατόπιν ιδικής του πρωτοβουλίας και εν συνεχεία ομοφώνου αποφάσεως της Ιεράς Συνόδου, της Θεολογικής Σχολής της Εκκλησίας της Κύπρου.
Μία υψίστης σημασίας Σχολή, η οποία από την δημιουργίαν της απετέλεσε το κέντρο της θεολογικής παιδείας δια την πατρίδα μας.
Προς τον αυτόν σκοπό και η αποφασιστική συνεισφορά του στην ανέγερση δεκάδων ναών, μεταξύ των οποίων αποτελεί και ο εμβληματικός Καθεδρικός ναός που σήμερον τελείται η εξόδιος ακολουθία του ιδίου.
Προς τον αυτόν σκοπό και η αποφασιστική συνεισφορά του στην ανέγερση δεκάδων ναών, μεταξύ των οποίων αποτελεί και ο εμβληματικός Καθεδρικός ναός που σήμερον τελείται η εξόδιος ακολουθία του ιδίου.
Και ουδόλως βεβαίως θα πρέπει να αγνοείται η επιτευχθείσα με το Κράτος συμφωνία για αξιοπρεπή διαβίωση του ιερού κλήρου.
Άξια όμως αναφοράς αποτελεί και η επιμέλεια που επέδειξε εις την διαφύλαξη και διάσωση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Καρπός αυτής της πίστεως και του ιδικού του ενδιαφέροντος υπήρξε ο εντοπισμός και επαναπατρισμός σημαντικού μέρους κλαπέντων θρησκευτικών και άλλων θησαυρών της κατεχόμενης πατρίδος μας.
Δεν θεωρώ ότι θα ήτο η ιδική του επιθυμία να αναφέρω λεπτομέρειες της αρωγής που παρείχε σε πάσχοντες συνανθρώπους μας, όμως δεν μπορώ να παραλείψω την ευαισθησία που επεδείκνυε για τους νέους.
Η υπόμνηση και μόνο της ανέγερσης εστιών προς επίλυση των προβλημάτων στέγασης των φοιτητών, είναι ενδεικτική του κοινωφελούς κληροδοτήματος που καταλείπει ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος.
Η προσήλωση στις παρακαταθήκες, ως επίσης η συνέχεια του βηματισμού που ακολούθησε συνειδητά ο ακαταπόνητος Πρωθιεράρχης, αποτελεί τον γνώμονα και τον καλύτερο οδηγό εις την εκπλήρωση του ιδικού μας χρέους προς τη δοκιμαζόμενη μας πατρίδα.
Δια τούτο και βαθυτάτη θλίψη προκάλεσε η αποδημία σου μακαριστέ Αρχιεπίσκοπε Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου. Είθε ο Πανάγαθος Θεός να κατατάξει την ψυχή σου εν σκηναίς δικαίων.
Αιωνία θα παραμείνει η μνήμη σου.
Ομάδα Εργασίας και Έρευνας.
PAPATHANASOPOULOS GEORGIOS
ΑπάντησηΔιαγραφήΚείμενο συγκινητικό και συναισθηματικά φορτισμένο. Σε ευχαριστώ, που χρησιμοποίησες απόσπασμα (όπως και με ενημέρωσες) την προς εμέ δήλωση του Μακαριστού για το Κυπριακό και για τον Κυπριακό Ελληνισμό.
Να είσαι καλά.
ΓΝΠ
Εκ μέρους της Ιεράς Συνόδου της Κύπρου, ο Τοποτηρητής του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου, Μητροπολίτης Πάφου Γεώργιος, ο οποίος περιέγραψε την προσφορά, το έργο και την πολύπλευρη δράση του Μακαριστού. «Όσο κι αν η ασθένεια ήθελε να μας προδιάθεση για το τέλος, το σθένος του Μακαριστού δεν μας επέτρεπε να προετοιμαστούμε κάτι τέτοιο. Ο θάνατος είναι σημείο οριακό για κάθε ζωντανή ύπαρξη. Χωρίς το άπλετο φως της Αναστάσεως θα καταλήγαμε στο ερώτημα του Πινδάρου, τι είναι κάποιος, τι δεν είναι, όνειρο μιας σκιάς ο άνθρωπος. Ανέλαβα εκ μέρους της Ιεράς Συνόδου να πω τον λόγο προς τιμήν του. Έχω την πεποίθηση ότι τα έργα του στα 16 έτη είναι ανώτερα κάθε λόγου και κάθε εγκωμίου. Ακολουθώντας όμως την παράδοση θα περιγράψω την προσφορά του στην Εκκλησία, την κοινωνία και την πατρίδα. Ο Χρυσόστομος Β ήταν από τους ανθρώπους που μετρούν τη ζωή τους με τον πήχη της ευθύνης και τη ζωή με αστρικά ετη. Το πέρασμα του από τον κόσμο ήταν πέρασμα διαβάτη που τα χνάρια του καταγράφηκαν βαθιά. Ήταν εστία φωτεινή. Κατόρθωνε να συλλαμβάνει τα μηνύματα των καιρών. Σε όποιο χώρο βρέθηκε και όποιο αξίωμα κατείχε δεν παρέμεινε απλώς θεατής. Απ’ όπου πέρασε άφησε τα ίχνη της διάβασης του. Ως Προκαθήμενος άφησε σαφή τη σφραγίδα του χαρακτήρα του. Θα περάσουν αιώνες για να ξεφύγει η Εκκλησία της Κύπρου από τη σκιά του». «Η ιστορία θα καταγράψει τον Χρυσόστομο ως τον μεγαλύτερο Μεταρρυθμιστή. Κανένας άλλος όση μόρφωση κι αν είχε δεν άφησε πίσω του τέτοιο έργο. Ο Θεός τον είχε προκύψει με γρήγορη αντίληψη, καθαρή σκέψη και εκπληκτική αυτοκυριαρχία», πρόσθεσε μεταξύ άλλων.
