συνέχεια από το Α μέρος
Ήπειρος Προμαχούσα
Η
απόσυρση των ελληνικών προκαλυπτικών τμημάτων αποτέλεσε μία ακόμα
πρώτου μεγέθους έκπληξη για τους Ιταλούς, οι οποίοι μέχρι εκείνη τη
στιγμή αντιμετώπισαν ισχυρή αντίσταση.
Το
μέγεθος του αιφνιδιασμού τους ήταν δε τέτοιο, ώστε δεν κατόρθωσαν να
λάβουν καν επαφή με τις ελληνικές γραμμές. Για 32 περίπου ώρες, οι
ιταλικές δυνάμεις είχαν χάσει τα ίχνη των ελληνικών.
Μόνο
το ελληνικό πυροβολικό, έχοντας από πριν κανονίσει τη βολή του, έβαλλε,
όχι πυκνά, μα εξαιρετικά εύστοχα κατά εισβολέων. Στο μεταξύ, ο
Κατσιμήτρος είχε λάβει καλές ειδήσεις από το ΓΕΣ.
Οι
Βρετανοί θα κάλυπταν τις ελληνικές ακτές με το στόλο τους. Άρα, η
Μεραρχία μπορούσε να αποσύρει τα τμήματα που είχε αγκιστρώσει να
φρουρούν τις ακτές και να τα διαθέσει στην κρίσιμη μάχη.
Έφτασε
έτσι η τελευταία μέρα του Οκτωβρίου. Από το πρωί της 31ης Οκτωβρίου, οι
Ιταλοί επιδίωξαν να λάβουν στενή επαφή με την ελληνική τοποθεσία
αντίστασης. Δεν το κατόρθωσαν, όμως, καθώς το ελληνικό πυροβολικό τούς
προκάλεσε συντριπτικά πλήγματα.
Οι
Ιταλοί επικέντρωσαν την προσπάθειά τους στον παραλιακό τομέα, όπου, με
την υποστήριξη πυροβολικού και όλμων, επιχείρησαν να περάσουν τον
Καλαμά. Αποκρούστηκαν, με απώλειες, από τα ελληνικά τμήματα. 7
Την
ίδια ώρα, τα αλβανικά τμήματα του Ιταλικού Στρατού λεηλατούσαν τα
ελληνικά χωριά που κυριεύτηκαν από τους Ιταλούς. Από τις 10.30, το
ιταλικό πυροβολικό άρχισε να βάλλει κατά της τοποθεσίας Καλπακίου. Σε
λίγο ακολούθησε και η Ιταλική Αεροπορία. Ο βομβαρδισμός αυτός δεν είχε
αποτέλεσμα, και προκάλεσε ελάχιστες απώλειες στα ελληνικά τμήματα.
Βορειότερα,
η κατάσταση για τα ελληνικά όπλα δεν ήταν ευνοϊκή. Το Απόσπασμα Πίνδου
είχε καμφθεί και υποχωρήσει, αφήνοντας ακάλυπτο το δεξί πλευρό της VΙΙΙ
Μεραρχίας.
Για
να αντιμετωπίσει τη δυσμενή αυτή εξέλιξη, το ΓΕΣ ειδοποίησε τη Μεραρχία
ότι πιθανόν θα έπρεπε να υποχωρήσει και αυτή. Ο Κατσιμήτρος βέβαια δεν
σκεφτόταν καν ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Συγκρότησε
το Απόσπασμα Αώου, με δύο τάγματα πεζικού, μία πυροβολαρχία, έναν
ουλαμό των 65 χιλ. και μία διμοιρία πολυβόλων, το οποίο έθεσε υπό τον
εβραϊκής καταγωγής ήρωα αντισυνταγματάρχη Μ.Φριζή, με εντολή να καλύψει
το δεξιό της Μεραρχίας.
Την
ίδια ώρα, στο άλλο άκρο του μετώπου, συνέβη ένα άλλο σημαντικό γεγονός,
τεράστιου ηθικού αντίκτυπου. Δύο ελληνικά αντιτορπιλικά, τα «Σπέτσαι»
και «Ψαρά», με επικεφαλής τον τότε αντιπλοίαρχο Κώνστα, βομβάρδισαν τις
ιταλικές θέσεις κατά μήκος των ακτών της Θεσπρωτίας, στην περιοχή
Σαγιάδας.
Τα
ελληνικά πλοία, σημαιοστολισμένα, βομβάρδισαν για δύο ώρες τις ιταλικές
θέσεις, και κατόπιν αποχώρησαν ανενόχλητα. Ο ενθουσιασμός των
στρατιωτών του παραλιακού τομέα ήταν απερίγραπτος, καθώς είδαν τα δύο
μοναχικά ελληνικά αντιτορπιλικά να αψηφούν τον πανίσχυρο ιταλικό στόλο
και να ενισχύουν το σκληρό αγώνα τους.
Η
πρώτη ημέρα του Νοεμβρίου κύλησε, με τους Ιταλούς να μην μπορούν ακόμα
να λάβουν επαφή με την ελληνική τοποθεσία αντίστασης. Η Ιταλική
Αεροπορία εξαπέλυσε σειρά επιδρομών.
Οι
απώλειες της Μεραρχίας ήταν ελάχιστες, περιοριζόμενες σε λίγους
τραυματίες και μερικά τηλεφωνικά καλώδια. Παράλληλα με τη δράση της
Αεροπορίας, βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων άρχισε και το εχθρικό
πυροβολικό.
Οι
Ιταλοί, υπό την κάλυψη του βομβαρδισμού, σκόπευαν να προωθήσουν τις
δυνάμεις, λαμβάνοντας στενή επαφή με την ελληνική αμυντική τοποθεσία,
με στόχο την εξαπόλυση σφοδρής, συνδυασμένης επίθεσης πεζικού και
αρμάτων κατά της τοποθεσίας Καλπακίου. Πίσω, το Μηχανικό τους αγωνιζόταν
να επισκευάσει τις ανατιναγμένες γέφυρες και τους κατεστραμμένους
δρόμους.
Στην
περιοχή των Αγίων, ιταλικός λόχος Μηχανικού γκρέμισε ένα μικρό
εκκλησάκι της Αγ. Παρασκευής, για να επισκευάσει με το υλικό την
ανατιναγμένη γέφυρα του Γόρμου.
Το
ελληνικό πυροβολικό όμως απάντησε στην ιεροσυλία, μέσω της
«πυροβολαρχίας-φάντασμα», όπως την ονόμασαν οι Ιταλοί, των 105 χιλ. του
λοχαγού Βαμβέτσου. Άνοιξε πυρ εναντίον τους από απόσταση 7 χλμ.
περίπου, βρίσκοντας ακριβώς το στόχο.
Καίρια
ελληνική βολή σκότωσε 50 Ιταλούς και τραυμάτισε άλλους τόσους. Το
ιταλικό πυροβολικό επιχείρησε να απαντήσει με δύο πυροβολαρχίες. Και
αυτές όμως αναγκάστηκαν να σιγήσουν από τα εύστοχα ελληνικά πυρά.
Αλλά και στην περιοχή του Παρακάλαμου, απόπειρα ιταλικού τεθωρακισμένου τμήματος να προελάσει, αναχαιτίστηκε από τον Κωστάκη.
Από
απόσταση 5 χλμ., τα ελληνικά πυροβόλα τίναξαν στον αέρα ιταλικά άρματα
και οχήματα, αναγκάζοντας τα υπόλοιπα να τρέξουν να καλυφθούν.
Βορειότερα, ο Βερσής καθήλωνε με τη σειρά του τις φάλαγγες της Φεράρα.
Το ελληνικό πυροβολικό είχε καταστεί ο εφιάλτης των Ιταλών όλο αυτό το
διάστημα.
Το
πρωί της 2ας Νοεμβρίου, οι διαβιβαστές της Μεραρχίας υπέκλεψαν ένα σήμα
του Ιταλού διοικητή του ΧΧV Σώματος Στρατού, αντιστράτηγου Ρόσι, το
οποίο προέτρεπε την Ιταλική Αεροπορία να πλήξει σκληρά τον εχθρό,
εκμεταλλευόμενη την καλοκαιρία.
Πραγματικά,
η Ιταλική Αεροπορία εμφανίστηκε μαζικά επάνω από το πεδίο της μάχης,
χωρίς όμως να επιτύχει τίποτε το ιδιαίτερο. Μόνο η επίθεσή της κατά της
πόλης των Ιωαννίνων στοίχισε τη ζωή σε αρκετούς άμαχους.
Η
Ιταλική Αεροπορία βομβάρδιζε τις ελληνικές θέσεις επί τρεις συνεχόμενες
ώρες. Στις 12.00, η Αεροπορία αποχώρησε και τη σκυτάλη έλαβε το
ιταλικό πυροβολικό. Η Γκραμπάλα, η Ασσόνισα, τα γύρω από το Καλπάκι
υψώματα, κάηκαν από την ιταλική φωτιά. Τουλάχιστον 100 ιταλικά πυροβόλα
κάθε διαμετρήματος συμμετείχαν στην προπαρασκευή, επί τρεις ώρες.
Τελικά,
γύρω στις 15.00, το ιταλικό πυροβολικό ήρε τα πυρά του, και το πεζικό
εξόρμησε. Το ιταλικό πεζικό εξόρμησε σε σχηματισμό, πυκνό, έτσι ώστε να
διοικείται εύκολα. Σε καμία περίπτωση όμως ο σχηματισμός αυτός δεν ήταν
κατάλληλος για προσπέλαση απέναντι στα ελληνικά όπλα.
Αμέσως,
το ελληνικό πυροβολικό, έχοντας παρατηρητήρια σε όλα τα δεσπόζοντα
υψώματα, άνοιξε καταχθόνιο πυρ κατά των Ιταλών, προκαλώντας τους
συντριπτικά πλήγματα και αναγκάζοντάς τους, στις περισσότερες
περιπτώσεις, να καθηλωθούν. Ένα δε συγκρότημα δύο ταγμάτων βλήθηκε τόσο
καίρια, που διαλύθηκε.
Οι άνδρες του εγκατέλειψαν τα όπλα τους και τράπηκαν σε φυγή – κατορθώθηκε η ανασυγκρότησή τους 20 χλμ. πίσω από το μέτωπο.
Κάποια
εχθρικά τμήματα, υποστηριζόμενα από όλμους και πολυβόλα, κατάφεραν να
πλησιάσουν σε απόσταση εφόδου από τις ελληνικές θέσεις. Τότε το λόγο
έλαβαν τα Μάνλιχερ, τα πολυβόλα και τα οπλοπολυβόλα του πεζικού.
Οι
Ιταλοί καθηλώθηκαν, μην μπορώντας να κινηθούν ούτε μπρος ούτε πίσω.
Καθώς πλησίαζε η νύχτα και οι Ιταλοί δεν είχαν κατορθώσει το παραμικρό,
άρχισε νέα ισχυρή προπαρασκευή πυροβολικού. Στόχος 32 ιταλικών πυροβόλων
έγινε τώρα η Γκραμπάλα.
Το
ύψωμα αυτό βρίσκεται σε απόσταση 4 χλμ. περίπου από το Καλπάκι.
