Από τον Οκτώβριο του 1912 έως τον Μάιο του 1913, οπότε και υπογράφηκε η Συνθήκη του Λονδίνου, διήρκεσε ο Α’ Βαλκανικός Πόλεμος. Οι Οθωμανοί έχασαν τα περισσότερα εδάφη τους, τα σύνορα άλλαξαν και η Ελλάδα «μεγάλωσε».
Η οθωμανική αυτοκρατορία ήταν “μεγάλος ασθενής” και οι βαλκανικοί λαοί που ασφυκτιούσαν κάτω από την κυριαρχία του σουλτάνου, αναζητούσαν την αυτοδιάθεσή τους. Τα Βαλκάνια ήταν μια μπαρουταποθήκη που εξερράγη το 1912.
|
Βουλγαρικός Στρατός
|
Πριν από την κήρυξη του πολέμου η Ελλάδα, είχε τον μικρότερο στρατό. Ο ισχυρότερος ήταν ο Βουλγαρικός με 300 χιλιάδες πεζικάριους, 5.000 ιππείς και 720 πυροβόλα. Οι Σέρβοι διέθεταν 220.000 πεζικό, 3.000 ιππείς και 500 πυροβόλα. Το Μαυροβούνιο είχε 35.000 πεζικό και 140 πυροβόλα.
Στην Θεσσαλία οι Έλληνες παρέταξαν απέναντι στους Τούρκους συνολικά 100.000 άνδρες, πεζικάριους και ιππείς, ενώ διέθεταν 31 πυροβολαρχίες. Σίγουρα υστερούσαν έναντι των Τούρκων, οι οποίοι απέναντι στην Βαλκανική συμμαχία αντέταξαν συνολικά στρατό περίπου 350.000 ανδρών, 6.000 ιππείς, 850 πεδινά πυροβόλα και 750 πυροβόλα φρουρίων.
|
Τουρκικό ιππικό
|
Η φαινομενική αδυναμία των Ελλήνων θα γινόταν πλεονέκτημα στη συνέχεια με την κατάταξη χιλιάδων εθελοντών απ΄όλα τα μέρη της υφηλίου, όπου υπήρχε ελληνισμός.
Η Ελλάδα διέθετε μικρό στρατό αλλά ήταν αρκετά καλά οργανωμένος και εξοπλισμένος με τουφέκια Μάνλιχερ, πολυβόλα Σβαρτς Λόζε και πυροβόλα Σνάιντερ. Διέθετε επίσης αξιόμαχο στόλο που της έδινε μεγάλη δύναμη πυρός στο Αιγαίο με το καταδρομικό «Αβερωφ» και τα πλοία «Ύδρα», «Σπέτσες» και «Ψαρά».
Αυτός ο ισχυρός στόλος ήταν και ο βασικός λόγος που η Βουλγαρία δέχτηκε την Ελλάδα στη συμμαχία κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δεν πίστευε ότι θα υπάρξουν σημαντικές ελληνικές νίκες στην ηπειρωτική χώρα και ότι με τα καράβια της θα έκλεινε τα Δαρδανέλλια για τους Τούρκους.
Ελλάδα, Σερβία, Βουλγαρία και Μαυροβούνιο τα βρήκαν σε μια πολύ ιδιαίτερη χρονική συγκυρία και αποφάσισαν να διώξουν τους Οθωμανούς από τα εδάφη τους. Κάθε κράτος είχε τις δικές του βλέψεις, ωστόσο ο κοινός σκοπός έδειξε ότι έστω και πρόσκαιρα τα μεταξύ τους πάθη περνούσαν σε δεύτερη μοίρα.
Ο λαός ήταν έτοιμος αφού το επαναστατικό κύμα των Νεότουρκων, ήδη από το 1908, με τις αγριότητες εκτουρκισμού των χριστιανικών πληθυσμών είχε προκαλέσει δυσφορία και αγανάκτηση.
Ακόμη οι Αλβανοί υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εξεγέρθηκαν κατά των Νεότουρκων με σκοπό να αποκτήσουν ανεξάρτητο κράτος, κι ας ήταν παραδοσιακά δεδομένη η αφοσίωσή τους στο Σουλτάνο.
|
Αλβανοί |
Οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης βλέποντας το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της Γερμανικής Αυτοκρατορίας προς την Οθωμανική άρχισαν να καλοβλέπουν την κίνηση των Βαλκανικών λαών. Άλλωστε όλα ήταν ρευστά και θέμα επιρροής.
