Άρθρο από τη Μαρία Λαζάρεβα, Πρόεδρο της Ένωσης ελληνικών κοινοτήτων Αρμενίας
Γιατί οι Έλληνες αγαπούν την Αρμενία; Γιατί η χώρα αυτή τους θυμίζει την αιώνια φιλία που έχουν αυτοί οι δύο λαοί από τότε που ο παγκόσμιος χάρτης είχε διαφορετική όψη.
Και γιατί οι Αρμένιοι αγαπάνε εμάς τους Έλληνες; Γιατί μάλλον δεν υπάρχει άλλος λαός με τον οποίο έχουμε τόσα κοινά στην ιστορία, τον πολιτισμό ακόμα και την νοοτροπία.
Καταλαβαίνει κανείς τον πόνο των Αρμενίων καλύτερα από τους Έλληνες;
Ας θυμηθούμε τον Θούριο του Ρήγα Φεραίου που έλεγε:
Βούλγαροι κι Αρβανίτες, Αρμένιοι και Ρωμιοί
Αράπηδες και άσπροι, με μια κοινήν ορμή,
Για την ελευθερία, να ζώσουμε σπαθί…
Γιατί ήταν απαραίτητη αυτή η εισαγωγή; Γιατί στην Αρμενία και στο Αρτσάχ δεν υπάρχει ούτε μια σπιθαμή γης που η λέξη «Έλληνας» μπορεί να είναι άγνωστη, ούτε τώρα ούτε χιλιάδες χρόνια πριν.
Η παρουσία των Ελλήνων και του ελληνισμού στην Αρμενία έχει ιστορία χιλιάδων χρόνων. Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν αρκετές λιθογραφίες γραμμένες στα αρχαία ελληνικά που ακόμα μια φορά αποδεικνύουν ότι οι Έλληνες δεν ήταν απλώς ταξιδιώτες σε αυτή την περιοχή και η ελληνική δεν ήταν μια ξένη γλώσσα στην Αρμενία. Η ευρεία χρήση της ελληνικής στην Αρμενία, στην αρμενική λογοτεχνία και την ιστοριογραφία αποτυπώνεται σε εκατοντάδες χειρόγραφα που βρίσκονται στο μουσείο Ματενανταράν, στο Ερεβάν.
Όμως η πιο μεγάλη εισροή των Ελλήνων έγινε από τον Πόντο περίπου 300 χρόνια πριν. Η έλευση των Ποντίων στην Αρμενία συνδέεται με την εξόρυξη και την κατεργασία χαλκού. Έτσι, το 1752 μετακινήθηκαν Έλληνες από την Αργυρούπολη, την Τραπεζούντα, το Καρς και κατοίκησαν στους εξής οικισμούς: Αλαβερντί, Αχταλά, Μαντάν, Σαμλούχ, Μπεντίκ, Γιαχντάν, Κοχές, Αλεξαντροπόλ (Γκιουμρί), Μπαγιαντούρ, Καβάρτ, Μισχανά (Ανκαβάν), Μεχμανά.
Όλα αυτά τα χρόνια ο ελληνικός πληθυσμός της Αρμενίας μοιραζόταν τα εύκολα και τα δύσκολα με τους Αρμένιους και ποτέ οι Έλληνες δεν θεωρήθηκαν δεύτερης κατηγορίας.
Ο Αρμένιος ιστορικός Λέω αναφέρει: «Ο Έλληνας έρχεται από μακριά, φέρνει μαζί του λίγα λεφτά, κάθεται και κάνει τη δουλειά του. Και ό,τι κάνει, κάνει καλά, άριστα. Το έργο αυτό θεωρείται του Έλληνα και κανενός άλλου. Αν δεν πλησιάζει ο Έλληνας στα ορυχεία, δεν θα το κάνει κανείς».
Όμως οι Έλληνες της Αρμενίας δεν περιορίστηκαν μόνο σε εργασίες στα ορυχεία. Κατοικώντας εδώ για πολλά χρόνια, έκαναν οικογένειες, έχτισαν οικισμούς, σχολεία, εκκλησίες.
