Γράφει ο Κωνσταντίνος Βαθιώτης
Το
2014 εξεδόθη από τον εκδοτικό οίκο Π.Ν. Σάκκουλα το βιβλίο “Απάτη και
Εκβίαση: Ομοιότητες – Διαφορές – Διασταυρώσεις”. Ο συγγραφέας του, ο
οποίος κοιμόταν επί μακρόν τον ύπνο του Ποινικού Δικαίου, δεν φανταζόταν
ότι επρόκειτο να ζήσει σε μια πρωτόγνωρη εποχή ιατροφασιστικής
τυραννίας, με άλλα λόγια: υγειονομικής δικτατορίας. Ειδικότερα, δεν του
περνούσε από το μυαλό ότι θα ερχόταν αντιμέτωπος με έναν κυβερνητικό
θίασο-υπηρετών της Νέας Τάξης Πραγμάτων, ο οποίος θα αντέγραφε τις
μεθόδους που χρησιμοποιούν οι απατεώνες και οι εκβιαστές, θα
συνεπικουρείτο δε από μία λεγεώνα (συνεννοημένων ή πλανεμένων) ιατρών,
νομικών, ιερέων και βεβαίως δημοσιογράφων.
Με
δεδομένο ότι ο μεν απατεώνας προσπαθεί να επιτύχει τον στόχο του
χρησιμοποιώντας την πειθώ, ο δε εκβιαστής τον εξαναγκασμό, είναι
σημαντική η ακόλουθη διάκριση: Το θύμα της απάτης έχει την ψευδαίσθηση
ότι έλαβε μια ελεύθερη και λογική απόφαση, γι’ αυτό οι απατεώνας ενεργεί
ως “λύκος με προβιά”. Για να αξιοποιήσουμε ένα από τα εμβλήματα της
σημερινής δυστοπικής εποχής: ο απατεώνας εμφανίζεται μασκοφορεμένος
ενώπιον του θύματός του.
Αντιθέτως,
το θύμα της εκβίασης έχει επίγνωση ότι βγάζει τα μάτια του με τα ίδια
του τα χέρια, γι’ αυτό ο εκβιαστής εμφανίζεται αμασκοφόρετος, ως
“καθαρόαιμος λύκος” που δείχνει τα δόντια του. Χρησιμοποιώντας
εξαναγκαστικά μέσα (βία ή απειλή), ο δράστης εμπλέκει το θύμα σε μια
διλημματική κατάσταση, την οποία καλείται να διαχειριστεί επί τη βάσει
της ατομικής ανάλυσης κόστους-οφέλους, αποφασίζοντας ποιο αγαθό του θα
θυσιάσει ή ποιο θα διακυβεύσει.
Εκείνο
που πρέπει να προσεχθεί ιδιαιτέρως είναι ότι δεν μπορεί να προεξοφληθεί
η ήττα του απειλουμένου, διότι η απειλή του εκβιαστή ενδέχεται να μην
υλοποιηθεί (οπότε μιλάμε για απειλή-μπλόφα). Συνεπώς, στην μια πλευρά
της ζυγαριάς, ο απειλούμενος θα πρέπει να βάλει το αγαθό που θα χάσει αν
συνεργαστεί με τον εκβιαστή, και στην άλλη πλευρά την πιθανότητα να
χάσει το αγαθό που έχει στοχοποιήσει διαζευκτικά ο δράστης για να κάμψει
την άρνηση του θύματος να συνεργαστεί μαζί του (δεν αποκλείεται βεβαίως
σε κάποιες σπάνιες περιπτώσεις ο εκβιαστής να μη φερθεί “τίμια” και
έτσι παρά τη συνεργασία του θύματος να υλοποιήσει την απειλή του).
Μεταφέροντας
τις σκέψεις αυτές στην σημερινή πραγματικότητα, διαπιστώνουμε τα εξής: Ο
πολίτης που φοβάται να παίξει ρώσικη ρουλέτα με τα πειραματικά εμβόλια
αναγκάζεται υπό καθεστώς ψυχικής πίεσης να αποφασίσει ποιο αγαθό του θα
απεμπολήσει ή ποιο θα ρισκάρει. Μια προσεκτικότερη ματιά σε αυτό το
δίλημμα αποκαλύπτει ότι το πράγμα είναι πολύ πιο σύνθετο απ’ ό,τι στις
κλασικές περιπτώσεις εκβίασης. Διότι στις τελευταίες η ικανοποίηση της
αξίωσης του εκβιαστή μπορεί να λυτρώσει τον απειληθέντα από τον κίνδυνο
να χάσει το διαζευκτικά στοχοποιημένο από τον δράστη αγαθό του.