ΑπάντησηΔιαγραφήTα έργα τα οποία επιτέλεσε ο μ. Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος Β και οι τομές τις οποίες επέφερε στη διοίκηση της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας, στα 16 έτη της Αρχιεπισκοπείας του, είναι πολύ ανώτερα κάθε λόγου και κάθε εγκωμίου, τόνισε ο Μητροπολίτης Πάφου Γεώργιος στον επικήδειο λόγο του για τον Αρχιεπίσκοπο κατά την εξόδιο ακολουθία στον Καθεδρικό Ναό Αποστόλου Βαρνάβα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Μητροπολίτης Πάφου είπε, περιγράφοντας την προσφορά του εκδημήσαντα, ότι «ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος ο Β ήταν από τους ανθρώπους που μετρούν την Ιστορία με αστρικά έτη και τη ζωή τους με τον πήχη της ευθύνης. Η εξέταση των έργων του μαρτυρεί την πολύπλευρη και πολύμοχθη δράση του».
Ιδιαίτερα ως Προκαθήμενος, είπε, άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του χαρακτήρα του. «Θα περάσουν αιώνες για να ξεφύγει, αν μπορέσει να ξεφύγει, η Εκκλησία της Κύπρου από τη σκιά του», τόνισε.
Ο μ. Αρχιεπίσκοπος, σημείωσε ο Πάφου Γεώργιος, «κοπίασε με ανιδιοτέλεια κι αναλώθηκε με ζήλο, πορευόμενος πολλές φορές στο μεθόριο της αμφισβήτησης, και της αποδοκιμασίας και πραγματοποίησε έργο που κανένας από τους προκατόχους του δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει».
Πρώτο και μέγιστο έργο του, είπε, είναι η αποκατάσταση της Ιεράς Συνόδου, ως Συνόδου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας.
«Δεύτερο χρονολογικά, αλλά εξίσου σημαντικό έργο της Αρχιεπισκοπείας τού προκειμένου νεκρού είναι η ίδρυση του Φορέα μισθοδοσίας, ενοριακού κλήρου», πρόσθεσε.
Η Θεολογική Σχολή, είναι το τρίτο του μεγάλο έργο.
«Η ανέγερση της Φοιτητικής Εστίας στη Λεμεσό, με πέραν των 300 δωματίων – διαμερισμάτων, πλήρως εξοπλισμένων για τους άπορους φοιτητές, που γίνονταν αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους ιδιοκτήτες διαμερισμάτων και οικιών, ήταν το επόμενο μεγάλο του έργο. Πολλά τα εκατομμύρια που διατέθηκαν, αλλά το έργο θα διαλαλεί την παντοτινή μέριμνα της Εκκλησίας για το ποίμνιό της», συνέχισε.
Ο Μητροπολίτης Πάφου χαρακτήρισε ως επισφράγιση του όλου έργου του, τον μεγαλοπρεπή Καθεδρικό ναό Απ. Βαρνάβα, ιδρυτή και προστάτη της Εκκλησίας της Κύπρου.
«Πράγματι θα περάσουν πολλοί αιώνες για να ξεφύγει η Εκκλησία της Κύπρου από την σκιά του. Μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο τον Γ΄, που θα παραμείνει για πάντα ως ο ακάματος διεκδικητής των εθνικών δικαίων του Κυπριακού λαού, η Ιστορία θα καταγράψει και τον Χρυσόστομο τον Β΄ ως τον μεγαλύτερο εκκλησιαστικό μεταρρυθμιστή και τον ακάματο εργάτη για κατοχύρωση των κοινωνικών δικαίων και διεκδικήσεων του λαού του. Κανένας άλλος, όση μόρφωση κι αν είχε, κι όσους ακαδημαϊκούς τίτλους κι αν διέθετε, δεν άφησε πίσω του τέτοιο έργο!», σημείωσε ο Μητροπολίτης Πάφου.
ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΟΜΙΛΙΑ
Μητροπολίτης Πάφου: Ανώτερα κάθε εγκωμίου τα έργα του μ ...https://dialogos.com.cy › mitropolitis.
Βιόλα.