Η συμμαχία ήταν ασαφής ως προς τις εδαφικές διεκδικήσεις. Κάθε χώρα θα κρατούσε τα εδάφη που θα κατακτούσε στον πόλεμο. Αν και θεωρητικά οι Έλληνες είχαν τον πιο αδύναμο στρατό, ο Ελευθέριος Βενιζέλος πήρε το ρίσκο.
Το τελεσίγραφο που «έβαλε» φωτιά στα Βαλκάνια
Τον Αύγουστο το 1912 οι τέσσερις χριστιανικές χώρες της Βαλκανικής αφού είχαν συνάψει μεταξύ τους συνθήκες άσκησαν μεγάλη διπλωματική πίεση στην Τουρκία να παραχωρήσει αυτονομία, αλλά και να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις στις χριστιανικές περιοχές. Η πίεση έγινε με την Διακοίνωση των Τεσσάρων και επιδόθηκε τον Οκτωβρίο του 1912. Η Υψηλή Πύλη απέρριψε όλα τα αιτήματα των συμμάχων και έτσι δόθηκε η αφορμή για την έναρξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου.
|
Ο Ταχτσίν Πασάς υπογράφει την παράδοση της Θεσσαλονίκης
|
Η κατάσταση στην Ελλάδα – Βενιζέλος και Βασιλιάς Κωνσταντίνος
Οι νικηφόρες μάχες του Μακεδονικού αγώνα, οι στρατιωτικές επενδύσεις (αγορά όπλων και πλοίων) από την κυβέρνηση Θεοτόκη αλλά και το κίνημα στου Γουδή, εμπέδωσαν στο ελληνικό κράτος την σημασία του στρατού για την επίλυση εθνικών θεμάτων. Ο ιστορικός Ευάνθης Χατζηβασιλείου, είχε μιλήσει για το στρατιωτικό κίνημα του 1909 στη ΜτΧ: “Τους κινηματίες στο Γουδί, δε πρέπει να τους βλέπουμε σαν τους συνταγματάρχες του ‘67. Δεν αποσκοπούσαν να σφετεριστούν την πολιτική εξουσία. Σκοπός τους ήταν να κάνουν μια κίνηση για να φέρουν μια πολιτική μεταρρύθμιση. Δεν ήθελαν να κρατήσουν την εξουσία για τον εαυτό τους”.
Τότε εκλήθη στην Αθήνα και ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Οι εφημερίδες της εποχής τον παρουσίασαν ως μια ισχυρή προσωπικότητα:
«Ο κύριος Βενιζέλος είναι λίαν ευφυής ανήρ. Και τούτο αποτελεί εγγύησιν δια την πολιτείαν και δια τον τόπον.»
Το παλάτι αντέδρασε. Ωστόσο ο ρεαλιστής Βενιζέλος ανέλαβε δράση, αλλά δεν προχώρησε σε αλλαγή του πολιτεύματος και αρνήθηκε την κατάργηση της Βασιλείας. Ο στρατός σταμάτησε να λειτουργεί ως φοροσυλλέκτης ή θεσμός που επέβαλε την εσωτερική τάξη και άρχισε να εκπαιδεύεται για τον πρωτεύοντα ρόλο του. Ο Βενιζέλος μάλιστα για την καλύτερη εκπαίδευση του στρατού προσκάλεσε ξένους επιτελείς: Γάλλο για τον στρατό ξηράς και Άγγλο για το ναυτικό.
Ο Βενιζέλος, είτε γιατί το πίστευε αλλά και για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, επανέφερε τον διάδοχο Κωνσταντίνο στην ηγεσία του στρατεύματος. Ήθελε να επιτύχει τη μεγαλύτερη δυνατή ενότητα βλέποντας τον πόλεμο να «έρχεται».
Η πολεμική «μηχανή» της Ελλάδας, έστω και στον περιορισμένο αριθμητικά όγκο της, έγινε υπολογίσιμη δύναμη και βοήθησε στην ενίσχυση της διπλωματικής θέσης της χώρας.