Μία από τις εκκλησίες είναι ο Άγιος Χαράλαμπος στο χωριό Καβάρτ, Σιουνίκ. Αυτός ο ελληνικός οικισμός χτίστηκε στα μέσα του 19ου αιώνα. Το 1853, ο Έλληνας βιομήχανος Χαρλάμπι Κοντούροβ έχτισε το πρώτο εργοστάσιο χαλκού, αυξάνοντας σταδιακά την ισχύ του. Περισσότεροι από εκατό Έλληνες εργαζόμενοι ήρθαν από την Τραπεζούντα, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν εδώ και έχτισαν τα σπίτια τους. Οι Έλληνες κατασκεύασαν επίσης υδροηλεκτρικό εργοστάσιο και ξεκίνησαν νέες επιχειρήσεις, όπως αρτοποιείο και διάφορα εμπορικά καταστήματα. Εκείνοι ήταν που τίμησαν τον τίτλο του ευεργέτη καθώς διένειμαν μέρος του πλούτου τους στην κοινότητα.
Το 1865 οι Κοντούροβ έχτισαν την ελληνική εκκλησία Αγ. Χαράλαμπος, την οποία οι ντόπιοι αποκαλούσαν «Εκκλησία των Μπερτζέν», δηλαδή εκκλησία των Ελλήνων. Τα ερείπια της εκκλησίας υπάρχουν μέχρι σήμερα.
Το θολωτό κτίριο είναι χτισμένο από σκούρο καφέ πωρόλιθο και βασάλτη, δύο φυσικά πετρώματα αρμονικά συνδυασμένα. Η χρήση του ασβεστόλιθου για τα κουφώματα των παραθύρων και για άλλα τμήματα του κτιρίου ποικίλει μεταξύ άσπρων και κίτρινων αποχρώσεων που έχουν προσδώσει ένα μοναδικό χρώμα στην εκκλησία. Στην δυτική πρόσοψη της εκκλησίας βρίσκεται το καμπαναριό.
Χτίστηκαν, επίσης, εκκλησίες στο Γκιουμρί, το Μαντάν, το Γιαχντάν, το Ανκαβάν. Το Ανκαβάν κάποτε θεωρούνταν ελληνικό χωριό. Μέχρι το 1989, περίπου 250 Έλληνες ζούσαν στο χωριό Ανκαβάν. Μαρτυρία του ελληνικού ίχνους στο Ανκαβάν αποτελεί η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, το σχέδιο της οποίας είναι βασιλική χωρίς τρούλο. Η εκκλησία έγινε ένα από τα αγαπημένα μέρη της ελληνικής κοινότητας της Αρμενίας και συμβολίζει την αιώνια παρουσία των Ελλήνων στην Αρμενία.
Σήμερα οι περισσότεροι Έλληνες της Αρμενίας κατοικούν στο Λορί, ιδιαίτερα στο Αλαβερντί και στους κοντινούς οικισμούς Αχταλά, Σαμλούχ, Μαντάν. Μικρή πατρίδα, έτσι έλεγαν το Μαντάν που έχτισαν οι Έλληνες του Πόντου το 1752.
Το ελληνικό χωριό Μεχμανά στο Αρτσάχ ιδρύθηκε τον μεσαίωνα, όμως ζωντάνεψε το 18ο αιώνα, όταν εγκαταστάθηκαν εδώ Έλληνες Πόντιοι. Το 18ο αιώνα, οι αγρότες ανακαλύπτουν μεγάλη ποσότητα μετάλλων κοντά στο χωριό Μεχμανά στο Αρτσάχ. Στα ορυχεία εργάζονταν κυρίως Έλληνες εργάτες, οι οποίοι αργότερα μετέφεραν τις οικογένειές τους από τον Πόντο.
Ακριβώς εδώ, στο χωριό Μεχμανά ιδρύεται η ελληνική κοινότητα του Αρτσάχ η οποία σύνδεσε την τύχη της με την τύχη των Αρμενίων του Αρτσάχ για πάντα…
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, δηλαδή μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, πολλοί Έλληνες έγιναν μετανάστες. Έφυγαν από την Αρμενία και πήγαν στην Ελλάδα, τη Ρωσία και σε άλλες χώρες.
Μέχρι την ανεξαρτησία της Αρμενίας οι Έλληνες δεν ήταν οργανωμένοι σε κοινότητες. Η ιδέα για οργάνωση και ένωση των Ελλήνων σε κοινότητες και σε ομοσπονδία δημιουργήθηκε το 1994. Το 2019 η Ομοσπονδία ελληνικών κοινωνικών οργανώσεων μετονομάστηκε σε «Ένωση Ελληνικών Κοινοτήτων Αρμενίας» και είναι μη κυβερνητική οργάνωση.