Παράδειγμα: Στο άκουσμα της απειλής “τα λεφτά σου ή την ζωή σου”, ο
απειληθείς δίνει τα λεφτά του και κρατά την ζωή του. Η εκβίαση αυτή
αποκαλείται ληστρική, διότι τελέσθηκε με απειλή ενωμένη με επικείμενο
κίνδυνο ζωής (άρθρο 380 παρ. 1 ΠΚ), ο δε δράστης είναι ταυτοχρόνως και
ληστής.
Αντιθέτως,
στην σύγχρονη μορφή υγειονομικού εκβιασμού που τελείται μέσω της
απειλής “το μπράτσο σου ή την ελευθερία σου”, ο απειλούμενος, αφ’ ης
στιγμής ενδώσει στον εκβιασμό, δεν απαλλάσσεται από τους κινδύνους που
είναι συνυφασμένοι με την εμπλοκή του στην διλημματική κατάσταση.
Δίνοντας δηλαδή ο απειληθείς το μπράτσο του για τρύπημα, δεν αποκλείεται
να υποστεί τις σοβαρές παρενέργειες του εμβολίου στο εγγύς ή στο
απώτερο μέλλον. Επίσης, δεν αποκλείεται να χάσει και την ελευθερία του
από την επιβολή ενός καινούργιου lockdown. Αλλά υπάρχει και ένας ακόμη
κίνδυνος, για τον οποίο ο εκβιαζόμενος-εμβολιαζόμενος δεν έχει
διαφωτισθεί από τους οργανωτές της εμβολιαστικής εκστρατείας: να πρέπει
να ξαναδώσει το μπράτσο του, προκειμένου να αντιμετωπισθούν μελλοντικές
μεταλλάξεις του κορωνοϊού!
Η
επαναληψιμότητα των εμβολιαστικών δόσεων παραπέμπει στην
επαναληψιμότητα των απειλών ενός αχόρταγου εκβιαστή, ο οποίος, βλέποντας
ότι η απειλή του έπιασε τόπο, δεν θα διστάσει να την εκτοξεύσει εκ νέου
(στην “προοπτική των επαναλαμβανόμενων απειλών” [“prospect of repeated
demands”] αναφέρεται π.χ. ο Shavell, University of Pennsylvania Law
Review, Vol. 141 [1992-1993], σελ. 1877 επ., 1884): Όπως ο καλομαθημένος
εκβιαστής θα ορέγεται εφεξής την δι’ αυτού του τρόπου απόκτηση ενός
ακόμη χρηματικού ποσού από το θήραμά του, έτσι θα ορέγεται και το κράτος
το μπράτσο του πολίτη ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Το φαινόμενο αυτό,
το οποίο παρομοιάζεται με “βίδα που στροφάρει χωρίς να βιδώνει” (Krause,
Τιμ. Τόμ. Spendel, 1992, σελ. 547 επ., 551), είναι γνωστό από το πεδίο
εκείνης της μορφής εκβιάσεως που τελεί ο γνώστης ενός “αμαρτωλού
μυστικού”, με την αποκάλυψη του οποίου απειλεί το “αμαρτωλό θύμα”, αν
αυτό δεν δεχθεί να καταβάλει λύτρα σιωπής· η εκβίαση αυτή είθισται να
αποκαλείται blackmail.
Το άκρως ανησυχητικό στοιχείο που αναδεικνύουν οι μελετητές αυτού του φαινομένου είναι η σχέση κυριαρχίας και υποταγής
(dominance and subordination), η οποία καθιδρύεται σε βάρος του θύματος
εκ μέρους του εκβιαστή εκείνου που επανέρχεται αενάως στο προσκήνιο.