Αποτελούσε το άκρο δεξιό της τοποθεσίας αντίστασης, και κατ’ επέκταση
σημείο-κλειδί της όλης τοποθεσίας.
Αν
έπεφτε η Γκραμπάλα, ολόκληρη η τοποθεσία του Καλπακίου θα κατέρρεε.
Αυτό το γνώριζαν και οι Ιταλοί, οι οποίοι, με οδηγούς Αλβανούς, που
γνώριζαν καλά το έδαφος, επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά το βράδυ της 2ας προς
3η Νοεμβρίου κατά της Γκραμπάλας, εν μέσω σφοδρής θύελλας, και κατέλαβαν
δύο από τις τρεις κορυφές της. Ο Κατσιμήτρος στο άκουσμα της είδησης
διέταξε άμεση αντεπίθεση με όλες τις διαθέσιμες εφεδρείες.
Τελικά, συγκεντρώθηκαν δύο λόχοι του 15ου ΣΠ, υπό τους αντισυνταγματάρχη Κυριαζή και ταγματάρχη Πανταζή.
Οι ελληνικές δυνάμεις όμως καθηλώθηκαν από τη σφοδρή θύελλα. Υπό αυτές τις συνθήκες ήταν αδύνατο να εξαπολυθεί αντεπίθεση.
Η
θύελλα ωστόσο εμπόδισε και τους Ιταλούς να ενισχύσουν τα επί της
Γκραμπάλας τμήματά τους. Βορειότερα, στον Αώο, οι αλπινιστές της
«Τζούλια» επιχείρησαν να ανατρέψουν το απόσπασμα Φριζή και να
πλαγιοκοπήσουν την VIII MΠ. Αποκρούστηκαν και οι δύο απόπειρές τους με
απώλειες – 5 νεκροί, 24 αιχμάλωτοι.
Τα
ξημερώματα της 3ης Νοεμβρίου, ο 1ος και ο 7ος Λόχος του 15ου ΣΠ
επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά, και με την ξιφολόγχη και με την ιαχή «Αέρα»,
ανέτρεψαν τα εχθρικά τμήματα.
Την
ίδια ώρα ένα ιταλικό τάγμα ανέβαινε στο ύψωμα για να ενισχύσει το τμήμα
που το είχε καταλάβει, χωρίς να γνωρίζει ότι αυτό είχε ήδη ανατραπεί
από την ελληνική αντεπίθεση.
Οι
υποχωρούντες Ιταλοί και Αλβανοί αναμείχθηκαν με το εν λόγω τάγμα,
προκαλώντας του σύγχυση. Έτσι, όταν και αυτό δέχτηκε με τη σειρά του την
ελληνική επίθεση, τράπηκε σε φυγή. Πιο χαμηλά, σε μια από τις πλαγιές
της Γκραμπάλας, είχε πάρει θέσεις ολόκληρο το ιταλικό 47ο ΣΠ. Με την
ανακατάληψη όμως του υψώματος από τους Έλληνες, έγινε αντιληπτό από τους
παρατηρητές του πυροβολικού.
Το
αποτέλεσμα ήταν τραγικό για τους Ιταλούς. Τέσσερις ελληνικές
πυροβολαρχίες άρχισαν συγκεντρωτικό πυρ εναντίον του και το διέλυσαν. Οι
ιταλικές απώλειες επί του υψώματος ήταν επίσης βαριές – 20 νεκροί, 60
τραυματίες και 6 αιχμάλωτοι. Στα χέρια των Ελλήνων περιήλθαν τρία
πολυβόλα και τέσσερις όλμοι. Οι ελληνικές απώλειες ανήλθαν σε 8 νεκρούς
και 27 τραυματίες.
Ωστόσο,
η μόνη έως τότε ιταλική επιτυχία -και μάλιστα επιτυχία σοβαρή- είχε
ακυρωθεί. Με το πρώτο φως της ημέρας, το ιταλικό πυροβολικό άρχισε και
πάλι να βάλλει καταιγιστικά κατά των ελληνικών θέσεων.
Από
τις 10.00, στο βομβαρδισμό συμμετείχε και η Ιταλική Αεροπορία. Με το
βομβαρδισμό αυτό η ιταλική ηγεσία επιθυμούσε να ανοίξει δρόμο στην
επίθεση των «Κενταύρων» της.
Ο
βομβαρδισμός συνεχίστηκε με την ίδια ένταση μέχρι τις πρώτες
απογευματινές ώρες, οπότε και εμφανίστηκαν εμπρός από το Καλπάκι 60
περίπου ιταλικά άρματα. Τα άρματα αυτά, καλυπτόμενα από ένα λόχο
μοτοσικλετιστών, θα αποτελούσαν το πρώτο κλιμάκιο εφόδου κατά του
υψώματος του Καλπακίου. Τα ιταλικά άρματα προχώρησαν, παρά το φραγμό του
ελληνικού πυροβολικού, φτάνοντας σε απόσταση 300 μ. από τις ελληνικές
θέσεις.
Εκεί
ακινητοποιήθηκαν από τα αντιαρματικά φράγματα σιδηροτροχιών και
επιχείρησαν να κινηθούν εκατέρωθεν. Και πάλι όμως έπεσαν σε αντιαρματική
τάφρο και στη συνέχεια σε ναρκοπέδιο.
Αμέσως
μετά την ανατίναξη δύο ιταλικών αρμάτων, ανέλαβε δράση το αντιαρματικό
συγκρότημα που είχε οργανώσει ο Κατσιμήτρος – 8 πεδινά πυροβόλα των 75
χιλ., 4 πυροβόλα των 105 χιλ. και 4 αντιαρματικά πυροβόλα των 37 χιλ.
Το
αποτέλεσμα ήταν συντριπτικό. Τα ιταλικά άρματα τινάζονταν στο αέρα το
ένα μετά το άλλο, την ώρα που οι Εύζωνοι του 40ού ΣΕ επιχειρούσαν να
βγουν από τα χαρακώματα και να τα λογχίσουν! Πολλοί κάτοικοι των γύρω
χωριών ανέβηκαν στα γύρω υψώματα και παρακολουθούσαν τη μάχη. Βλέποντας
δε την τύχη των ιταλικών αρμάτων, άρχισαν όλοι μαζί να φωνάζουν: «Βάρα
τους, κυρ λοχαγέ! Δώσε τους να καταλάβουν τι παει να πει Ελληνικός
Στρατός»!
Υπό
αυτές τις συνθήκες, όσα άρματα «επιβίωσαν», μαζί με τους Βερσαλιέρους
μοτοσικλετιστές, υποχώρησαν άτακτα, με τους Έλληνες να κραυγάζουν
όρθιοι «Αέρα» και να σφυρίζουν περιπαικτικά. Καταστράφηκαν 9 άρματα
μάχης, και κυριεύτηκαν 50 μοτοσικλέτες, ένα γεφυροφόρο άρμα, πολυβόλα,
τυφέκια.
Επι τόπου μετρήθηκαν 20 Ιταλοί νεκροί και περισυνελέγησαν 12 βαριά τραυματίες.
Ωστόσο,
φοβούμενος επίθεση κατά του υποτομέα Καλαμά με άρματα, ο Κατσιμήτρος
διέταξε τα εκεί στρατεύματα να υποχωρήσουν πίσω από τη νότια όχθη του
ποταμού. Η υποχώρηση έγινε χωρίς οι Ιταλοί να αντιληφθούν το παραμικρό.
Τα
ξημερώματα της 4ης Νοεμβρίου, οι Ιταλοί επιχείρησαν να περάσουν τον
Καλαμά στο ύψος της Βροντισμένης, και τα κατάφεραν. Άμεση όμως
αντεπίθεση του 1ου Τάγματος Πολυβόλων τούς έριξε και πάλι πίσω, με
σημαντικές απώλειες, κυρίως σε πνιγμένους.
Το
πρωί το ιταλικό πυροβολικό άρχισε να σφυροκοπά την Γκραμπάλα και την
Ασσόνισα. Διαρκούντος του βομβαρδισμού του πυροβολικού, εμφανίστηκε και η
Ιταλική Αεροπορία, τα αεροσκάφη της οποίας βομβάρδισαν και πολυβόλησαν
τις ελληνικές θέσεις από χαμηλό ύψος. Παρ’ όλα αυτά, οι Ιταλοί δεν
αποτόλμησαν νέα επίθεση.
Ήταν
εμφανές ότι συγκέντρωναν ακόμα ισχυρότερες δυνάμεις, ενώ παράλληλα
προσπαθούσαν να καταπονήσουν τις ελληνικές. Ο Κατσιμήτρος φρόντισε να
ενισχύσει και αυτός τις θέσεις του, προωθώντας το 39ο ΣΕ.
Επίσης,
διέταξε την εκπομπή περιπόλων σε όλη τη ζώνη της Μεραρχίας, κυρίως για
ψυχολογικούς λόγους. Οι ελληνικές περίπολοι όμως αιφνιδίασαν τους
Ιταλούς, σε σημείο ο Πράσκα να αναφέρει ότι «οι ηρωικοί Βερσαλιέροι
υπέστησαν απροσδόκητη επίθεση από συντριπτικά υπέρτερες δυνάμεις»!
Βορειότερα, οι Ιταλοί επιχείρησαν να διασχίσουν τον Αώο, αλλά και πάλι
αποκρούστηκαν.
Ωστόσο,
επίθεση ετοίμαζαν οι Ιταλοί και κατά του παραλιακού τομέα. Το Μηχανικό
τους κατασκεύαζε γέφυρες για να περάσουν τα τμήματα τον Καλαμά, νότια
των Φιλιατών. Το ελληνικό πυροβολικό αντέδρασε και τίναξε στον αέρα μία
από αυτές.
Την
5η Νοεμβρίου, οι Ιταλοί ήταν έτοιμοι να συνεχίσουν την επίθεσή τους
τόσο κατά του Καλπακίου, όσο και στον παραλιακό τομέα. Για το σκοπό
αυτό, το πυροβολικό τους άρχισε σφοδρό βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων,
συνεπικουρούμενο, λίγο αργότερα, και από την Αεροπορία.
Ο
Κατσιμήτρος είχε στο μεταξύ ενισχύσει την αντιαεροπορική του άμυνα,
διατάσσοντας την μεταστάθμευση μιας πυροβολαρχίας των 88 χιλ. από τα
Ιωάννινα στο Καλπάκι. Η πυροβολαρχία αυτή, υπό τον λοχαγό Ζαρονίκο,
κατέρριψε δύο ιταλικά βομβαρδιστικά. Σε ένα από αυτά βρέθηκαν δύο
δέματα με μαύρα μαντίλια.
Απορημένος
ο Κατσιμήτρος, ρώτησε Ιταλούς αιχμαλώτους για τη σημειολογία τους, κι
εκείνοι του απάντησαν ότι τα μαντίλια θα τα έριχναν τα αεροπλάνα πάνω
από τα Ιωάννινα για να τρομοκρατήσουν τον πληθυσμό, ο οποίος υποτίθεται
θα πενθούσε τους χιλιάδες νεκρούς του.
Γύρω
στις 14.30, οι Ιταλοί εξαπέλυσαν την αναμενόμενη επίθεσή τους. Στον
τομέα του Καλπακίου, τα επιτιθέμενα τμήματά τους διαλύθηκαν από το
ελληνικό πυροβολικό, πριν καν προλάβει το ελληνικό πεζικό να ανοίξει
πυρ.