Η επιστράτευση, όταν πια ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος, έγινε σε κλίμα ενθουσιασμού. Μάλιστα χιλιάδες Έλληνες που είχαν μεταναστεύσει πρόσφατα επέστρεφαν για να ντυθούν στο χακί και να υπηρετήσουν την μητέρα-πατρίδα. Μάλιστα οι γιοι του Βενιζέλου, Κυριάκος και Σοφοκλής, αλλά και του Εμμανουήλ Μπενάκη κατατάχθηκαν στο στρατό. Έδωσαν έτσι το παράδειγμα και σε άλλες επιφανείς οικογένειες να μη μείνουν αμέτοχες. Έτσι ο πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, Ιωάννης Βαλαωρίτης έστειλε ιδιόχειρο σημείωμα στον Βενιζέλο να δεχθεί και τους δικούς του γιους ως εθελοντές γράφοντας χαρακτηριστικά: ευλογημένη η ώρα!
|
Κρήτες εθελοντές
|
Φυσικά στο σώμα των περίπου 6 χιλιάδων εθελοντών, 3.500 προέρχονται από την Κρήτη, που έσπευσαν στο πλευρό της Ελλάδας όπως νωρίτερα και στον Μακεδονικό Αγώνα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα έως το τέλος του Α’ Βαλκανικού πολέμου ο ελληνικός στρατός να έχει διπλασιαστεί, έχοντας φτάσει τους 240 χιλιάδες στρατιώτες.
Οι αντίπαλοι – Η κατάσταση στην Τουρκία
Ένα χρόνο πριν από το κίνημα στου Γουδή, στην Τουρκία εκδηλώνεται το κίνημα των Νεότουρκων. Η ελληνική κυβέρνηση το ανέχεται και ανακαλεί από την Μακεδονία όλους τους αξιωματικούς του Μακεδονικού Αγώνα.
«Όταν γίνεται η επανάσταση των Νεότουρκων οι Έλληνες πανηγυρίζουν, οι μακεδονομάχοι καταθέτουν τα όπλα, οι κομιτατζήδες καταθέτουν τα όπλα, αλλά οι Νεότουρκοι έναν έναν τους φωτογραφίζουν και δίνουν τις φωτογραφίες τους σε κακοποιούς και έναν ένα αρχίζουν και τους σκοτώνουν», είχε δηλώσει στη ΜτΧ η ιστορικός Αθηνά Τζινίκου.
Οι Νεότουρκοι είναι εξοργισμένοι αξιωματικοί που εναντιώνονται στην παρηκμασμένη Οθωμανική διοίκηση. Αρχικά εμφανίζονται με προοδευτικές, σύγχρονες ιδέες και θέλουν να εφαρμόσουν ένα πολίτευμα σύγχρονο ευρωπαϊκού τύπου. Καταλαμβάνουν την εξουσία και συλλαμβάνουν τον σουλτάνο Αβδούλ Χαμίντ. Ήταν γνωστός με το προσωνύμιο «Κόκκινος σουλτάνος», για τη μεγάλη σφαγή των Αρμενίων το 1896 και για τις δολοφονίες χιλιάδων αντιφρονούντων. Τον φυλακίζουν στην βίλα Αλλατίνη στη Θεσσαλονίκη. Οι Νεότουρκοι αποδεικνύονται χειρότεροι, σκληρότεροι και συντηρητικότεροι από τον αιμοσταγή Σουλτάνο. Με σύμβουλο τους Γερμανούς αρχίζουν την πολιτική της εθνοκάθαρσης από τα εδάφη τους. Στοχοποιούν Αρμένιους και Έλληνες του Πόντου και της Μικράς Ασίας. Ηγέτης τους ο Κεμάλ Πασάς, ο μετέπειτα Ατατούρκ.
Οι μάχες του στρατού – Η απελευθέρωση περιοχών ανεβάζει το ηθικό
Στις 5 Οκτωβρίου 1912, όλες οι εφημερίδες δημοσιεύουν στο πρωτοσέλιδο το διάγγελμα του Βασιλιά Γεωργίου: Η Ελλάς πάνοπλος μετά των Συμμάχων αυτής, εμπνεόμενων υπό των αυτών αισθημάτων και συνδεομένων δια κοινών υποχρεώσεων, αναλαμβάνει τον αγώνα του Δικαίου υπέρ της ελευθερίας τών καταδυναστευομένων Λαών της Ανατολής”. Ο Βενιζέλος έχει επιβάλει την άποψή του. Ο πόλεμος έχει ξεσπάσει.
