«Το αιώνιο είμαι το φως και σεις λαμπάδες
Φως από φως, στα σκότη,
εσείς πιστοί οδηγοί και οι πρώτοι
καταλυτές των γήινων θρήνων,
που θείο μήνυμα θα φέρετε παντού,
κι ακόμα κι ως τη χώρα των Ελλήνων.
Του δείπνου μας χαρήτε απόψε τη χαρά.
Και την καρδιά στυλώσετε γερά
με το ψωμί και το κρασί,
που αίμα και σώμα είναι δικό μου,
μην αποστάσετε χλωμοί
μες την ανηφοριά του δρόμου».
πως τάχα το ψωμί θέλει να κόψη.
Τα φρύδια κατεβάζει, έτσι που κρύβει με στενοχώρια
το φόβο, ως καθρεφτίζεται στην όψη.
ο,τι γραμμένο υπάρχει να γενή.
Νύχτα ειν ἀκόμη σκοτεινή
και -μη φοβάσαι- είναι γεμάτοι καλωσύνη
της Ιουδαίας οι κρίκοι.
Κι ειν ὅλο αγάπη το τριφύλλι,
κι ανθεί κατάσπρο στην πλαγιά του Γολγοθά το χαμομήλι.
Σύρε και μην αργείς.
Χτυπάει επίμονα η καρδιά της γης.
Σύρε πιο γρήγορα, ακουμπώντας στο ραβδί,
πριν βγη και το φεγγάρι και σε ιδή.»
απλώνει το ποτήρι του να πάρη.
Μα το ποτήρι πέφτει από τη φούχτα του και πλέρια
βάφει με τ ἄλικο πιοτό, το δυνατό,
του Ναζωραίου τα θεία χέρια.
πόσο δονείται ακόμα το κορμί!
Της προδοσίας βαρύ το κρίμα… Και με ορμή
τον σπρώχνει να χαθή σκυφτός στα σκότη.
ανάμεσα ο Χριστός στους μαθητάδες,
ορθώνεται και πάλι αργομιλεί:
«Το αιώνιο είμαι το φως και σεις λαμπάδες…
Στα χείλη η προσευχή πριν ανεβή,
την πόρνη, ας συχωρέσουν, τον τελώνη.
Με ανόμους θα περάση και ο Ραββί.
Την πρώτη πέτρα ο αναμάρτητος σηκώνει.
Αγάπη κόσμου ο νικητής. Κι εγώ η πηγή
για όποιον διψά στοργή δικαιοσύνη.
Ειρήνη… Αν αψηλώσω από τη γη,
ένα με τ ἄστρα κι η ψυχή σας θέλει γίνει»
«Πατέρα μου, κι η αγάπη Σου ας πληθαίνη.
Σε με έθνη και λαοί και η οικουμένη.
Το έργο μου ετελείωσε. Και να,
τώρα ο δικός μου ο διαλεχτός στα σκοτεινάτου
απ τὸν ψηλό καγκελλωτό φεγγίτη,
θεία χάρη, μια δέσμη κατεβαίνει μες στο σπίτι.
Δέσμη από φως, σαν φίλημα ελαφρό,
στα θεία μαλλιά του Ναζωραίου, φωτοστεφάνι.
Μα κι ένας ήσκιος απ τὰ κάγκελα, που κάνει
πίσω απ τοὺς ώμους Του, στον τοίχο, ένα σταυρό.
που τρέμει στων ματιών τους το ακροκλώνι,
το σύμβολο κοιτούν του μαρτυρίου,
Κι εκείνος με χαμόγελο γλυκό
στο δείπνο το στερνό, το μυστικό,
σκορπάει το θάρρος κι εμψυχώνει.
την ώρα αυτή την ίδια, τρικλίζει ακόμα ο Ιούδας παγωμένος.
ξεσκίζοντας τ αὐτιά του, γιατί ο λόγος, ο λόγος του Άκακου
στριφογυρίζει ακόμα μέσα σαν ξερόφυλλο
που το σαρώνουν ξεροβόρια:
«Δικός μου εσύ και στέκεις τόσο χώρια…».
Η τελετή του νιπτήρος, ο Μυστικός Δείπνος, η προδοσία του Ιούδα και η επί του Όρους ομιλία του Χριστού, Τέλη του 15ου και αρχές του 16ου αιώνα, Νόβγκοροντ. Απόσπασμα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ στοχαστική ώρα του αυστηρού δείπνου,
Οι προβλέψεις της προδοσίας και του αποχωρισμού.
Φωτίζει της νύχτας το διαμάντι
Τα φυλλαράκια της ελιάς.
Σκυμμένοι οι απόστολοι σιμά,
Στου Χριστού τα χέρια τ’ ασημένια.
Φαίνεται πως στο κερί προσεύχονται
Και στο τραπέζι χρυσαλίδες πετούν. Ρωσική Κριμαία.
Μετάφραση από τα Ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης
Επ΄ ευκαιρία σχετικά με ΜΥΣΤΙΚΟ ΔΕΙΠΝΟ.
ΤΟ ΑΝΕΚΤΙΜΗΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΛΕΥΚΑΡΙΤΙΚΟ ΚΕΝΤΗΜΑ, ΠΟΥ ΑΠΕΙΚΟΝΙΖΕΙ ΤΟΝ ΜΥΣΤΙΚΟ ΔΕΙΠΝΟ ΚΑΙ Ο DAVICI.
Το 1491 ο Λεονάρτο Ντα Βίντσι σε μια "μυστηριώδη"επίσκεψή του στην Ορθοδοξη Κύπρο μας (κανένας ερευνητής της ζωής του δεν την αιτιολόγησε) απόκτησε ένα περίτεχνο σπάνιο κέντημα από τα Λεύκαρα, μεγάλων διαστάσεων. Επιστρέφοντας στο Μιλάνο και αφού πρώτα ίδρυσε την δική του καλλιτεχνική σχολή, δώρισε το Λευκαρίτικο κέντημα στο καθεδρικό ναό του Μιλάνο (Duomo) όπου μέχρι σήμερα κοσμεί την Αγία Τράπεζα του μεγαλοπρεπούς ναού (τρίτος μεγαλύτερος χριστιανικός ναός στο κόσμο). Το 1985, 500 χρόνια μετά, ο δήμος Μιλάνου προσκάλεσε το Δήμο Λευκάρων για να τιμήσουν το ιστορικό γεγονός. Σήμερα το συγκεκριμένο Λευκαρίτικο κέντημα, στο δυτικό κόσμο, ονομάζεται Da Vinci και μάλιστα είναι το πρότυπο για το κέντημα που καλύπτει το τραπέζι στο μνημειώδες και συμβολικό έργο του Λεονάρτο Ντα Βίντσι " Μυστικός Δείπνος".
ΑΑ