Στον
κεντρικό τομέα, οι Ιταλοί κατάφεραν να περάσουν τον Καλαμά, αλλά
ελληνική αντεπίθεση τους έριξε και πάλι μέσα και πέρα από τον ποταμό.
Νέα επίθεση στο ύψος του χωριού Παρακάλαμου, υποστηριζόμενη από
επιλαρχία αρμάτων, απέτυχε επίσης παταγωδώς και 15 άρματα
εγκαταλείφθηκαν – αργότερα κυριεύτηκαν από τις ελληνικές δυνάμεις.
Η
μόνη ιταλική επιτυχία επετεύχθη στον παραλιακό τομέα. Εκεί οι Ιταλοί
πέρασαν με ισχυρές δυνάμεις τον ποταμό και ανέτρεψαν ένα μοναχικό
ελληνικό τάγμα. Ο Κατσιμήτρος διέταξε τότε τα εκεί τμήματα να
συμπτυχθούν νοτιότερα, καλύπτοντας την οδό Ηγουμενίτσας-Μαργαριτίου.
Σε
περίπτωση που οι Ιταλοί διασπούσαν και αυτή την τοποθεσία, τα ελληνικά
τμήματα θα υποχωρούσαν πίσω από τον ποταμό Αχέροντα. Εκεί όφειλαν να
κρατήσουν πάση θυσία τον εχθρό.
Το απόγευμα της 5ης Νοεμβρίου, οι Ιταλοί εξαπέλυσαν και νέα επίθεση κατά του Καλπακίου, με την υποστήριξη του πυροβολικού.
Το
ελληνικό πυροβολικό απάντησε με σφοδρότητα. Η πυροβολαρχία του
Βαμβέτσου μάλιστα τίναξε στον αέρα ιταλικό παρατηρητήριο και τους εντός
αυτού έξι Ιταλούς αξιωματικούς.
Κατόπιν
τούτου, η ιταλική επίθεση εκφυλίστηκε. Το βράδυ οι Έλληνες διαβιβαστές
υπέκλεψαν ιταλικά σήματα, που έκαναν λόγο για αναστολή των επιθέσεων,
μέχρι την άφιξη ενισχύσεων.
Μιλούσαν
μάλιστα και για τις μέχρι τότε ιταλικές απώλειες, ανεβάζοντάς τες
στους 2.228 άνδρες, και αυτά μόλις επτά ημέρες από την εισβολή και 56
ώρες από την έναρξη της πραγματικής μάχης.
Η
επόμενη ημέρα πέρασε σχετικά ήρεμα. Οι Ιταλοί έλειχαν ακόμα τις πληγές
τους, και μόνο στον τομέα Βροντισμένης αποτόλμησαν επίθεση, η οποία
κατεπνίγη εν τη γενέσει της από το εξαίρετο ελληνικό πυροβολικό.
Στον
παραλιακό τομέα, οι Ιταλοί, αφού κατέλαβαν την Ηγουμενίτσα, προήλασαν
νοτιότερα, χωρίς να επιτύχουν επαφή με τα ελληνικά τμήματα που έπαιρναν
θέσεις στον Αχέροντα. Τμήμα ωστόσο της Ηγουμενίτσας πυρπολήθηκε από τους
Ιταλούς και τους Αλβανούς.
Οι
Ιταλοί πάντως δεν είχαν ακόμα παντελώς απογοητευθεί. Έτσι, την 7η
Νοεμβρίου εξαπέλυσαν την σοβαρότερη ίσως επίθεσή τους κατά της
τοποθεσίας Καλπακίου. Οι προσπάθειές τους επικεντρώθηκαν και πάλι κατά
της Γκραμπάλας και της Ασσόνισας. Οι πρώτες ιταλικές επιθέσεις
αποκρούστηκαν μάλλον εύκολα και με σοβαρές για τους Ιταλούς απώλειες.
Το
βράδυ, όμως, νέα ιταλική επίθεση, υποστηριζόμενη από σφοδρά πυρά
πυροβολικού, κατόρθωσε να ανατρέψει τα ελληνικά τμήματα στην Γκραμπάλα
και να καταλάβει μέρος του υψώματος.
Σχεδόν
αμέσως εξαπολύθηκε αντεπίθεση δύο ελληνικών λόχων, υπό τον ταγματάρχη
Πανταζή. Με τη λόγχη και τις χειροβομβίδες, φωνάζοντας «Αέρα», τα
ελληνικά τμήματα ξεχύθηκαν στη γυμνή βουνοπλαγιά. Ακολούθησε πραγματικά
μάχη εκ του συστάδην. Οι αντίπαλοι πιάστηκαν στα χέρια. Πολεμούσαν ακόμα
και με τα χέρια, ακόμα και με τα δόντια.
Στο
τέλος όμως οι Ιταλοί λύγισαν. Οι Έλληνες φάνηκαν πολύ καλύτεροί τους.
Τουλάχιστον 46 νεκροί Ιταλοί καταμετρήθηκαν. Άλλοι 7 αιχμαλωτίστηκαν.
Στα χέρια των Ελλήνων έπεσαν επίσης 5 όλμοι, 3 πολυβόλα, 4 οπλοπολυβόλα,
τυφέκια και πυρομαχικά.
Οι
Ιταλοί ανήκαν στο περίφημο 47ο ΣΠ, το λεγόμενο «Σύνταγμα Θανάτου». Οι
Έλληνες είχαν 9 νεκρούς και 29 τραυματίες. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν
και ο ανθυπολοχαγός Νίκος Χατζόπουλος, ένας πραγματικός Έλληνας. Πρώτος
όρμησε στη φωτιά, επικεφαλής των ανδρών, εμψυχώνοντάς τους και δίνοντάς
τους το παράδειγμα της αυτοθυσίας. Ολόκληρο το 15ο ΣΠ τον έκλαψε.
Η
επίθεση αυτή αποτέλεσε το κύκνειο άσμα της ιταλικής επίθεσης κατά της
τοποθεσίας Καλπακίου. Η ελληνική άμυνα συνέτριψε τις ιταλικές δυνάμεις
και, πάνω από όλα, την ιταλική αλαζονεία.
Η
νίκη του Καλπακίου είχε εξαιρετική σημασία. Πέραν του ότι ματαίωσε σε
καθαρά στρατιωτικό επίπεδο την απόπειρα διείσδυσης των Ιταλών στο
ελληνικό έδαφος, είχε και τεράστιο ψυχολογικό αντίκτυπο και στα δύο
στρατόπεδα, αλλά και στον κόσμο ολόκληρο.
Η
ήττα στο Καλπάκι αποτέλεσε εξαιρετικά δυσάρεστη έκπληξη για την ιταλική
ηγεσία, πολιτική και στρατιωτική. Η σιγουριά των Ιταλών για έναν
γρήγορο, «ευχάριστο» πόλεμο, διαψεύστηκε, με τραγικά μάλιστα
αποτελέσματα. Η νίκη έστεψε τα Ελληνικά Οπλα.
Ο
Ιωάννης Μεταξάς στο άκουσμα της νίκης πήγε και προσευχήθηκε μόνος του
στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης. Το ΟΧΙ που είπε, είχε γραφτεί και με το
αίμα των εχθρών της Ελλάδας.
Τμήμα ιστoρικών αφιερωμάτων defencenet.gr με στοιχεία από το περιοδικό “ΠΟΛΕΜΟΣ & ΙΣΤΟΡΙΑ”.
Ήπειρος Προμαχούσα
Η
απόσυρση των ελληνικών προκαλυπτικών τμημάτων αποτέλεσε μία ακόμα
πρώτου μεγέθους έκπληξη για τους Ιταλούς, οι οποίοι μέχρι εκείνη τη
στιγμή αντιμετώπισαν ισχυρή αντίσταση.
Το
μέγεθος του αιφνιδιασμού τους ήταν δε τέτοιο, ώστε δεν κατόρθωσαν να
λάβουν καν επαφή με τις ελληνικές γραμμές. Για 32 περίπου ώρες, οι
ιταλικές δυνάμεις είχαν χάσει τα ίχνη των ελληνικών.
Μόνο
το ελληνικό πυροβολικό, έχοντας από πριν κανονίσει τη βολή του, έβαλλε,
όχι πυκνά, μα εξαιρετικά εύστοχα κατά εισβολέων. Στο μεταξύ, ο
Κατσιμήτρος είχε λάβει καλές ειδήσεις από το ΓΕΣ.
Οι
Βρετανοί θα κάλυπταν τις ελληνικές ακτές με το στόλο τους. Άρα, η
Μεραρχία μπορούσε να αποσύρει τα τμήματα που είχε αγκιστρώσει να
φρουρούν τις ακτές και να τα διαθέσει στην κρίσιμη μάχη.
Έφτασε
έτσι η τελευταία μέρα του Οκτωβρίου. Από το πρωί της 31ης Οκτωβρίου, οι
Ιταλοί επιδίωξαν να λάβουν στενή επαφή με την ελληνική τοποθεσία
αντίστασης. Δεν το κατόρθωσαν, όμως, καθώς το ελληνικό πυροβολικό τούς
προκάλεσε συντριπτικά πλήγματα.
Οι
Ιταλοί επικέντρωσαν την προσπάθειά τους στον παραλιακό τομέα, όπου, με
την υποστήριξη πυροβολικού και όλμων, επιχείρησαν να περάσουν τον
Καλαμά. Αποκρούστηκαν, με απώλειες, από τα ελληνικά τμήματα. 7
Την
ίδια ώρα, τα αλβανικά τμήματα του Ιταλικού Στρατού λεηλατούσαν τα
ελληνικά χωριά που κυριεύτηκαν από τους Ιταλούς. Από τις 10.30, το
ιταλικό πυροβολικό άρχισε να βάλλει κατά της τοποθεσίας Καλπακίου. Σε
λίγο ακολούθησε και η Ιταλική Αεροπορία. Ο βομβαρδισμός αυτός δεν είχε
αποτέλεσμα, και προκάλεσε ελάχιστες απώλειες στα ελληνικά τμήματα.
Βορειότερα,
η κατάσταση για τα ελληνικά όπλα δεν ήταν ευνοϊκή. Το Απόσπασμα Πίνδου
είχε καμφθεί και υποχωρήσει, αφήνοντας ακάλυπτο το δεξί πλευρό της VΙΙΙ
Μεραρχίας.
Για
να αντιμετωπίσει τη δυσμενή αυτή εξέλιξη, το ΓΕΣ ειδοποίησε τη Μεραρχία
ότι πιθανόν θα έπρεπε να υποχωρήσει και αυτή. Ο Κατσιμήτρος βέβαια δεν
σκεφτόταν καν ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Συγκρότησε
το Απόσπασμα Αώου, με δύο τάγματα πεζικού, μία πυροβολαρχία, έναν
ουλαμό των 65 χιλ. και μία διμοιρία πολυβόλων, το οποίο έθεσε υπό τον
εβραϊκής καταγωγής ήρωα αντισυνταγματάρχη Μ.Φριζή, με εντολή να καλύψει
το δεξιό της Μεραρχίας.
Την
ίδια ώρα, στο άλλο άκρο του μετώπου, συνέβη ένα άλλο σημαντικό γεγονός,
τεράστιου ηθικού αντίκτυπου. Δύο ελληνικά αντιτορπιλικά, τα «Σπέτσαι»
και «Ψαρά», με επικεφαλής τον τότε αντιπλοίαρχο Κώνστα, βομβάρδισαν τις
ιταλικές θέσεις κατά μήκος των ακτών της Θεσπρωτίας, στην περιοχή
Σαγιάδας.
Τα
ελληνικά πλοία, σημαιοστολισμένα, βομβάρδισαν για δύο ώρες τις ιταλικές
θέσεις, και κατόπιν αποχώρησαν ανενόχλητα. Ο ενθουσιασμός των
στρατιωτών του παραλιακού τομέα ήταν απερίγραπτος, καθώς είδαν τα δύο
μοναχικά ελληνικά αντιτορπιλικά να αψηφούν τον πανίσχυρο ιταλικό στόλο
και να ενισχύουν το σκληρό αγώνα τους.
Η
πρώτη ημέρα του Νοεμβρίου κύλησε, με τους Ιταλούς να μην μπορούν ακόμα
να λάβουν επαφή με την ελληνική τοποθεσία αντίστασης. Η Ιταλική
Αεροπορία εξαπέλυσε σειρά επιδρομών.
Οι
απώλειες της Μεραρχίας ήταν ελάχιστες, περιοριζόμενες σε λίγους
τραυματίες και μερικά τηλεφωνικά καλώδια. Παράλληλα με τη δράση της
Αεροπορίας, βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων άρχισε και το εχθρικό
πυροβολικό.
Οι
Ιταλοί, υπό την κάλυψη του βομβαρδισμού, σκόπευαν να προωθήσουν τις
δυνάμεις, λαμβάνοντας στενή επαφή με την ελληνική αμυντική τοποθεσία,
με στόχο την εξαπόλυση σφοδρής, συνδυασμένης επίθεσης πεζικού και
αρμάτων κατά της τοποθεσίας Καλπακίου. Πίσω, το Μηχανικό τους αγωνιζόταν
να επισκευάσει τις ανατιναγμένες γέφυρες και τους κατεστραμμένους
δρόμους.
Στην
περιοχή των Αγίων, ιταλικός λόχος Μηχανικού γκρέμισε ένα μικρό
εκκλησάκι της Αγ. Παρασκευής, για να επισκευάσει με το υλικό την
ανατιναγμένη γέφυρα του Γόρμου.
Το
ελληνικό πυροβολικό όμως απάντησε στην ιεροσυλία, μέσω της
«πυροβολαρχίας-φάντασμα», όπως την ονόμασαν οι Ιταλοί, των 105 χιλ. του
λοχαγού Βαμβέτσου. Άνοιξε πυρ εναντίον τους από απόσταση 7 χλμ.
περίπου, βρίσκοντας ακριβώς το στόχο.
Καίρια
ελληνική βολή σκότωσε 50 Ιταλούς και τραυμάτισε άλλους τόσους. Το
ιταλικό πυροβολικό επιχείρησε να απαντήσει με δύο πυροβολαρχίες. Και
αυτές όμως αναγκάστηκαν να σιγήσουν από τα εύστοχα ελληνικά πυρά.
Αλλά και στην περιοχή του Παρακάλαμου, απόπειρα ιταλικού τεθωρακισμένου τμήματος να προελάσει, αναχαιτίστηκε από τον Κωστάκη.
Από
απόσταση 5 χλμ., τα ελληνικά πυροβόλα τίναξαν στον αέρα ιταλικά άρματα
και οχήματα, αναγκάζοντας τα υπόλοιπα να τρέξουν να καλυφθούν.
Βορειότερα, ο Βερσής καθήλωνε με τη σειρά του τις φάλαγγες της Φεράρα.
Το ελληνικό πυροβολικό είχε καταστεί ο εφιάλτης των Ιταλών όλο αυτό το
διάστημα.
Το
πρωί της 2ας Νοεμβρίου, οι διαβιβαστές της Μεραρχίας υπέκλεψαν ένα σήμα
του Ιταλού διοικητή του ΧΧV Σώματος Στρατού, αντιστράτηγου Ρόσι, το
οποίο προέτρεπε την Ιταλική Αεροπορία να πλήξει σκληρά τον εχθρό,
εκμεταλλευόμενη την καλοκαιρία.
Πραγματικά,
η Ιταλική Αεροπορία εμφανίστηκε μαζικά επάνω από το πεδίο της μάχης,
χωρίς όμως να επιτύχει τίποτε το ιδιαίτερο. Μόνο η επίθεσή της κατά της
πόλης των Ιωαννίνων στοίχισε τη ζωή σε αρκετούς άμαχους.
Η
Ιταλική Αεροπορία βομβάρδιζε τις ελληνικές θέσεις επί τρεις συνεχόμενες
ώρες. Στις 12.00, η Αεροπορία αποχώρησε και τη σκυτάλη έλαβε το
ιταλικό πυροβολικό. Η Γκραμπάλα, η Ασσόνισα, τα γύρω από το Καλπάκι
υψώματα, κάηκαν από την ιταλική φωτιά. Τουλάχιστον 100 ιταλικά πυροβόλα
κάθε διαμετρήματος συμμετείχαν στην προπαρασκευή, επί τρεις ώρες.
Τελικά,
γύρω στις 15.00, το ιταλικό πυροβολικό ήρε τα πυρά του, και το πεζικό
εξόρμησε. Το ιταλικό πεζικό εξόρμησε σε σχηματισμό, πυκνό, έτσι ώστε να
διοικείται εύκολα. Σε καμία περίπτωση όμως ο σχηματισμός αυτός δεν ήταν
κατάλληλος για προσπέλαση απέναντι στα ελληνικά όπλα.
Αμέσως,
το ελληνικό πυροβολικό, έχοντας παρατηρητήρια σε όλα τα δεσπόζοντα
υψώματα, άνοιξε καταχθόνιο πυρ κατά των Ιταλών, προκαλώντας τους
συντριπτικά πλήγματα και αναγκάζοντάς τους, στις περισσότερες
περιπτώσεις, να καθηλωθούν. Ένα δε συγκρότημα δύο ταγμάτων βλήθηκε τόσο
καίρια, που διαλύθηκε.
Οι άνδρες του εγκατέλειψαν τα όπλα τους και τράπηκαν σε φυγή – κατορθώθηκε η ανασυγκρότησή τους 20 χλμ. πίσω από το μέτωπο.
Κάποια
εχθρικά τμήματα, υποστηριζόμενα από όλμους και πολυβόλα, κατάφεραν να
πλησιάσουν σε απόσταση εφόδου από τις ελληνικές θέσεις. Τότε το λόγο
έλαβαν τα Μάνλιχερ, τα πολυβόλα και τα οπλοπολυβόλα του πεζικού.
Οι
Ιταλοί καθηλώθηκαν, μην μπορώντας να κινηθούν ούτε μπρος ούτε πίσω.
Καθώς πλησίαζε η νύχτα και οι Ιταλοί δεν είχαν κατορθώσει το παραμικρό,
άρχισε νέα ισχυρή προπαρασκευή πυροβολικού. Στόχος 32 ιταλικών πυροβόλων
έγινε τώρα η Γκραμπάλα.
Το
ύψωμα αυτό βρίσκεται σε απόσταση 4 χλμ. περίπου από το Καλπάκι.
Αποτελούσε το άκρο δεξιό της τοποθεσίας αντίστασης, και κατ’ επέκταση
σημείο-κλειδί της όλης τοποθεσίας.
Αν
έπεφτε η Γκραμπάλα, ολόκληρη η τοποθεσία του Καλπακίου θα κατέρρεε.
Αυτό το γνώριζαν και οι Ιταλοί, οι οποίοι, με οδηγούς Αλβανούς, που
γνώριζαν καλά το έδαφος, επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά το βράδυ της 2ας προς
3η Νοεμβρίου κατά της Γκραμπάλας, εν μέσω σφοδρής θύελλας, και κατέλαβαν
δύο από τις τρεις κορυφές της. Ο Κατσιμήτρος στο άκουσμα της είδησης
διέταξε άμεση αντεπίθεση με όλες τις διαθέσιμες εφεδρείες.
Τελικά, συγκεντρώθηκαν δύο λόχοι του 15ου ΣΠ, υπό τους αντισυνταγματάρχη Κυριαζή και ταγματάρχη Πανταζή.
Οι ελληνικές δυνάμεις όμως καθηλώθηκαν από τη σφοδρή θύελλα. Υπό αυτές τις συνθήκες ήταν αδύνατο να εξαπολυθεί αντεπίθεση.
Η
θύελλα ωστόσο εμπόδισε και τους Ιταλούς να ενισχύσουν τα επί της
Γκραμπάλας τμήματά τους. Βορειότερα, στον Αώο, οι αλπινιστές της
«Τζούλια» επιχείρησαν να ανατρέψουν το απόσπασμα Φριζή και να
πλαγιοκοπήσουν την VIII MΠ. Αποκρούστηκαν και οι δύο απόπειρές τους με
απώλειες – 5 νεκροί, 24 αιχμάλωτοι.
Τα
ξημερώματα της 3ης Νοεμβρίου, ο 1ος και ο 7ος Λόχος του 15ου ΣΠ
επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά, και με την ξιφολόγχη και με την ιαχή «Αέρα»,
ανέτρεψαν τα εχθρικά τμήματα.
Την
ίδια ώρα ένα ιταλικό τάγμα ανέβαινε στο ύψωμα για να ενισχύσει το τμήμα
που το είχε καταλάβει, χωρίς να γνωρίζει ότι αυτό είχε ήδη ανατραπεί
από την ελληνική αντεπίθεση.
Οι
υποχωρούντες Ιταλοί και Αλβανοί αναμείχθηκαν με το εν λόγω τάγμα,
προκαλώντας του σύγχυση. Έτσι, όταν και αυτό δέχτηκε με τη σειρά του την
ελληνική επίθεση, τράπηκε σε φυγή. Πιο χαμηλά, σε μια από τις πλαγιές
της Γκραμπάλας, είχε πάρει θέσεις ολόκληρο το ιταλικό 47ο ΣΠ. Με την
ανακατάληψη όμως του υψώματος από τους Έλληνες, έγινε αντιληπτό από τους
παρατηρητές του πυροβολικού.
Το
αποτέλεσμα ήταν τραγικό για τους Ιταλούς. Τέσσερις ελληνικές
πυροβολαρχίες άρχισαν συγκεντρωτικό πυρ εναντίον του και το διέλυσαν. Οι
ιταλικές απώλειες επί του υψώματος ήταν επίσης βαριές – 20 νεκροί, 60
τραυματίες και 6 αιχμάλωτοι. Στα χέρια των Ελλήνων περιήλθαν τρία
πολυβόλα και τέσσερις όλμοι. Οι ελληνικές απώλειες ανήλθαν σε 8 νεκρούς
και 27 τραυματίες.
Ωστόσο,
η μόνη έως τότε ιταλική επιτυχία -και μάλιστα επιτυχία σοβαρή- είχε
ακυρωθεί. Με το πρώτο φως της ημέρας, το ιταλικό πυροβολικό άρχισε και
πάλι να βάλλει καταιγιστικά κατά των ελληνικών θέσεων.
Από
τις 10.00, στο βομβαρδισμό συμμετείχε και η Ιταλική Αεροπορία. Με το
βομβαρδισμό αυτό η ιταλική ηγεσία επιθυμούσε να ανοίξει δρόμο στην
επίθεση των «Κενταύρων» της.
Ο
βομβαρδισμός συνεχίστηκε με την ίδια ένταση μέχρι τις πρώτες
απογευματινές ώρες, οπότε και εμφανίστηκαν εμπρός από το Καλπάκι 60
περίπου ιταλικά άρματα. Τα άρματα αυτά, καλυπτόμενα από ένα λόχο
μοτοσικλετιστών, θα αποτελούσαν το πρώτο κλιμάκιο εφόδου κατά του
υψώματος του Καλπακίου. Τα ιταλικά άρματα προχώρησαν, παρά το φραγμό του
ελληνικού πυροβολικού, φτάνοντας σε απόσταση 300 μ. από τις ελληνικές
θέσεις.
Εκεί
ακινητοποιήθηκαν από τα αντιαρματικά φράγματα σιδηροτροχιών και
επιχείρησαν να κινηθούν εκατέρωθεν. Και πάλι όμως έπεσαν σε αντιαρματική
τάφρο και στη συνέχεια σε ναρκοπέδιο.
Αμέσως
μετά την ανατίναξη δύο ιταλικών αρμάτων, ανέλαβε δράση το αντιαρματικό
συγκρότημα που είχε οργανώσει ο Κατσιμήτρος – 8 πεδινά πυροβόλα των 75
χιλ., 4 πυροβόλα των 105 χιλ. και 4 αντιαρματικά πυροβόλα των 37 χιλ.
Το
αποτέλεσμα ήταν συντριπτικό. Τα ιταλικά άρματα τινάζονταν στο αέρα το
ένα μετά το άλλο, την ώρα που οι Εύζωνοι του 40ού ΣΕ επιχειρούσαν να
βγουν από τα χαρακώματα και να τα λογχίσουν! Πολλοί κάτοικοι των γύρω
χωριών ανέβηκαν στα γύρω υψώματα και παρακολουθούσαν τη μάχη. Βλέποντας
δε την τύχη των ιταλικών αρμάτων, άρχισαν όλοι μαζί να φωνάζουν: «Βάρα
τους, κυρ λοχαγέ! Δώσε τους να καταλάβουν τι παει να πει Ελληνικός
Στρατός»!
Υπό
αυτές τις συνθήκες, όσα άρματα «επιβίωσαν», μαζί με τους Βερσαλιέρους
μοτοσικλετιστές, υποχώρησαν άτακτα, με τους Έλληνες να κραυγάζουν
όρθιοι «Αέρα» και να σφυρίζουν περιπαικτικά. Καταστράφηκαν 9 άρματα
μάχης, και κυριεύτηκαν 50 μοτοσικλέτες, ένα γεφυροφόρο άρμα, πολυβόλα,
τυφέκια.
Επι τόπου μετρήθηκαν 20 Ιταλοί νεκροί και περισυνελέγησαν 12 βαριά τραυματίες.
Ωστόσο,
φοβούμενος επίθεση κατά του υποτομέα Καλαμά με άρματα, ο Κατσιμήτρος
διέταξε τα εκεί στρατεύματα να υποχωρήσουν πίσω από τη νότια όχθη του
ποταμού. Η υποχώρηση έγινε χωρίς οι Ιταλοί να αντιληφθούν το παραμικρό.
Τα
ξημερώματα της 4ης Νοεμβρίου, οι Ιταλοί επιχείρησαν να περάσουν τον
Καλαμά στο ύψος της Βροντισμένης, και τα κατάφεραν. Άμεση όμως
αντεπίθεση του 1ου Τάγματος Πολυβόλων τούς έριξε και πάλι πίσω, με
σημαντικές απώλειες, κυρίως σε πνιγμένους.
Το
πρωί το ιταλικό πυροβολικό άρχισε να σφυροκοπά την Γκραμπάλα και την
Ασσόνισα. Διαρκούντος του βομβαρδισμού του πυροβολικού, εμφανίστηκε και η
Ιταλική Αεροπορία, τα αεροσκάφη της οποίας βομβάρδισαν και πολυβόλησαν
τις ελληνικές θέσεις από χαμηλό ύψος. Παρ’ όλα αυτά, οι Ιταλοί δεν
αποτόλμησαν νέα επίθεση.
Ήταν
εμφανές ότι συγκέντρωναν ακόμα ισχυρότερες δυνάμεις, ενώ παράλληλα
προσπαθούσαν να καταπονήσουν τις ελληνικές. Ο Κατσιμήτρος φρόντισε να
ενισχύσει και αυτός τις θέσεις του, προωθώντας το 39ο ΣΕ.
Επίσης,
διέταξε την εκπομπή περιπόλων σε όλη τη ζώνη της Μεραρχίας, κυρίως για
ψυχολογικούς λόγους. Οι ελληνικές περίπολοι όμως αιφνιδίασαν τους
Ιταλούς, σε σημείο ο Πράσκα να αναφέρει ότι «οι ηρωικοί Βερσαλιέροι
υπέστησαν απροσδόκητη επίθεση από συντριπτικά υπέρτερες δυνάμεις»!
Βορειότερα, οι Ιταλοί επιχείρησαν να διασχίσουν τον Αώο, αλλά και πάλι
αποκρούστηκαν.
Ωστόσο,
επίθεση ετοίμαζαν οι Ιταλοί και κατά του παραλιακού τομέα. Το Μηχανικό
τους κατασκεύαζε γέφυρες για να περάσουν τα τμήματα τον Καλαμά, νότια
των Φιλιατών. Το ελληνικό πυροβολικό αντέδρασε και τίναξε στον αέρα μία
από αυτές.
Την
5η Νοεμβρίου, οι Ιταλοί ήταν έτοιμοι να συνεχίσουν την επίθεσή τους
τόσο κατά του Καλπακίου, όσο και στον παραλιακό τομέα. Για το σκοπό
αυτό, το πυροβολικό τους άρχισε σφοδρό βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων,
συνεπικουρούμενο, λίγο αργότερα, και από την Αεροπορία.
Ο
Κατσιμήτρος είχε στο μεταξύ ενισχύσει την αντιαεροπορική του άμυνα,
διατάσσοντας την μεταστάθμευση μιας πυροβολαρχίας των 88 χιλ. από τα
Ιωάννινα στο Καλπάκι. Η πυροβολαρχία αυτή, υπό τον λοχαγό Ζαρονίκο,
κατέρριψε δύο ιταλικά βομβαρδιστικά. Σε ένα από αυτά βρέθηκαν δύο
δέματα με μαύρα μαντίλια.
Απορημένος
ο Κατσιμήτρος, ρώτησε Ιταλούς αιχμαλώτους για τη σημειολογία τους, κι
εκείνοι του απάντησαν ότι τα μαντίλια θα τα έριχναν τα αεροπλάνα πάνω
από τα Ιωάννινα για να τρομοκρατήσουν τον πληθυσμό, ο οποίος υποτίθεται
θα πενθούσε τους χιλιάδες νεκρούς του.
Γύρω
στις 14.30, οι Ιταλοί εξαπέλυσαν την αναμενόμενη επίθεσή τους. Στον
τομέα του Καλπακίου, τα επιτιθέμενα τμήματά τους διαλύθηκαν από το
ελληνικό πυροβολικό, πριν καν προλάβει το ελληνικό πεζικό να ανοίξει
πυρ.
Στον
κεντρικό τομέα, οι Ιταλοί κατάφεραν να περάσουν τον Καλαμά, αλλά
ελληνική αντεπίθεση τους έριξε και πάλι μέσα και πέρα από τον ποταμό.
Νέα επίθεση στο ύψος του χωριού Παρακάλαμου, υποστηριζόμενη από
επιλαρχία αρμάτων, απέτυχε επίσης παταγωδώς και 15 άρματα
εγκαταλείφθηκαν – αργότερα κυριεύτηκαν από τις ελληνικές δυνάμεις.
Η
μόνη ιταλική επιτυχία επετεύχθη στον παραλιακό τομέα. Εκεί οι Ιταλοί
πέρασαν με ισχυρές δυνάμεις τον ποταμό και ανέτρεψαν ένα μοναχικό
ελληνικό τάγμα. Ο Κατσιμήτρος διέταξε τότε τα εκεί τμήματα να
συμπτυχθούν νοτιότερα, καλύπτοντας την οδό Ηγουμενίτσας-Μαργαριτίου.
Σε
περίπτωση που οι Ιταλοί διασπούσαν και αυτή την τοποθεσία, τα ελληνικά
τμήματα θα υποχωρούσαν πίσω από τον ποταμό Αχέροντα. Εκεί όφειλαν να
κρατήσουν πάση θυσία τον εχθρό.
Το απόγευμα της 5ης Νοεμβρίου, οι Ιταλοί εξαπέλυσαν και νέα επίθεση κατά του Καλπακίου, με την υποστήριξη του πυροβολικού.
Το
ελληνικό πυροβολικό απάντησε με σφοδρότητα. Η πυροβολαρχία του
Βαμβέτσου μάλιστα τίναξε στον αέρα ιταλικό παρατηρητήριο και τους εντός
αυτού έξι Ιταλούς αξιωματικούς.
Κατόπιν
τούτου, η ιταλική επίθεση εκφυλίστηκε. Το βράδυ οι Έλληνες διαβιβαστές
υπέκλεψαν ιταλικά σήματα, που έκαναν λόγο για αναστολή των επιθέσεων,
μέχρι την άφιξη ενισχύσεων.
Μιλούσαν
μάλιστα και για τις μέχρι τότε ιταλικές απώλειες, ανεβάζοντάς τες
στους 2.228 άνδρες, και αυτά μόλις επτά ημέρες από την εισβολή και 56
ώρες από την έναρξη της πραγματικής μάχης.
Η
επόμενη ημέρα πέρασε σχετικά ήρεμα. Οι Ιταλοί έλειχαν ακόμα τις πληγές
τους, και μόνο στον τομέα Βροντισμένης αποτόλμησαν επίθεση, η οποία
κατεπνίγη εν τη γενέσει της από το εξαίρετο ελληνικό πυροβολικό.
Στον
παραλιακό τομέα, οι Ιταλοί, αφού κατέλαβαν την Ηγουμενίτσα, προήλασαν
νοτιότερα, χωρίς να επιτύχουν επαφή με τα ελληνικά τμήματα που έπαιρναν
θέσεις στον Αχέροντα. Τμήμα ωστόσο της Ηγουμενίτσας πυρπολήθηκε από τους
Ιταλούς και τους Αλβανούς.
Οι
Ιταλοί πάντως δεν είχαν ακόμα παντελώς απογοητευθεί. Έτσι, την 7η
Νοεμβρίου εξαπέλυσαν την σοβαρότερη ίσως επίθεσή τους κατά της
τοποθεσίας Καλπακίου. Οι προσπάθειές τους επικεντρώθηκαν και πάλι κατά
της Γκραμπάλας και της Ασσόνισας. Οι πρώτες ιταλικές επιθέσεις
αποκρούστηκαν μάλλον εύκολα και με σοβαρές για τους Ιταλούς απώλειες.
Το
βράδυ, όμως, νέα ιταλική επίθεση, υποστηριζόμενη από σφοδρά πυρά
πυροβολικού, κατόρθωσε να ανατρέψει τα ελληνικά τμήματα στην Γκραμπάλα
και να καταλάβει μέρος του υψώματος.
Σχεδόν
αμέσως εξαπολύθηκε αντεπίθεση δύο ελληνικών λόχων, υπό τον ταγματάρχη
Πανταζή. Με τη λόγχη και τις χειροβομβίδες, φωνάζοντας «Αέρα», τα
ελληνικά τμήματα ξεχύθηκαν στη γυμνή βουνοπλαγιά. Ακολούθησε πραγματικά
μάχη εκ του συστάδην. Οι αντίπαλοι πιάστηκαν στα χέρια. Πολεμούσαν ακόμα
και με τα χέρια, ακόμα και με τα δόντια.
Στο
τέλος όμως οι Ιταλοί λύγισαν. Οι Έλληνες φάνηκαν πολύ καλύτεροί τους.
Τουλάχιστον 46 νεκροί Ιταλοί καταμετρήθηκαν. Άλλοι 7 αιχμαλωτίστηκαν.
Στα χέρια των Ελλήνων έπεσαν επίσης 5 όλμοι, 3 πολυβόλα, 4 οπλοπολυβόλα,
τυφέκια και πυρομαχικά.
Οι
Ιταλοί ανήκαν στο περίφημο 47ο ΣΠ, το λεγόμενο «Σύνταγμα Θανάτου». Οι
Έλληνες είχαν 9 νεκρούς και 29 τραυματίες. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν
και ο ανθυπολοχαγός Νίκος Χατζόπουλος, ένας πραγματικός Έλληνας. Πρώτος
όρμησε στη φωτιά, επικεφαλής των ανδρών, εμψυχώνοντάς τους και δίνοντάς
τους το παράδειγμα της αυτοθυσίας. Ολόκληρο το 15ο ΣΠ τον έκλαψε.
Η
επίθεση αυτή αποτέλεσε το κύκνειο άσμα της ιταλικής επίθεσης κατά της
τοποθεσίας Καλπακίου. Η ελληνική άμυνα συνέτριψε τις ιταλικές δυνάμεις
και, πάνω από όλα, την ιταλική αλαζονεία.
Η
νίκη του Καλπακίου είχε εξαιρετική σημασία. Πέραν του ότι ματαίωσε σε
καθαρά στρατιωτικό επίπεδο την απόπειρα διείσδυσης των Ιταλών στο
ελληνικό έδαφος, είχε και τεράστιο ψυχολογικό αντίκτυπο και στα δύο
στρατόπεδα, αλλά και στον κόσμο ολόκληρο.
Η
ήττα στο Καλπάκι αποτέλεσε εξαιρετικά δυσάρεστη έκπληξη για την ιταλική
ηγεσία, πολιτική και στρατιωτική. Η σιγουριά των Ιταλών για έναν
γρήγορο, «ευχάριστο» πόλεμο, διαψεύστηκε, με τραγικά μάλιστα
αποτελέσματα. Η νίκη έστεψε τα Ελληνικά Οπλα.
Ο
Ιωάννης Μεταξάς στο άκουσμα της νίκης πήγε και προσευχήθηκε μόνος του
στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης. Το ΟΧΙ που είπε, είχε γραφτεί και με το
αίμα των εχθρών της Ελλάδας.
Τμήμα ιστoρικών αφιερωμάτων defencenet.gr με στοιχεία από το περιοδικό “ΠΟΛΕΜΟΣ & ΙΣΤΟΡΙΑ”.
Ήπειρος Προμαχούσα
Η
απόσυρση των ελληνικών προκαλυπτικών τμημάτων αποτέλεσε μία ακόμα
πρώτου μεγέθους έκπληξη για τους Ιταλούς, οι οποίοι μέχρι εκείνη τη
στιγμή αντιμετώπισαν ισχυρή αντίσταση.
Το
μέγεθος του αιφνιδιασμού τους ήταν δε τέτοιο, ώστε δεν κατόρθωσαν να
λάβουν καν επαφή με τις ελληνικές γραμμές. Για 32 περίπου ώρες, οι
ιταλικές δυνάμεις είχαν χάσει τα ίχνη των ελληνικών.
Μόνο
το ελληνικό πυροβολικό, έχοντας από πριν κανονίσει τη βολή του, έβαλλε,
όχι πυκνά, μα εξαιρετικά εύστοχα κατά εισβολέων. Στο μεταξύ, ο
Κατσιμήτρος είχε λάβει καλές ειδήσεις από το ΓΕΣ.
Οι
Βρετανοί θα κάλυπταν τις ελληνικές ακτές με το στόλο τους. Άρα, η
Μεραρχία μπορούσε να αποσύρει τα τμήματα που είχε αγκιστρώσει να
φρουρούν τις ακτές και να τα διαθέσει στην κρίσιμη μάχη.
Έφτασε
έτσι η τελευταία μέρα του Οκτωβρίου. Από το πρωί της 31ης Οκτωβρίου, οι
Ιταλοί επιδίωξαν να λάβουν στενή επαφή με την ελληνική τοποθεσία
αντίστασης. Δεν το κατόρθωσαν, όμως, καθώς το ελληνικό πυροβολικό τούς
προκάλεσε συντριπτικά πλήγματα.
Οι
Ιταλοί επικέντρωσαν την προσπάθειά τους στον παραλιακό τομέα, όπου, με
την υποστήριξη πυροβολικού και όλμων, επιχείρησαν να περάσουν τον
Καλαμά. Αποκρούστηκαν, με απώλειες, από τα ελληνικά τμήματα. 7
Την
ίδια ώρα, τα αλβανικά τμήματα του Ιταλικού Στρατού λεηλατούσαν τα
ελληνικά χωριά που κυριεύτηκαν από τους Ιταλούς. Από τις 10.30, το
ιταλικό πυροβολικό άρχισε να βάλλει κατά της τοποθεσίας Καλπακίου. Σε
λίγο ακολούθησε και η Ιταλική Αεροπορία. Ο βομβαρδισμός αυτός δεν είχε
αποτέλεσμα, και προκάλεσε ελάχιστες απώλειες στα ελληνικά τμήματα.
Βορειότερα,
η κατάσταση για τα ελληνικά όπλα δεν ήταν ευνοϊκή. Το Απόσπασμα Πίνδου
είχε καμφθεί και υποχωρήσει, αφήνοντας ακάλυπτο το δεξί πλευρό της VΙΙΙ
Μεραρχίας.
Για
να αντιμετωπίσει τη δυσμενή αυτή εξέλιξη, το ΓΕΣ ειδοποίησε τη Μεραρχία
ότι πιθανόν θα έπρεπε να υποχωρήσει και αυτή. Ο Κατσιμήτρος βέβαια δεν
σκεφτόταν καν ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Συγκρότησε
το Απόσπασμα Αώου, με δύο τάγματα πεζικού, μία πυροβολαρχία, έναν
ουλαμό των 65 χιλ. και μία διμοιρία πολυβόλων, το οποίο έθεσε υπό τον
εβραϊκής καταγωγής ήρωα αντισυνταγματάρχη Μ.Φριζή, με εντολή να καλύψει
το δεξιό της Μεραρχίας.
Την
ίδια ώρα, στο άλλο άκρο του μετώπου, συνέβη ένα άλλο σημαντικό γεγονός,
τεράστιου ηθικού αντίκτυπου. Δύο ελληνικά αντιτορπιλικά, τα «Σπέτσαι»
και «Ψαρά», με επικεφαλής τον τότε αντιπλοίαρχο Κώνστα, βομβάρδισαν τις
ιταλικές θέσεις κατά μήκος των ακτών της Θεσπρωτίας, στην περιοχή
Σαγιάδας.
Τα
ελληνικά πλοία, σημαιοστολισμένα, βομβάρδισαν για δύο ώρες τις ιταλικές
θέσεις, και κατόπιν αποχώρησαν ανενόχλητα. Ο ενθουσιασμός των
στρατιωτών του παραλιακού τομέα ήταν απερίγραπτος, καθώς είδαν τα δύο
μοναχικά ελληνικά αντιτορπιλικά να αψηφούν τον πανίσχυρο ιταλικό στόλο
και να ενισχύουν το σκληρό αγώνα τους.
Η
πρώτη ημέρα του Νοεμβρίου κύλησε, με τους Ιταλούς να μην μπορούν ακόμα
να λάβουν επαφή με την ελληνική τοποθεσία αντίστασης. Η Ιταλική
Αεροπορία εξαπέλυσε σειρά επιδρομών.
Οι
απώλειες της Μεραρχίας ήταν ελάχιστες, περιοριζόμενες σε λίγους
τραυματίες και μερικά τηλεφωνικά καλώδια. Παράλληλα με τη δράση της
Αεροπορίας, βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων άρχισε και το εχθρικό
πυροβολικό.
Οι
Ιταλοί, υπό την κάλυψη του βομβαρδισμού, σκόπευαν να προωθήσουν τις
δυνάμεις, λαμβάνοντας στενή επαφή με την ελληνική αμυντική τοποθεσία,
με στόχο την εξαπόλυση σφοδρής, συνδυασμένης επίθεσης πεζικού και
αρμάτων κατά της τοποθεσίας Καλπακίου. Πίσω, το Μηχανικό τους αγωνιζόταν
να επισκευάσει τις ανατιναγμένες γέφυρες και τους κατεστραμμένους
δρόμους.
Στην
περιοχή των Αγίων, ιταλικός λόχος Μηχανικού γκρέμισε ένα μικρό
εκκλησάκι της Αγ. Παρασκευής, για να επισκευάσει με το υλικό την
ανατιναγμένη γέφυρα του Γόρμου.
Το
ελληνικό πυροβολικό όμως απάντησε στην ιεροσυλία, μέσω της
«πυροβολαρχίας-φάντασμα», όπως την ονόμασαν οι Ιταλοί, των 105 χιλ. του
λοχαγού Βαμβέτσου. Άνοιξε πυρ εναντίον τους από απόσταση 7 χλμ.
περίπου, βρίσκοντας ακριβώς το στόχο.
Καίρια
ελληνική βολή σκότωσε 50 Ιταλούς και τραυμάτισε άλλους τόσους. Το
ιταλικό πυροβολικό επιχείρησε να απαντήσει με δύο πυροβολαρχίες. Και
αυτές όμως αναγκάστηκαν να σιγήσουν από τα εύστοχα ελληνικά πυρά.
Αλλά και στην περιοχή του Παρακάλαμου, απόπειρα ιταλικού τεθωρακισμένου τμήματος να προελάσει, αναχαιτίστηκε από τον Κωστάκη.
Από
απόσταση 5 χλμ., τα ελληνικά πυροβόλα τίναξαν στον αέρα ιταλικά άρματα
και οχήματα, αναγκάζοντας τα υπόλοιπα να τρέξουν να καλυφθούν.
Βορειότερα, ο Βερσής καθήλωνε με τη σειρά του τις φάλαγγες της Φεράρα.
Το ελληνικό πυροβολικό είχε καταστεί ο εφιάλτης των Ιταλών όλο αυτό το
διάστημα.
Το
πρωί της 2ας Νοεμβρίου, οι διαβιβαστές της Μεραρχίας υπέκλεψαν ένα σήμα
του Ιταλού διοικητή του ΧΧV Σώματος Στρατού, αντιστράτηγου Ρόσι, το
οποίο προέτρεπε την Ιταλική Αεροπορία να πλήξει σκληρά τον εχθρό,
εκμεταλλευόμενη την καλοκαιρία.
Πραγματικά,
η Ιταλική Αεροπορία εμφανίστηκε μαζικά επάνω από το πεδίο της μάχης,
χωρίς όμως να επιτύχει τίποτε το ιδιαίτερο. Μόνο η επίθεσή της κατά της
πόλης των Ιωαννίνων στοίχισε τη ζωή σε αρκετούς άμαχους.
Η
Ιταλική Αεροπορία βομβάρδιζε τις ελληνικές θέσεις επί τρεις συνεχόμενες
ώρες. Στις 12.00, η Αεροπορία αποχώρησε και τη σκυτάλη έλαβε το
ιταλικό πυροβολικό. Η Γκραμπάλα, η Ασσόνισα, τα γύρω από το Καλπάκι
υψώματα, κάηκαν από την ιταλική φωτιά. Τουλάχιστον 100 ιταλικά πυροβόλα
κάθε διαμετρήματος συμμετείχαν στην προπαρασκευή, επί τρεις ώρες.
Τελικά,
γύρω στις 15.00, το ιταλικό πυροβολικό ήρε τα πυρά του, και το πεζικό
εξόρμησε. Το ιταλικό πεζικό εξόρμησε σε σχηματισμό, πυκνό, έτσι ώστε να
διοικείται εύκολα. Σε καμία περίπτωση όμως ο σχηματισμός αυτός δεν ήταν
κατάλληλος για προσπέλαση απέναντι στα ελληνικά όπλα.
Αμέσως,
το ελληνικό πυροβολικό, έχοντας παρατηρητήρια σε όλα τα δεσπόζοντα
υψώματα, άνοιξε καταχθόνιο πυρ κατά των Ιταλών, προκαλώντας τους
συντριπτικά πλήγματα και αναγκάζοντάς τους, στις περισσότερες
περιπτώσεις, να καθηλωθούν. Ένα δε συγκρότημα δύο ταγμάτων βλήθηκε τόσο
καίρια, που διαλύθηκε.
Οι άνδρες του εγκατέλειψαν τα όπλα τους και τράπηκαν σε φυγή – κατορθώθηκε η ανασυγκρότησή τους 20 χλμ. πίσω από το μέτωπο.
Κάποια
εχθρικά τμήματα, υποστηριζόμενα από όλμους και πολυβόλα, κατάφεραν να
πλησιάσουν σε απόσταση εφόδου από τις ελληνικές θέσεις. Τότε το λόγο
έλαβαν τα Μάνλιχερ, τα πολυβόλα και τα οπλοπολυβόλα του πεζικού.
Οι
Ιταλοί καθηλώθηκαν, μην μπορώντας να κινηθούν ούτε μπρος ούτε πίσω.
Καθώς πλησίαζε η νύχτα και οι Ιταλοί δεν είχαν κατορθώσει το παραμικρό,
άρχισε νέα ισχυρή προπαρασκευή πυροβολικού. Στόχος 32 ιταλικών πυροβόλων
έγινε τώρα η Γκραμπάλα.
Το
ύψωμα αυτό βρίσκεται σε απόσταση 4 χλμ. περίπου από το Καλπάκι.
Αποτελούσε το άκρο δεξιό της τοποθεσίας αντίστασης, και κατ’ επέκταση
σημείο-κλειδί της όλης τοποθεσίας.
Αν
έπεφτε η Γκραμπάλα, ολόκληρη η τοποθεσία του Καλπακίου θα κατέρρεε.
Αυτό το γνώριζαν και οι Ιταλοί, οι οποίοι, με οδηγούς Αλβανούς, που
γνώριζαν καλά το έδαφος, επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά το βράδυ της 2ας προς
3η Νοεμβρίου κατά της Γκραμπάλας, εν μέσω σφοδρής θύελλας, και κατέλαβαν
δύο από τις τρεις κορυφές της. Ο Κατσιμήτρος στο άκουσμα της είδησης
διέταξε άμεση αντεπίθεση με όλες τις διαθέσιμες εφεδρείες.
Τελικά, συγκεντρώθηκαν δύο λόχοι του 15ου ΣΠ, υπό τους αντισυνταγματάρχη Κυριαζή και ταγματάρχη Πανταζή.
Οι ελληνικές δυνάμεις όμως καθηλώθηκαν από τη σφοδρή θύελλα. Υπό αυτές τις συνθήκες ήταν αδύνατο να εξαπολυθεί αντεπίθεση.
Η
θύελλα ωστόσο εμπόδισε και τους Ιταλούς να ενισχύσουν τα επί της
Γκραμπάλας τμήματά τους. Βορειότερα, στον Αώο, οι αλπινιστές της
«Τζούλια» επιχείρησαν να ανατρέψουν το απόσπασμα Φριζή και να
πλαγιοκοπήσουν την VIII MΠ. Αποκρούστηκαν και οι δύο απόπειρές τους με
απώλειες – 5 νεκροί, 24 αιχμάλωτοι.
Τα
ξημερώματα της 3ης Νοεμβρίου, ο 1ος και ο 7ος Λόχος του 15ου ΣΠ
επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά, και με την ξιφολόγχη και με την ιαχή «Αέρα»,
ανέτρεψαν τα εχθρικά τμήματα.
Την
ίδια ώρα ένα ιταλικό τάγμα ανέβαινε στο ύψωμα για να ενισχύσει το τμήμα
που το είχε καταλάβει, χωρίς να γνωρίζει ότι αυτό είχε ήδη ανατραπεί
από την ελληνική αντεπίθεση.
Οι
υποχωρούντες Ιταλοί και Αλβανοί αναμείχθηκαν με το εν λόγω τάγμα,
προκαλώντας του σύγχυση. Έτσι, όταν και αυτό δέχτηκε με τη σειρά του την
ελληνική επίθεση, τράπηκε σε φυγή. Πιο χαμηλά, σε μια από τις πλαγιές
της Γκραμπάλας, είχε πάρει θέσεις ολόκληρο το ιταλικό 47ο ΣΠ. Με την
ανακατάληψη όμως του υψώματος από τους Έλληνες, έγινε αντιληπτό από τους
παρατηρητές του πυροβολικού.
Το
αποτέλεσμα ήταν τραγικό για τους Ιταλούς. Τέσσερις ελληνικές
πυροβολαρχίες άρχισαν συγκεντρωτικό πυρ εναντίον του και το διέλυσαν. Οι
ιταλικές απώλειες επί του υψώματος ήταν επίσης βαριές – 20 νεκροί, 60
τραυματίες και 6 αιχμάλωτοι. Στα χέρια των Ελλήνων περιήλθαν τρία
πολυβόλα και τέσσερις όλμοι. Οι ελληνικές απώλειες ανήλθαν σε 8 νεκρούς
και 27 τραυματίες.
Ωστόσο,
η μόνη έως τότε ιταλική επιτυχία -και μάλιστα επιτυχία σοβαρή- είχε
ακυρωθεί. Με το πρώτο φως της ημέρας, το ιταλικό πυροβολικό άρχισε και
πάλι να βάλλει καταιγιστικά κατά των ελληνικών θέσεων.
Από
τις 10.00, στο βομβαρδισμό συμμετείχε και η Ιταλική Αεροπορία. Με το
βομβαρδισμό αυτό η ιταλική ηγεσία επιθυμούσε να ανοίξει δρόμο στην
επίθεση των «Κενταύρων» της.
Ο
βομβαρδισμός συνεχίστηκε με την ίδια ένταση μέχρι τις πρώτες
απογευματινές ώρες, οπότε και εμφανίστηκαν εμπρός από το Καλπάκι 60
περίπου ιταλικά άρματα. Τα άρματα αυτά, καλυπτόμενα από ένα λόχο
μοτοσικλετιστών, θα αποτελούσαν το πρώτο κλιμάκιο εφόδου κατά του
υψώματος του Καλπακίου. Τα ιταλικά άρματα προχώρησαν, παρά το φραγμό του
ελληνικού πυροβολικού, φτάνοντας σε απόσταση 300 μ. από τις ελληνικές
θέσεις.
Εκεί
ακινητοποιήθηκαν από τα αντιαρματικά φράγματα σιδηροτροχιών και
επιχείρησαν να κινηθούν εκατέρωθεν. Και πάλι όμως έπεσαν σε αντιαρματική
τάφρο και στη συνέχεια σε ναρκοπέδιο.
Αμέσως
μετά την ανατίναξη δύο ιταλικών αρμάτων, ανέλαβε δράση το αντιαρματικό
συγκρότημα που είχε οργανώσει ο Κατσιμήτρος – 8 πεδινά πυροβόλα των 75
χιλ., 4 πυροβόλα των 105 χιλ. και 4 αντιαρματικά πυροβόλα των 37 χιλ.
Το
αποτέλεσμα ήταν συντριπτικό. Τα ιταλικά άρματα τινάζονταν στο αέρα το
ένα μετά το άλλο, την ώρα που οι Εύζωνοι του 40ού ΣΕ επιχειρούσαν να
βγουν από τα χαρακώματα και να τα λογχίσουν! Πολλοί κάτοικοι των γύρω
χωριών ανέβηκαν στα γύρω υψώματα και παρακολουθούσαν τη μάχη. Βλέποντας
δε την τύχη των ιταλικών αρμάτων, άρχισαν όλοι μαζί να φωνάζουν: «Βάρα
τους, κυρ λοχαγέ! Δώσε τους να καταλάβουν τι παει να πει Ελληνικός
Στρατός»!
Υπό
αυτές τις συνθήκες, όσα άρματα «επιβίωσαν», μαζί με τους Βερσαλιέρους
μοτοσικλετιστές, υποχώρησαν άτακτα, με τους Έλληνες να κραυγάζουν
όρθιοι «Αέρα» και να σφυρίζουν περιπαικτικά. Καταστράφηκαν 9 άρματα
μάχης, και κυριεύτηκαν 50 μοτοσικλέτες, ένα γεφυροφόρο άρμα, πολυβόλα,
τυφέκια.
Επι τόπου μετρήθηκαν 20 Ιταλοί νεκροί και περισυνελέγησαν 12 βαριά τραυματίες.
Ωστόσο,
φοβούμενος επίθεση κατά του υποτομέα Καλαμά με άρματα, ο Κατσιμήτρος
διέταξε τα εκεί στρατεύματα να υποχωρήσουν πίσω από τη νότια όχθη του
ποταμού. Η υποχώρηση έγινε χωρίς οι Ιταλοί να αντιληφθούν το παραμικρό.
Τα
ξημερώματα της 4ης Νοεμβρίου, οι Ιταλοί επιχείρησαν να περάσουν τον
Καλαμά στο ύψος της Βροντισμένης, και τα κατάφεραν. Άμεση όμως
αντεπίθεση του 1ου Τάγματος Πολυβόλων τούς έριξε και πάλι πίσω, με
σημαντικές απώλειες, κυρίως σε πνιγμένους.
Το
πρωί το ιταλικό πυροβολικό άρχισε να σφυροκοπά την Γκραμπάλα και την
Ασσόνισα. Διαρκούντος του βομβαρδισμού του πυροβολικού, εμφανίστηκε και η
Ιταλική Αεροπορία, τα αεροσκάφη της οποίας βομβάρδισαν και πολυβόλησαν
τις ελληνικές θέσεις από χαμηλό ύψος. Παρ’ όλα αυτά, οι Ιταλοί δεν
αποτόλμησαν νέα επίθεση.
Ήταν
εμφανές ότι συγκέντρωναν ακόμα ισχυρότερες δυνάμεις, ενώ παράλληλα
προσπαθούσαν να καταπονήσουν τις ελληνικές. Ο Κατσιμήτρος φρόντισε να
ενισχύσει και αυτός τις θέσεις του, προωθώντας το 39ο ΣΕ.
Επίσης,
διέταξε την εκπομπή περιπόλων σε όλη τη ζώνη της Μεραρχίας, κυρίως για
ψυχολογικούς λόγους. Οι ελληνικές περίπολοι όμως αιφνιδίασαν τους
Ιταλούς, σε σημείο ο Πράσκα να αναφέρει ότι «οι ηρωικοί Βερσαλιέροι
υπέστησαν απροσδόκητη επίθεση από συντριπτικά υπέρτερες δυνάμεις»!
Βορειότερα, οι Ιταλοί επιχείρησαν να διασχίσουν τον Αώο, αλλά και πάλι
αποκρούστηκαν.
Ωστόσο,
επίθεση ετοίμαζαν οι Ιταλοί και κατά του παραλιακού τομέα. Το Μηχανικό
τους κατασκεύαζε γέφυρες για να περάσουν τα τμήματα τον Καλαμά, νότια
των Φιλιατών. Το ελληνικό πυροβολικό αντέδρασε και τίναξε στον αέρα μία
από αυτές.
Την
5η Νοεμβρίου, οι Ιταλοί ήταν έτοιμοι να συνεχίσουν την επίθεσή τους
τόσο κατά του Καλπακίου, όσο και στον παραλιακό τομέα. Για το σκοπό
αυτό, το πυροβολικό τους άρχισε σφοδρό βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων,
συνεπικουρούμενο, λίγο αργότερα, και από την Αεροπορία.
Ο
Κατσιμήτρος είχε στο μεταξύ ενισχύσει την αντιαεροπορική του άμυνα,
διατάσσοντας την μεταστάθμευση μιας πυροβολαρχίας των 88 χιλ. από τα
Ιωάννινα στο Καλπάκι. Η πυροβολαρχία αυτή, υπό τον λοχαγό Ζαρονίκο,
κατέρριψε δύο ιταλικά βομβαρδιστικά. Σε ένα από αυτά βρέθηκαν δύο
δέματα με μαύρα μαντίλια.
Απορημένος
ο Κατσιμήτρος, ρώτησε Ιταλούς αιχμαλώτους για τη σημειολογία τους, κι
εκείνοι του απάντησαν ότι τα μαντίλια θα τα έριχναν τα αεροπλάνα πάνω
από τα Ιωάννινα για να τρομοκρατήσουν τον πληθυσμό, ο οποίος υποτίθεται
θα πενθούσε τους χιλιάδες νεκρούς του.
Γύρω
στις 14.30, οι Ιταλοί εξαπέλυσαν την αναμενόμενη επίθεσή τους. Στον
τομέα του Καλπακίου, τα επιτιθέμενα τμήματά τους διαλύθηκαν από το
ελληνικό πυροβολικό, πριν καν προλάβει το ελληνικό πεζικό να ανοίξει
πυρ.
Στον
κεντρικό τομέα, οι Ιταλοί κατάφεραν να περάσουν τον Καλαμά, αλλά
ελληνική αντεπίθεση τους έριξε και πάλι μέσα και πέρα από τον ποταμό.
Νέα επίθεση στο ύψος του χωριού Παρακάλαμου, υποστηριζόμενη από
επιλαρχία αρμάτων, απέτυχε επίσης παταγωδώς και 15 άρματα
εγκαταλείφθηκαν – αργότερα κυριεύτηκαν από τις ελληνικές δυνάμεις.
Η
μόνη ιταλική επιτυχία επετεύχθη στον παραλιακό τομέα. Εκεί οι Ιταλοί
πέρασαν με ισχυρές δυνάμεις τον ποταμό και ανέτρεψαν ένα μοναχικό
ελληνικό τάγμα. Ο Κατσιμήτρος διέταξε τότε τα εκεί τμήματα να
συμπτυχθούν νοτιότερα, καλύπτοντας την οδό Ηγουμενίτσας-Μαργαριτίου.
Σε
περίπτωση που οι Ιταλοί διασπούσαν και αυτή την τοποθεσία, τα ελληνικά
τμήματα θα υποχωρούσαν πίσω από τον ποταμό Αχέροντα. Εκεί όφειλαν να
κρατήσουν πάση θυσία τον εχθρό.
Το απόγευμα της 5ης Νοεμβρίου, οι Ιταλοί εξαπέλυσαν και νέα επίθεση κατά του Καλπακίου, με την υποστήριξη του πυροβολικού.
Το
ελληνικό πυροβολικό απάντησε με σφοδρότητα. Η πυροβολαρχία του
Βαμβέτσου μάλιστα τίναξε στον αέρα ιταλικό παρατηρητήριο και τους εντός
αυτού έξι Ιταλούς αξιωματικούς.
Κατόπιν
τούτου, η ιταλική επίθεση εκφυλίστηκε. Το βράδυ οι Έλληνες διαβιβαστές
υπέκλεψαν ιταλικά σήματα, που έκαναν λόγο για αναστολή των επιθέσεων,
μέχρι την άφιξη ενισχύσεων.
Μιλούσαν
μάλιστα και για τις μέχρι τότε ιταλικές απώλειες, ανεβάζοντάς τες
στους 2.228 άνδρες, και αυτά μόλις επτά ημέρες από την εισβολή και 56
ώρες από την έναρξη της πραγματικής μάχης.
Η
επόμενη ημέρα πέρασε σχετικά ήρεμα. Οι Ιταλοί έλειχαν ακόμα τις πληγές
τους, και μόνο στον τομέα Βροντισμένης αποτόλμησαν επίθεση, η οποία
κατεπνίγη εν τη γενέσει της από το εξαίρετο ελληνικό πυροβολικό.
Στον
παραλιακό τομέα, οι Ιταλοί, αφού κατέλαβαν την Ηγουμενίτσα, προήλασαν
νοτιότερα, χωρίς να επιτύχουν επαφή με τα ελληνικά τμήματα που έπαιρναν
θέσεις στον Αχέροντα. Τμήμα ωστόσο της Ηγουμενίτσας πυρπολήθηκε από τους
Ιταλούς και τους Αλβανούς.
Οι
Ιταλοί πάντως δεν είχαν ακόμα παντελώς απογοητευθεί. Έτσι, την 7η
Νοεμβρίου εξαπέλυσαν την σοβαρότερη ίσως επίθεσή τους κατά της
τοποθεσίας Καλπακίου. Οι προσπάθειές τους επικεντρώθηκαν και πάλι κατά
της Γκραμπάλας και της Ασσόνισας. Οι πρώτες ιταλικές επιθέσεις
αποκρούστηκαν μάλλον εύκολα και με σοβαρές για τους Ιταλούς απώλειες.
Το
βράδυ, όμως, νέα ιταλική επίθεση, υποστηριζόμενη από σφοδρά πυρά
πυροβολικού, κατόρθωσε να ανατρέψει τα ελληνικά τμήματα στην Γκραμπάλα
και να καταλάβει μέρος του υψώματος.
Σχεδόν
αμέσως εξαπολύθηκε αντεπίθεση δύο ελληνικών λόχων, υπό τον ταγματάρχη
Πανταζή. Με τη λόγχη και τις χειροβομβίδες, φωνάζοντας «Αέρα», τα
ελληνικά τμήματα ξεχύθηκαν στη γυμνή βουνοπλαγιά. Ακολούθησε πραγματικά
μάχη εκ του συστάδην. Οι αντίπαλοι πιάστηκαν στα χέρια. Πολεμούσαν ακόμα
και με τα χέρια, ακόμα και με τα δόντια.
Στο
τέλος όμως οι Ιταλοί λύγισαν. Οι Έλληνες φάνηκαν πολύ καλύτεροί τους.
Τουλάχιστον 46 νεκροί Ιταλοί καταμετρήθηκαν. Άλλοι 7 αιχμαλωτίστηκαν.
Στα χέρια των Ελλήνων έπεσαν επίσης 5 όλμοι, 3 πολυβόλα, 4 οπλοπολυβόλα,
τυφέκια και πυρομαχικά.
Οι
Ιταλοί ανήκαν στο περίφημο 47ο ΣΠ, το λεγόμενο «Σύνταγμα Θανάτου». Οι
Έλληνες είχαν 9 νεκρούς και 29 τραυματίες. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν
και ο ανθυπολοχαγός Νίκος Χατζόπουλος, ένας πραγματικός Έλληνας. Πρώτος
όρμησε στη φωτιά, επικεφαλής των ανδρών, εμψυχώνοντάς τους και δίνοντάς
τους το παράδειγμα της αυτοθυσίας. Ολόκληρο το 15ο ΣΠ τον έκλαψε.
Η
επίθεση αυτή αποτέλεσε το κύκνειο άσμα της ιταλικής επίθεσης κατά της
τοποθεσίας Καλπακίου. Η ελληνική άμυνα συνέτριψε τις ιταλικές δυνάμεις
και, πάνω από όλα, την ιταλική αλαζονεία.
Η
νίκη του Καλπακίου είχε εξαιρετική σημασία. Πέραν του ότι ματαίωσε σε
καθαρά στρατιωτικό επίπεδο την απόπειρα διείσδυσης των Ιταλών στο
ελληνικό έδαφος, είχε και τεράστιο ψυχολογικό αντίκτυπο και στα δύο
στρατόπεδα, αλλά και στον κόσμο ολόκληρο.
Η
ήττα στο Καλπάκι αποτέλεσε εξαιρετικά δυσάρεστη έκπληξη για την ιταλική
ηγεσία, πολιτική και στρατιωτική. Η σιγουριά των Ιταλών για έναν
γρήγορο, «ευχάριστο» πόλεμο, διαψεύστηκε, με τραγικά μάλιστα
αποτελέσματα. Η νίκη έστεψε τα Ελληνικά Οπλα.
Ο
Ιωάννης Μεταξάς στο άκουσμα της νίκης πήγε και προσευχήθηκε μόνος του
στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης. Το ΟΧΙ που είπε, είχε γραφτεί και με το
αίμα των εχθρών της Ελλάδας.
Τμήμα ιστoρικών αφιερωμάτων defencenet.gr με στοιχεία από το περιοδικό “ΠΟΛΕΜΟΣ & ΙΣΤΟΡΙΑ”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).
Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.
Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.