Έτσι, ο εν δυνάμει διαρκώς απειλούμενος μέσω blackmail μπορεί να
μετατραπεί σε “οιονεί όμηρο” του εκβιαστή, ενώ κάποιοι μιλούν και για
“ηθικό φόνο” που τελεί ο δράστης σε βάρος του θύματος (Coase, Virginia
Law Review, Vol. 74 [1988], σελ. 655 επ., 675).
Λόγω
αυτού του ιδιαίτερου χαρακτηριστικού του, ο συγκεκριμένος τύπος
εκβίασης αξιοποιείται τόσο στην λογοτεχνία όσο και στον κινηματογράφο,
όπου η κάθαρση για τον αναγνώστη ή τον θεατή επέρχεται με την θανάτωση
του εκβιαστή (βλ. εντελώς ενδεικτικά το αστυνομικό μυθιστόρημα “Αύριο
και για πάντα” του Γιάννη Μαρή και την ταινία “Κατηγορώ τους ανθρώπους”
σε σενάριο Νίκου Φώσκολου και σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου). Για να
αποφευχθεί λοιπόν αντίστοιχη αιματοχυσία, θα ήταν πολύ σημαντικό να
κάνουν οι πολίτες αυτό που δεν συμφέρει τους σεναριογράφους αστυνομικών
θρίλερ: να αντισταθούν πάση θυσία σε κάθε υγειονομική εκβίαση που
επιχειρείται να υλοποιηθεί είτε από το κράτος είτε από ιδιώτες (π.χ.
εργοδότες). Μόνο έτσι θα θέσουν φραγμό στη βουλιμία των τελευταίων για
επέκταση της εδώ και ενάμιση χρόνο ασκούμενης βιοεξουσίας πάνω στα
σώματά τους. Διαφορετικά, οι εκβιαστές θα μετατραπούν σε ληστές ενός θεμελιώδους γνωρίσματος του ανθρώπου: του αυτεξουσίου του.
Μετά τις ανωτέρω διευκρινίσεις, στην ιατροφασιστική εποχή του κορωνοϊού, χαρακτηριστικό της οποίας είναι η παραληρηματική φαντασίωση
του (πρωτοφανούς στην ιστορία της ανθρωπότητας) μαζικού εμβολιασμού των
πολιτών, θα ήταν ιδιαιτέρως επωφελές να γραφτεί μια καινούργια
μονογραφία με τίτλο “Απάτη και Εκβίαση: Ομοιότητες – Διαφορές –
Διασταυρώσεις στην εποχή του παγκόσμιου εμβολιασμού”.
O
επίδοξος συγγραφέας της θα ήταν ευχής έργον αν λάμβανε υπ’ όψιν το
εξαίρετο βιβλίο του Ζαν Μπωντριγιάρ “Η συμβολική ανταλλαγή και ο
θάνατος” (μτφ. Κ. Καψαμπέλη, εκδ. Νήσος, Αθήνα 2020), στο οποίο
περιέχεται μια υποενότητα με τίτλο “Η εκβίαση για ασφάλεια”. Εκεί
διαβάζουμε την εξής μαύρη αλήθεια:
«Άλλη μορφή κοινωνικού ελέγχου, όπου το άτομο εκβιάζεται να ζήσει και να επιβιώσει: η ασφάλεια. Είναι
πανταχού παρούσα για μας σήμερα, και οι “δυνάμεις ασφαλείας”
εκτείνονται από την ασφάλεια ζωής και την Κοινωνική Ασφάλιση μέχρι τη
ζώνη αυτοκινήτου, περνώντας από τα Σώματα Ασφαλείας. “Σκάσε και δέσου”
λέει στην ουσία ένα διαφημιστικό σλόγκαν για τη ζώνη ασφαλείας».
Ένας
διαφημιστής-προπαγανδιστής θα μπορούσε να εμπνευσθεί από το χωρίο αυτό
και να διατυπώσει ένα απεχθές σλόγκαν, το οποίο θα μιλούσε στην καρδιά
όλων των εμβολιολατρών: «Σκάσε και εμβολιάσου»!
*Καθηγητής Ποινικού Δικαίου
Ευτυχως υπαρχουν και ανθρωποι ολων των ταξεων κ κατηγοριων που εχουν δημιουργησει .....αντισωματα εμβολιασμου. Και φυσικα ειναι η ελπιδα των λαων.
ΑπάντησηΔιαγραφή