Σήμερα η ελληνική κοινότητα της Αρμενίας αποτελείται από 900 άτομα από μικτές οικογένειες. Αν και μικρή η ελληνική κοινότητα στην Αρμενία, οι Έλληνες έχουν ενταχθεί πλήρως στην τοπική κοινωνία και εδώ και πολλά χρόνια ξεχωρίζουν σε διάφορους τομείς και συμμετέχουν στην πολιτική, πολιτιστική, κοινωνική και επιστημονική ζωή της χώρας.
Η Ένωση ελληνικών κοινοτήτων Αρμενίας έχει στενούς δεσμούς με την Ελληνική Πρεσβεία στην Αρμενία και γενικά με την ελληνική κυβέρνηση. Χάρη σε αυτήν την συνεργασία, πραγματοποιούνται δωρεάν μαθήματα ελληνικών, οι εκπαιδευτικοί ελληνικής γλώσσας έχουν την ευκαιρία συμμετοχής σε επιμορφωτικά σεμινάρια στην Ελλάδα, τα παιδιά μας επισκέπτονται τις κατασκηνώσεις ομογενών παιδιών και η νεολαία μας συμμετέχει σε διάφορα φόρουμ στην Ελλάδα.
Όμως αξίζει να σημειώσουμε επίσης τη συνεργασία μας με το αρμενικό κράτος. Οι Έλληνες της Αρμενίας αποτελούμε μια από τις εθνικές μειονότητες της χώρας και η αρμενική κυβέρνηση υποστηρίζει οικονομικά την διοργάνωση εκδηλώσεων που συμβάλλουν στη διατήρηση της εθνικής μας ταυτότητας. Επίσης, επιχορηγεί την οργάνωση κατασκήνωσης για τα παιδιά ελληνικής καταγωγής, γεγονός που αποτελεί μοναδική ευκαιρία για τα ελληνόπουλα της Αρμενίας να θυμηθούν τις ρίζες τους και να γνωρίσουν καλύτερα τις παραδόσεις τους.
Τους Έλληνες και τους Αρμένιους δεν ενώνουν μόνο η αρχαιότητα και το ένδοξο παρελθόν, αλλά και ο πόνος για τη χαμένη πατρίδα και για τους προγόνους τους που έπεσαν θύματα της γενοκτονίας. Για αυτό κάθε χρόνο, την 24η Απριλίου οι Έλληνες στέκονται δίπλα στους Αρμένιους και την 19η Μαΐου οι Αρμένιοι στέκονται στο πλευρό των Ελλήνων τιμώντας την μνήμη των προγόνων τους.
Οι σχέσεις Αρμενίων και Ελλήνων, ήταν πάντα ισχυρές τόσο συναισθηματικά όσο και ιστορικά λόγω των θρησκευτικών και πολιτιστικών ριζών και της μακράς συνύπαρξης κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαθώς και οι δύο είναι αρχαίοι λαοί, οι Έλληνες και οι Αρμένιοι συνυπήρξαν για αιώνες. Υφίστανται σημειώσεις αρχαίων Ελλήνων ιστορικών οι οποίοι προτείνουν ερμηνείες για τις καταβολές των Αρμενίων. Η παλαιότερη αναφορά στην Αρμενία έγινε από τον Εκαταίο τον Μιλήσιο το 525 π.Χ.[1]
Σύμφωνα με μια υπόθεση που προτάθηκε από γλωσσολόγους κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, η Ελληνική και η Αρμενική γλώσσα μοιράζονται έναν κοινό πρόγονο. Αυτό οδήγησε στην πρόταση μιας ελληνο-αρμενικής γλώσσας, μετά τη χρονολόγηση της Πρωτο-Ινδο-ευρωπαϊκής γλώσσας. Ο Ηρόδοτος υποστηρίζει ότι οι Αρμένιοι είναι απόγονοι των Φρύγων. Ο Πλάτων εξάλλου είχε νωρίς παρατηρήσει τις ομοιότητες μεταξύ της ελληνικής και της φρυγικής γλώσσας. Επίσης, ο Στράβων έχει γράψει ότι η προγονική πατρίδα των Αρμενίων, πριν από τη μετανάστευση τους στη Μικρά Ασία, ήταν μια κοιλάδα στην Θεσσαλία. Το Αρμενικό αλφάβητο, το οποία δημιουργήθηκε το 405, έχει μια ορισμένη Ελληνική επιρροή.
Μετά την καταστροφή της Ελληνιστικής Αυτοκρατορίας των Σελευκιδών, διαδόχου της βραχύβιας αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλέξανδρου, προέκυψε ένα ελληνιστικό αρμενικό κράτος που ιδρύθηκε το 190 π.Χ.
Π.Β.