Ελασσόνα- Σαραντάπορο- Γιαννιτσά. Οι νικηφόρες μάχες
Η πρώτη μάχη έγινε στην Ελασσόνα. Αποδείχθηκε μια εύκολη υπόθεση για τον ελληνικό στρατό. Οι Έλληνες βρήκαν τα τουρκικά οχυρά τα περισσότερα εγκαταλειμμένα. Κάποια αντιστάθηκαν για λίγο. Ο τουρκικός στρατός συγκεντρώθηκε σε έναν λόφο έξω από την Ελασσόνα, και για λίγο προσπάθησε να σταματήσει τον ελληνικό στρατό. Ο ελληνικός στρατός όμως υπερτερούσε αφού ο κύριος όγκος του τουρκικού στρατού κάνει τακτική υποχώρηση προς το Σαραντάπορο.
Το Σαραντάπορο ήταν ένα φυσικό οχυρό. Ήταν δυο βουνά, μέσα περνούσε ένα φαράγγι αλλά αυτό το φαράγγι ήταν η οδός η οποία συνέδεε την Ελλάδα με την Μακεδονία. Τα στενά ήταν οχυρωμένα από τον ξένο επιτελικό αξιωματικό του τουρκικού στρατού. Τον Γερμανό Βαρόνο Κόλμαρ φον Ντερ Γκολτς που πίστευε ότι είχε διαλέξει την τέλεια τοποθεσία για την τελική νίκη των Τούρκων. Έλεγε μάλιστα ότι «εδώ θα γίνει ο τάφος των Ελλήνων».
Η στρατιωτική τακτική, οι αιφνιδιαστικοί ελιγμοί και η ανδρεία του ελληνικού στρατού καταφέρνουν τελικά μια μεγάλη υποχώρηση των Τούρκων και μια σπουδαία νικηφόρα μάχη. Οι τρομαγμένοι Τούρκοι αφήνουν στο πεδίο της μάχης όλα τους τα πυροβόλα που περνάνε στα ελληνικά χέρια.
Η υποχώρηση των Τούρκων όμως έβαψε με αίμα το χωριό Σέρβια. Οι Τούρκοι κατέσφαξαν τους εβδομήντα κατοίκους και τους πέντε ιερείς γεγονός που στηλιτεύτηκε από τον ευρωπαϊκό τύπο. Ο ελληνικός στρατός χαρούμενος για τις νίκες του, και οργισμένος για την τουρκική θηριωδία, πήρε την σημαία από τα Σέρβια και άρχισε την προέλασή του για τη Θεσσαλονίκη. Και αυτή η ίδια αιματοβαμμένη σημαία υψώθηκε αργότερα στον Λευκό Πύργο.
Οι φαντάροι μετά τους Τούρκους είχαν να αντιμετωπίσουν έναν αδυσώπητο εχθρό προχωρώντας για τη Θεσσαλονίκη: την πείνα.
Οι κάτοικοι των απελευθερωμένων χωριών ανάβουν τους φούρνους, άνθρωποι κάθε ηλικίας που είχαν τη δυνατότητα ζύμωναν και έψηναν ψωμιά για να έχει κάθε στρατιώτης ένα καρβέλι να νικήσει την πείνα του. Απελευθερώνονται η Κοζάνη και άλλες πόλεις της Δυτικής Μακεδονίας.
Στις 19 Οκτωβρίου οι Τούρκοι ταμπουρώνονται με 25 χιλιάδες στρατιώτες στην περιοχή των Γιαννιτσών. Είναι ιερή πόλη για τους μουσουλμάνους της περιοχής επειδή εκεί είχε ταφεί ο Γαζή Εβρενός, ένας διακεκριμένος οθωμανός στρατηγός του 14ου αιώνα. Η πτώση των Γιαννιτσών μετά από διήμερες μάχες καθορίζει τις πολεμικές εξελίξεις και ανοίγει ο δρόμος για τη Θεσσαλονίκη. Πέρα από το κύρος και τα πολιτικά οφέλη, η απελευθέρωση της πόλης θα έλυνε το πρόβλημα του ανεφοδιασμού του στρατού. Η απόφαση να σπεύσει εκεί ο στρατός ήταν του Βενιζέλου, ο οποίος αναγκάστηκε να διατάξει τον αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο καθώς υπήρξε ανοιχτή σύγκρουση για την τακτική.
Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης
26 Οκτωβρίου, ο ελληνικός στρατός, το μεγαλύτερο τμήμα του τουλάχιστον, βρίσκεται έξω από την πόλη. Οι Τούρκοι υποχρεώθηκαν μετά από σύντομες διαπραγματεύσεις να συνθηκολογήσουν.
Ο στρατιωτικός διοικητής Χασάν Ταχτσίν πασάς παραδόθηκε μαζί με περίπου 25 χιλιάδες αιχμαλώτους. Η Ελλάδα κέρδισε ένα μεγάλο διπλωματικό στοίχημα αφού τη Θεσσαλονίκη εποφθαλμιούσαν τόσο οι Βούλγαροι που δεν τους άρεσε καθόλου αυτή η εξέλιξη αλλά και οι Αυστριακοί που αναζητούσαν δική τους διέξοδο στη θάλασσα.
Μετά από αυτή την ελληνική νίκη ο ελληνικός στρατός προέλασε δυτικά και έφτασε ως τη Φλώρινα και την Καστοριά και κατάφερε να διευρύνει την κυριαρχία του μέχρι την Κορυτσά.
Η απελευθέρωση των Ιωαννίνων
Άλλο ελληνικό τμήμα προχώρησε στην Ήπειρο. Από την αρχή του πολέμου, η περιοχή αυτή, ήταν χαμηλής προτεραιότητας και οι επιχειρήσεις είχαν τελματώσει. Οι ελληνικές δυνάμεις είχαν περάσει τον Άραχθο και μετά από σύντομο αγώνα, κατέλαβαν την Πρέβεζα και το Μέτσοβο. Στη συνέχεια κινήθηκαν προς την πεδιάδα των Ιωαννίνων, όπου είχε συγκεντρωθεί ο όγκος των τουρκικών δυνάμεων.
Ακολούθησε περίοδος στασιμότητας, μέχρις ότου να υπάρξει ενίσχυση και με άλλες μεραρχίες από τη Μακεδονία και ισχυρό πυροβολικό υπό την αρχηγία του του Διαδόχου Κωνσταντίνου. Η τελική επίθεση, που εκδηλώθηκε στις 19 Φεβρουάριου στο Μπιζάνι και είχε ως αποτέλεσμα τον αιφνιδιασμό των Τούρκων και την άνευ όρων παράδοση της πόλης των Ιωαννίνων. Στις 21 Φεβρουαρίου ο Διοικητής των Ιωαννίνων, Εσάτ πασάς παρέδωσε την πόλη μαζί με χιλιάδες αιχμαλώτους.
Το θωρηκτό Αβέρωφ και η απελευθέρωση Λήμνου, Χίου, Μυτιλήνης, Ψαρών, Ίμβρου και Τενέδου
Το ελληνικό ναυτικό αποδείχθηκε το πανίσχυρο όπλο των Βαλκανικών πολέμων. Με τις ιστορικές ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου με επικεφαλής το θρυλικό θωρηκτό «Αβέρωφ», όχι μόνο εξασφαλίστηκε η κυριαρχία στο Αιγαίο αλλά εξανάγκασε τον Τουρκικό Στόλο να μείνει αποκλεισμένος στα Δαρδανέλια μέχρι το τέλος του Πολέμου.
Ο ναύαρχος Κουντουριώτης, κυβερνήτης του θρυλικού «Αβέρωφ» με μια τολμηρή και επιδέξια κίνηση κατέλαβε σχεδόν από τις πρώτες μέρες του πολέμου τη Λήμνο, μετέτρεψε τον όρμο του Μούδρου σε ναυτική βάση και από εκεί έλεγχε το βόρειο Αιγαίο. Εγκλώβισε τον τουρκικό στόλο στα Δαρδανέλια όπου και τον κατέστησε ανενεργό για ικανό χρονικό διάστημα. Μαζί με τη Λήμνο απελευθέρωσε την Ίμβρο και την Τένεδο. Ελληνικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν στην Χίο και τη Μυτιλήνη και κατέλαβαν τις πρωτεύουσες τους.
