Απόσπασμα από την τελεσιγραφική διακοίνωση της ιταλικής κυβερνήσεως προς την ελληνική, επιδοθείσα προσωπικώς από τον Ιταλό πρεσβευτή στον Έλληνα πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά, στην Αθήνα την 3η πρωϊνή της 28ης Οκτωβρίου 1940:
«Η ιταλική κυβέρνησις δέον σχετικώς να υπενθυμίσει εις την ελληνικήν κυβέρνησιν τας προκλητικάς ενεργείας τας διεξαχθείσας έναντι του αλβανικού έθνους δια της τρομοκρατικής πολιτικής την οποίαν υιοθέτησεν έναντι του πληθυσμού της Τσαμουριάς και δια των εμμόνων προσπαθειών προς δημιουργίαν ανωμαλιών εκείθεν των συνόρων της… Η ιταλική κυβέρνησις θεωρεί έκδηλον ότι η πολιτική της ελληνικής κυβερνήσεως έτεινε και τείνει να μεταβάλει το ελληνικόν έδαφος… Η Ιταλία δεν δύναται να ανεχθεί εφεξής πάντα ταύτα… Όθεν η ιταλική κυβέρνησις κατέλειξεν εις την απόφασιν να ζητήσει από την ελληνικήν κυβέρνησιν… το δικαίωμα να καταλάβει δια των ενόπλων αυτής δυνάμεων… ορισμένα στρατηγικά σημεία του ελληνικού εδάφους… Εάν τα ιταλικά στρατεύματα ήθελον συναντήσει αντίστασιν, η αντίστασις αύτη θα καμφθεί δια των όπλων και η ελληνική κυβέρνησις θα έφερε τας ευθύνας αι οποίαι ήθελον προκύψει εκ τούτου».
Όταν ηχήσαν οι σειρήνες
Ήξεραν πως ηχήσανε γιατί εκείνοι είπαν ΟΧΙ
Ντυθήκανε αμέσως στα χακί
Και σκαρφαλώσανε στα τραμ, στα τρένα
Και στα επιταγμένα φορτηγά
Και τραγουδούσαν ΟΧΙ
Και οι μανάδες τούς φιλήσανε στο μέτωπο
Κι αυτοί φιλήσανε με τη σειρά τους τις κοπέλες τους
Και φύγαν για το μέτωπο
Με το δικό τους μέτωπο ψηλά
Γιατί είπανε ΟΧΙ
Και ανεβήκαν στα βουνά
Και περπατήσανε δρόμους ατέλειωτους στα χιόνια
Κι ακούγανε τους όλμους και τους ρόγχους
Τα βλήματα του πυροβολικού και τις ερπύστριες
Και συνεχίζανε να λένε ΟΧΙ
Κι είδαν το αίμα των συντρόφων τους
Να βάφει χλαίνες χιόνι λάσπη στ΄ άλικα
Τα μάτια παγωμένα ασάλευτα λευκά
Κι αυτοί προχώραγαν και λέγαν ΟΧΙ
Κι όταν αργότερα υποχωρήσανε
Και τους χτυπούσανε τα στούκας ανελέητα
Και τους θερίζανε τα πολυβόλα και τα τανκς
Πέφτανε σαν τα στάχυα υπερήφανοι
Και μέσα στην αιώνια σιωπή λέγανε ΟΧΙ
Κι αν σηκωνόταν σήμερα ξανά
Μέσα στην άθλια και ανερμάτιστη ζωή
Που ταξιδεύει εικονικά στο πέλαγος χωρίς πυξίδα
Και αναδύονταν απ΄ το βυθό
Της ιστορίας και της θάλασσας
Εκεί που τους τορπίλισαν τα κάθε είδους υποβρύχια
Του χθες, του σήμερα, του τώρα
Πάλι θα κουβαλούσανε μαζί τους την κατάφαση
Για τη ζωή που όφειλαν να ζήσουνε ορθοί
Μέσα απ΄ τη μεγάλη άρνηση
Που την εκφράσαν μονολεκτικά και ανεξίτηλα
Προφέροντας χωρίς συμβιβασμούς το ΟΧΙ
Αυτό το μεγάλο ΟΧΙ σηματοδοτεί μία από τις λαμπρότερες σελίδες της τρισχιλιόχρονης ιστορίας μας. Μαζί με το μολών λαβέ του Λεωνίδα, και το δε την πόλιν σοι δούναι ούτ΄ εμόν εστί, ούτ΄ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, το ΟΧΙ του Ιωάννη Μεταξά τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 ενσαρκώνει την συλλογική αντίσταση του λαού μας στις πλέον κρίσιμες ιστορικές στιγμές του, και υπερβαίνει τα πρόσωπα που την συμπύκνωσαν στην επιγραμματική τους απάντηση.
Αλήθεια σε ποιόν και γιατί είπαν ΟΧΙ οι Έλληνες τον Οκτώβριο του 1940; Σε μια πανίσχυρη αυτοκρατορία που στηριζόμενη στην ωμή της βία θέλησε να επιβάλλει την δική της τάξη πραγμάτων μεταμορφώνοντας την Μεσόγειο σε ρωμαϊκή λίμνη κάτω από την λατινική επιγραφή «mare nostrum»: η θάλασσά μας (η δική τους δηλαδή). Είχε νόημα να αρνηθούν οι Έλληνες τις επιδιώξεις των Ιταλών, και του άξονα γενικότερα, για μια Νέα Ενωμένη Ευρώπη κάτω από την υψηλή τους επιστασία; Η ιταμότητα των αξιώσεων, η αλαζονική τους συμπεριφορά και η επαπειλούμενη βιαιότητα των αντιδράσεών τους δεν άφηνε περιθώρια συμβιβασμών. Οι Έλληνες όφειλαν να υπερασπισθούν άϋλες αξίες και υπερβατικά πιστεύω. Το Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος της προκήρυξης του Υψηλάντη, συνεχιστή και αυτού του ομηρικού αμύνεσθαι περί πάτρης και του ΄Ιτε παίδες Ελλήνων, ελευθερούτε πατρίδα, ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας, θεών τε πατρώων έδη, θήκας τε προγόνων, νυν υπέρ πάντων αγών που κυριάρχησε στην ναυμαχία της Σαλαμίνας, συσπείρωσε, ένωσε και δυνάμωσε ξανά το γένος των Ελλήνων.
Κατά μία ειρωνική συγκυρία, ο άμεσος, ορατός και μεγάλος κίνδυνος δρα ευεργετικά, ενεργοποιεί και πολλαπλασιάζει την ισχύ των Ελλήνων. Οι Πέρσες, οι Τούρκοι και οι Ιταλοί μας ένωσαν, μας σφυρηλάτησαν και μας γιγάντωσαν. Ο Έλληνας δεν φοβάται την μείζονα κρίση, γιατί πάντα, όσο καιρό κι αν διαρκέσει, μήνες, χρόνια, αιώνες, πάντοτε βγαίνει νικητής. Ο Έλληνας είναι πλασμένος για να λεει ΟΧΙ εκεί που οι άλλοι λένε «ναι» και υποκύπτουνε ομαδικά στον στείρο και μυωπικό ορθολογισμό τους. Γι’ αυτό τις περισσότερες φορές δεν κινδυνεύει να αλωθεί με μετωπική επίθεση αλλά με αργή, σιωπηλή, ύπουλη χρονοβόρα αλλά διαβρωτική διείσδυση που παραλύει τ’ ανακλαστικά του γιατί αποκρύπτει την αμεσότητα του κινδύνου.
Η Ελλάδα δεν έχει πρόβλημα με τα μεγάλα ΟΧΙ, το πρόβλημά της είναι τα μικρά καθημερινά «όχι» που πρέπει να βρει την δύναμη να λεει συνεχώς για να μη χάσει την ψυχή της. Γιατί σήμερα (2004), κατά πως έλεγε ο Στρατής Μυριβήλης, η Ελλάδα μοιάζει με φρούριο πολιορκημένο που μέσα του αλωνίζει ο εχθρός. Και ο εχθρός, μασκαρεμένος και ψιμυθιωμένος, χαμογελαστός, ευχάριστος και πολλά υποσχόμενος, λέγεται πολιτισμική αλλοτρίωση. Μια πολυεθνική λερναία ύδρα με πολλά κεφάλια, κάποια απ΄ αυτά ευρωπαϊκά, σφιχταγκαλιάζει το σώμα και το πνεύμα της χώρας μας, καθώς η διεθνιστική πολυγλωσσία των κατοίκων της σύγχρονης Βαβυλωνίας απωθεί αργά αλλά σταθερά την γλώσσα των θεών (γιατί έτσι παλιότερα θεωρούσαν την ελληνική μας γλώσσα : ει θεοί διαλέγωνται τη των Ελλήνων γλώττη χρώνται κατά τον Κικέρωνα).
Μέσα σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον μικρόψυχου ωφελιμισμού, ο οικονομισμός, ένας σύγχρονος περιπλανώμενος Ιουδαίος, με αιχμή του δόρατος το χρήμα των ολίγων του πλανήτη σε συνδυασμό με την υποταγή πολλών διανοούμενων στα συμφέροντά του, και τη μετατροπή τους σε παραδείσια πουλιά που δίκην παπαγάλων εκθειάζουν την πρόοδο και ψέγουν την αντίδραση – όπου κατ΄ αυτούς πρόοδος είναι η υλιστική βασιλεία του χρήματος, της ευμάρειας, και της ευωχίας, που αναζητούνται μέσα από την αγχώδη ποντικοδρομία της σύγχρονης εποχής, και αντίδραση οι ρίζες που κρατούν το δέντρο όρθιο και υπερήφανο σε αναζήτηση του ουρανού, των αστεριών και της ιερότητας της ύπαρξης – συνθέτουν ένα σκηνικό που το παρουσιάζουν σαν πραγματικότητα και μας ζητούν να το δεχθούμε και να ζήσουμε σ΄ αυτήν.
Και όχι μόνο σ΄ αυτήν. Αλλά και σε μιαν άλλη που κανείς δεν τολμά να θίξει ανοικτά ενώ όλοι την γνωρίζουν πολύ καλά. Και που σχεδόν επίσημα καλούμεθα να την αγνοήσουμε ή ακόμη χειρότερα να μάθουμε να ζούμε μαζί της. Στη ζοφερή πραγματικότητα μιας πολυπολιτισμικής Ελλάδας, μιας Ελλάδας ενός ανεξέλεγκτου αριθμού μεταναστών που κουβαλάν την δική τους ιδιοπροσωπία, τα δικά τους πιστεύω και τις δικές τους διεκδικήσεις. Μιας Ελλάδας με σπασμένα και παραφθαρμένα ελληνικά, με διαστρεβλωμένη και παραχαραγμένη ιστορία, με συγκεχυμένο και ασαφή θρησκευτικό προσανατολισμό, με θολή πνευματική ατμόσφαιρα και διάχυτο εθνικό προορισμό. Στο όνομα ενός αφηρημένου οικουμενικού ανθρωπισμού – τον οποίο για λόγους ακατάληπτους λίγο-πολύ μόνο εμείς πρέπει να σηκώσουμε στην πλάτη μας – καλούμαστε επίσημα να χάσουμε την ταυτότητά μας και να μεταμορφωθούμε σε βαλκανικό μωσαϊκό, αγνοώντας τα πρόσφατα διδάγματα της ιστορίας που προειδοποιεί για την μελλοντική εκρηκτικότητα ενός τέτοιου μίγματος.
Όμως, στο όνομα της Ελλάδος των Ελλήνων, εμείς, ο ελληνικός λαός, οφείλουμε να αντιπαρατάξουμε το δικό μας ΟΧΙ. Φροντίζοντας για την εμβάθυνση της κουλτούρας των παιδιών μας, επαγρυπνώντας για την παιδεία τους, ομαδοποιώντας τις αντιδράσεις μας, υψώνοντας ανοιχτά τη φωνή μας και αγνοώντας επιδεικτικά τους άφρονες ή πληρωμένους κονδυλοφόρους που συκοφαντούν, υβρίζουν και σεληνιάζονται όταν αναφερόμαστε στο μεγαλείο του δικού μας ελληνικού πολιτισμού.
ΟΧΙ, δεν θέλουμε μια πολυπολιτισμική Ελλάδα. Θέλουμε η χώρα αυτή που γέννησε τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, εμφυσώντας τον με το ελληνικό πνεύμα, να μείνει ελληνική, στη γλώσσα, στη φωνή, στο θρήσκευμα, στο πνεύμα. Όσοι θέλουν να μετάσχουν της ελληνικής μας παιδείας είναι καλοδεχούμενοι. Όλοι οι υπόλοιποι είναι ανεπιθύμητοι και επικίνδυνοι. Χύθηκε αίμα πολύ ελληνικό για να γίνουμε Ελλάδα και θα είναι το φταίξιμο δικό μας αν δεν επαγρυπνούμε για να τη διατηρήσουμε όπως μας δόθηκε από τους παππούδες και τους πατεράδες μας.
Ότι δεν πέτυχαν οι Αλβανοί με τις τεθωρακισμένες μεραρχίες του Μουσολίνι, ότι δεν πέτυχαν οι Βούλγαροι με τα πάντσερ των Ναζί και οι Τούρκοι με τα διπλωματικά παιχνίδια της Μεγάλης Βρετανίας σε εκείνο τον μεγάλο πόλεμο που η μικρή Ελλάδα είπε το μεγάλο ΟΧΙ, κινδυνεύουμε να το πετύχουν σήμερα μέσα από έναν ύποπτο, άκριτο και ανιστόρητο πανευρωπαϊσμό που ίσως καταλήξει στην Ευρώπη-φέουδο των ισχυρών κυρίαρχων πάνω στο – εξυφαινόμενο για να χειραγωγηθεί – πολυπολιτισμικό μωσαϊκό των υπηκόων τους.
Ώρα μας να ξυπνήσουμε και να ζυγίσουμε τα πράγματα προσεκτικά, όσο ακόμη υπάρχει ο καιρός να ξαναπούμε ΟΧΙ στα τείχη που επιχειρούν να χτίσουν γύρω μας, και που αν τώρα δεν γκρεμίσουμε, αύριο θα είναι αργά. Γιατί η μυστική βοή μας έρχεται των πλησιαζόντων γεγονότων. Ακόμα κι αν εις την οδόν έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί.
28η Οκτωβρίου 2004
(από το έργο του Χρίστου Γούδη «Οδός Ελλήνων»)
Να λέγαμε κι ένα
ΑπάντησηΔιαγραφή..."μικρό"...ό χ ι...
έστω στο... Χ ρ ή σ τ ο ς με γιώτα
...
ούτε αυτό δεν το μπορούμε...όμως
εμείς... οι...άχρηστοι...!