Σε κλίμα συγκίνησης απελευθερώθηκαν και τα Ψαρά από το πλοίο «Ιέραξ» με κυβερνήτη τον Βρατσάνο, εγγονό του Αντώνη Βρατσάνου που είχε ανατιναχτεί στον αέρα το 1822 με την καταστροφή των Ψαρών. Η αντίδραση του τουρκικού στόλου άργησε πολύ. Μετά τις 20 Νοεμβρίου και αφού είχε προηγηθεί μια εύθραυστη συνθήκη εκεχειρίας μεταξύ των τριών χωρών των Βαλκανίων (η Ελλάδα δεν συμμετείχε γιατί ήθελε να προελάσει προς την Ήπειρο) και της Τουρκίας. Τότε βρήκε την ευκαιρία ο Οθωμανικός στρατός και στόλος να ανασυνταχθούν.
Η ναυμαχία της Έλλης
Στις 3 Δεκεμβρίου ξεκίνησε η ναυμαχία της Έλλης και της Λήμνου. Αντιπαρατάχθηκαν τα τουρκικά σκάφη «Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα», «Τουργκούτ Ρέις», «Μεσουδιέ» και «Ασάρ Τεφίκ» με τα ελληνικά «Αβέρωφ», «Ύδρα», «Σπέτσες» και «Ψαρά». Αντήλλασσαν πυρά από απόσταση χωρίς κανένα αποτέλεσμα.
Ο Κουντουριώτης με το «Αβέρωφ» αποχώρησε από τον σχηματισμό και κατευθύνθηκε προς τα τουρκικά πλοία τα οποία αναγκάστηκαν σε υποχώρηση προς τα Στενά (Δαρδανέλια) με την κάλυψη από τα φρούρια των Οθωμανών στην περιοχή.
Οι Τούρκοι επιτελείς αντεπιτέθηκαν μετά από περίπου έναν μήνα. Το «Χαμιδιέ» έσπασε τον αποκλεισμό, μια μέρα με πολύ άσχημο καιρό και έφτασε ως τη Σύρο που βύθισε το ελληνικό βοηθητικό πλοίο «Μακεδονία». Το σχέδιο των Τούρκων ήταν να προκαλέσουν διασπορά των ελληνικών πλοίων μετά τη βύθιση του «Μακεδονία». Όμως ο έμπειρος Κουντουριώτης δεν έπεσε στην παγίδα τους και κράτησε τον στόλο ενωμένο. Έτσι όταν τα τουρκικά πολεμικά, στις 5 Ιανουαρίου, εφόρμησαν προς τη Λήμνο βρήκαν αρραγή τον ελληνικό στόλο.
Οι ελιγμοί του «Αβέρωφ» ουσιαστικά κύκλωσαν τα τουρκικά πλοία. Ο ίδιος ο Κουντουριώτης στεκόταν ακάλυπτος στην εξωτερική γέφυρα για να εμψυχώνει το πλήρωμά του. Όταν μπλόκαραν τα κανόνια του θωρηκτού έδωσε εντολή για πρόσω ολοταχώς. Οι Τούρκοι τα έχασαν βλέποντας το «Αβέρωφ» να ετοιμάζεται να εμβολίσει το «Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα» και υποχώρησαν.
Ο ελληνικός στόλος, υπό τη συνετή διοίκηση του Κουντουριώτη οδήγησε τα τουρκικά στα στενά με βλάβες μεγαλύτερες από όσες είχαν υποστεί τα ελληνικά πλοία. Έτσι ο Οθωμανικός στόλος έμεινε άπραγος μέσα στα Στενά για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Το τέλος του πολέμου: Μια εύθραυστη ειρήνη
Οι νίκες των Ελλήνων σε Μακεδονία, Ήπειρο και Αιγαίο και των άλλων Συμμάχων (Βουλγαρία, Σερβία, Μαυροβούνιο) στα Σκόδρα, Ανδριανούπολη και τις άλλες περιοχές της Θράκης έβαζαν τέλος στην παρουσία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην περιοχή των Βαλκανίων. Στις 18 Μαΐου 1913 η Συνθήκη του Λονδίνου έβαλε, όπως τελικά αποδείχτηκε, μια άνω τελεία και το τυπικό τέλος του Α’ Βαλκανικού πολέμου.
ΕΥΓΕ. ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑΑