Kύπριοι Μουσουλμάνοι κατά Ερντογάν και Τατάρ.
Γιατί
ο Ερντογάν θέλει να εξαφανίσει την κοινότητα των Κυπρίων Μουσουλμάνων;
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ του όρου Τουρκοκύπριοι (Τ/Κ) και του Κύπριοι
Μουσουλμάνοι (Κ/Μ);
Επιμέλεια – Έρευνα από Αντώνη Αντωνά.
Για διάφορους λόγους η μέρα της αποτίναξης του τουρκικού ζυγού ολοένα και απομακρυνόταν από τον ορίζοντα της Κύπρου, ενώ η τουρκική διοίκηση γινόταν περισσότερο καταπιεστική και οι κοινωνικές συνθήκες δυσμενέστερες για τους ραγιάδες Κυπρίους. Μέσα σ' αυτό το κλίμα παρατηρήθηκε μια συνεχής κάμψη της αριθμητικής δύναμης των Ελληνοκυπρίων και μια ανάλογη αύξηση της μουσουλμανικής κοινότητας. Στα 1670 ο Hurtrel δίνει την πληροφορία (Excerpta Cypria, σ. 233), ότι πάρα πολλοί Έλληνες και άλλοι Χριστιανοί κάτοικοι της Κύπρου, επειδή δεν μπορούσαν να υποφέρουν περισσότερο την τουρκική τυραννία, επιθυμούσαν να αλλαξοπιστήσουν, αλλά πολλοί δεν γίνονταν αποδεκτοί, γιατί η φορολογία — προφανώς ο κεφαλικός φόρος που επιβαλλόταν ειδικά στους ραγιάδες — θα μειωνόταν αναλόγως.
Εξισλαμισμοί μαρτυρούνται σε διάφορες χρονολογίες, ιδιαίτερα σε εποχές οικονομικών κρίσεων, εσωτερικών αναστατώσεων και κακών διοικητών. Το 1815 ο Άγγλος περιηγητής William Turner πρόσεξε πως πολλοί Τούρκοι της Κύπρου στην πραγματικότητα ήσαν κρυπτοχριστιανοί. «Οι Τούρκοι της Κύπρου», έγραψε, «είναι στην πραγματικότητα οι πιο ήμεροι στην Ανατολή. Πολλοί, που παρουσιάζονται ως Μουσουλμάνοι, είναι στα κρυφά Έλληνες και τηρούν στα κρυφά όλες τις πολυάριθμες νηστείες εκείνης της Εκκλησίας. Όλοι πίνουν κρασί ελεύθερα και πολλοί απ' αυτούς τρώνε στα κρυφά χοιρινό κρέας χωρίς τύψη, πράγμα ανήκουστο στην Τουρκία. Συχνά νυμφεύονται Ελληνίδες του νησιού» (Excerpta Cypria, σ. 449). Το 1821 με τις σφαγές της 9ης Ιουλίου, συνέβησαν εξισλαμισμοί σε μεγαλύτερη κλίμακα («πολλούς ἐτούρκισαν», αναφέρει χρονογραφικό σημείωμα της εποχής: Κυπριακά Χρονικά, Η' [1931], σ. 85), σποραδικά δε αναφέρονται ως τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Από το 1839 και ιδιαίτερα από το 1856 και μετά, κατά την περίοδο των μεταρρυθμίσεων του Tanzimat στην Οθωμανική αυτοκρατορία, η τύχη των Χριστιανών υπηκόων άρχισε κάπως να βελτιώνεται. Στην Κύπρο η παρουσία Ευρωπαίων προξένων στη Λάρνακα και υποπροξένων στη Λευκωσία και τη Λεμεσό ασκούσε κάποιαν αποτρεπτικήν επίδραση στους βίαιους εξισλαμισμούς Χριστιανών και επίσης ενεθάρρυνε μερικούς λινοβαμβάκους να επανέλθουν στην πατρώα θρησκεία, παρά τους κινδύνους που συνόδευαν μια τέτοια απόφασή τους. Γενικά όμως ένας πολύ μεγάλος αριθμός λινοβαμβάκων διατηρείτο ως το τέλος της Τουρκοκρατίας — και επί Αγγλοκρατίας — στην ιδιότυπη εκείνη θρησκευτική, εθνική και κοινωνική κατάσταση.
Η αγγλική κατοχή της Κύπρου το 1878 δημιούργησε εντελώς νέες καταστάσεις για όλους τους κατοίκους του νησιού και φυσικά και για τους λινοβαμβάκους. Για ένα διάστημα, από το 1878 ως το 1914 που έγινε η προσάρτηση της Κύπρου από την Αγγλία, η αγγλική κατοχή, σύμφωνα με την Αγγλοτουρκική Σύμβαση της 4.6.1878, είχε προσωρινό χαρακτήρα. Η Κύπρος θα επιστρεφόταν στον σουλτάνο, αν η Ρωσία επέστρεφε στην Οθωμανική αυτοκρατορία τις περιοχές που είχε καταλάβει στον Καύκασο κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου του 1877-78. Ο όρος αυτός συνετέλεσε, ώστε να υπάρχει πολλή αβεβαιότητα σχετικά με την παραμονή της Αγγλίας στην Κύπρο και να ανακοπούν σε μεγάλο βαθμό τα μεγαλόπνοα σχέδια, που είχαν εξαγγελθεί το 1878 από την κυβέρνηση Disraeli για τη γρήγορη ανάπτυξη της Κύπρου. Επί πλέον η συνέχιση σε πολλά θέματα της οθωμανικής διοικητικής παράδοσης στη νομοθεσία, στη φορολογία, στην τοπική διοίκηση και σ' άλλους θεσμούς, ενίσχυε την εντύπωση ότι η αγγλική κατοχή δεν θα είχε μόνιμο χαρακτήρα. Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες ήταν επόμενο ότι πολλοί λινοβάμβακοι θα δίσταζαν να επανέλθουν μαζικά στον Χριστιανισμό και θα προτιμούσαν να ζουν ανάμεσα στις δυο θρησκείες παρακολουθώντας την εξέλιξη των πραγμάτων.
Έτσι, κατά τα πρώτα χρόνια της Αγγλοκρατίας παρατηρήθηκε η επιστροφή λινοβαμβάκων στην πατρώα θρησκεία, σε περιορισμένη πάντως κλίμακα, είτε μεμονωμένων ατόμων, είτε ολόκληρων οικογενειών και σε 2-3 περιπτώσεις και ολόκληρων χωριών: βλέπε παραδείγματα στην εφημερίδα Νέον Κίτιον, αρ. 19, 45, 79, 81, 87, 91,92, 94 (1879-81), στην Ἀλήθεια, αρ. 211, 5/17 Ιαν. 1885, και αρ. 229,11/23 Μαΐου 1885. Επίσης Accounts and Papers, LHI, (1884-85) (C. 4264), σ. 13.1.K. Περιστιάνη, Ἱστορία τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων ἐν Κύπρῳ ἀπό τῆς Τουρκικής κατακτήσεως μέχρι τῆς Ἀγγλικῆς κατοχῆς (1571 -1878), Ἐν Λευκοσίᾳ, 1931, σσ. 276-7. Π.Μ. Σαμάρα, Ἡ ἑλληνική καταγωγή τῶν Τουρκοκυπρίων, Αθήνα, 1987, σσ. 24-6. Ιδιαίτερη δράση για επιστροφή των λινοβαμβάκων στους κόλπους της χριστιανικής Εκκλησίας ανέπτυξε κατά την περίοδο αυτή ο επίσκοπος Κερύνειας Χρύσανθος* σ' ολόκληρη την επαρχία του και κυρίως στην Τηλλυρία, ιδρύοντας σχολεία και (επανα)βαπτίζοντας λινοβαμβάκους. Σύμφωνα με τον ανταποκριτή του Νέου Κιτίου (Β', αρ. 81,9/21 Ιανουαρίου 1881, σσ. 7-8), ο Χρύσανθος κατά την περιοδεία του ίδρυσε 4 νέα σχολεία, ένα από τα οποία στην Τηλλυρία. «Τό μέρος τοῦτο», συνεχίζει ο ανταποκριτής, «ὡς γνωστόν, κατοικούμενον ὑπό τῶν καλουμένων λινοβαμβάκων, διατελεῖ, οὕτως εἰπεῖν, ἀπομεμονωμένον τῆς λοιπῆς Νήσου καί οἱ κάτοικοι αὐτοῦ ἐνῶ φέρουσι Μωαμεθανικά ὀνόματα, οὐχ ἦττον βαπτίζουσιν ὀρθοδόξως τά τέκνα των καί σέβονται τάς εἰκόνας. Εἶναι ἐξ ἐκείνων, οἳτινες κατά τήν φοβεράν τοῦ εἲκοσι ἕνα ἐποχήν ὑπεχρεώθησαν ν' ἀσπασθῶσι τόν Μωαμεθανισμόν καί μετά ταῦτα φοβούμενοι πάντοτε τήν κρατοῦσαν φυλήν δέν ἐτόλμων παρρησίᾳ να ἐπανέλθωσιν εἰς τήν πίστιν τῶν πατέρων των. Σήμερον ὅμως, ὅτε ὁ φανατισμός τῶν Τούρκων οὐδέν πλέον σημαίνει ἐνταῦθα καί ἕκαστος εἶναι ἐλεύθερος νά πιστεύῃ ὅ,τι θέλει, ἀναγκαιότατον ἀποβαίνει νά ποτισθῶσιν οἱ δυστυχεῖς ἐκεῖνοι ἐκ τῶν Ἑλληνικῶν ναμάτων καί νά ἐνθαρρυνθῶσιν εἰς τήν ὁμολογίαν τῆς πίστεώς των».
Την ανάγκη επανόδου των λινοβαμβάκων στην πατρώα θρησκεία δεν αντιλαμβάνονταν όλοι όπως ο επίσκοπος Χρύσανθος. Υπήρχαν και άλλοι που τους θεωρούσαν περιφρονητικά σαν αποστάτες ή σαν δειλούς και ασταθείς ανθρώπους, που δεν θα γίνονταν πραγματικά πιστοί Χριστιανοί. Επίσης δεν μπορούσαν πολλοί τότε να αντιληφθούν τον ρόλο, που θα διαδραμάτιζε στις κυπριακές εξελίξεις μια μουσουλμανική κοινότητα ενισχυμένη αριθμητικά από ένα σημαντικό ποσοστό λινοβαμβάκων. Γi' αυτό παραμελήθηκε η προσπάθεια επανευαγγελισμού των λινοβαμβάκων, τη στιγμή που άλλοι παράγοντες είχαν αρχίσει να επενεργούν αρνητικά εις βάρος της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ένας παράγοντας ήταν το ενδιαφέρον της Καθολικής Εκκλησίας, η οποία, πιστεύοντας ότι ένα ποσοστό των λινοβαμβάκων είλκε την καταγωγή του από Καθολικούς Χριστιανούς που είχαν εξισλαμισθεί, ανέπτυξε κατά τα πρώτα χρόνια της Αγγλοκρατίας συστηματική προσπάθεια με κάποιον ιερέα ονόματι Celestino για προσηλυτισμό λινοβαμβάκων ορισμένων χωριών της επαρχίας Λεμεσού. Τα αποτελέσματα της προσπάθειας εκείνης ήσαν περιορισμένα (Κ.Α. Πιλαβάκη, Ἡ Λεμεσός σ' ἄλλους καιρούς, Λεμεσός, 1977, σ. 205).
Ένας δεύτερος και πολύ σημαντικότερος παράγοντας ήταν η ανάπτυξη του εθνικισμού ανάμεσα στους Ελληνοκυπρίους και τους Τουρκοκυπρίους μέσω της θρησκείας και κυρίως μέσω της παιδείας. Η ίδρυση τουρκικών σχολείων σε χωριά, όπου οι κάτοικοι ήσαν «Μουσουλμάνοι», αλλά ελληνόφωνοι κρυπτοχριστιανοί, όπως για παράδειγμα στη Λουρουτζίνα, τη Γαληνόπωρνη και αλλού, και σ' άλλα μουσουλμανικά ή μεικτά χωριά που είχαν λινοβαμβάκους, και η απαγόρευση σ' αυτούς από τους δασκάλους και τους χότζες να μιλούν ελληνικά, οδήγησε σιγά -σιγά στην απορρόφηση πολλών λινοβαμβάκων από τη μουσουλμανική θρησκεία και κοινότητα. Στα χρόνια που ακολούθησαν οι στενές και αρμονικές σχέσεις ανάμεσα στις δυο εθνικές κοινότητες του νησιού διαταράχτηκαν σημαντικά και εξαιτίας των διαφορετικών εθνικών προσανατολισμών τους και της διαιρετικής πολιτικής των Άγγλων κατακτητών και των αποσχιστικών ενεργειών της τουρκοκυπριακής ηγεσίας.
Τα γεγονότα, που διαδραματίστηκαν στην Κύπρο κατά τα τελευταία 40-50 χρόνια, και που σχετίζονται με την τελευταία φάση του Κυπριακού ζητήματος, προκάλεσαν, ανάμεσα σ' άλλα, και τη διασάλευση των παραδοσιακών συνθηκών και σχέσεων μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Οι λινοβάμβακοι είχαν ήδη ενταχθεί στη μουσουλμανική κοινότητα και από γενεά σε γενεά προχωρούσε η αφομοίωσή τους. Η τουρκική εισβολή του 1974, που είχε σαν αποτέλεσμα την εκδίωξη των Ελληνοκυπρίων από τα καταληφθέντα εδάφη και τη μεταφορά των Τουρκοκυπρίων από τις ελεύθερες περιοχές στα κατεχόμενα εδάφη, επέβαλε με τη βία των όπλων ένα παράνομο εδαφικό, πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό διαχωρισμό των δυο εθνικών κοινοτήτων του κυπριακού λαού.
Επιπλέον επιχειρείται εθνολογική αλλοίωση με τη μεταφορά κι εγκατάσταση στην Κύπρο δεκάδων χιλιάδων Τούρκων εποίκων από την Ανατολία. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η παλαιότερη γενεά λινοβαμβάκων, που φέρονται ως Μουσουλμάνοι Τουρκοκύπριοι, επιβιώνει όπως και επί Τουρκοκρατίας με τον ίδιο όπως και τότε τρόπο, ίσως μάλιστα κάτω από δυσμενέστερες συνθήκες. Και σήμερα ακόμη πρέπει να υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός κρυπτοχρισπανών λινοβαμβάκων, που δεν ξεχνούν την πατρική τους θρησκεία και γλώσσα και μερικοί απ' αυτούς ανάβουν μια λαμπάδα ή ένα κερί στο κατεχόμενο μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα ή βλέπουν με θλίψη τις βεβηλωμένες εκκλησίες στις τουρκοκρατούμενες περιοχές του νησιού μας.
Εν έτει 2021 η Μουσουλμανική κοινότητα παρουσιάζει μια αδιαμφισβήτητη κοσμική φυσιογνωμία. Παρότι σουνίτες μουσουλμάνοι εντούτοις, ελάχιστοι Τουρκοκύπριοι προσεύχονται συστηματικά σε τζαμί ή νηστεύουν στη διάρκεια του Ραμαζανιού, ή διαθέτουν γνώση των βασικών κανόνων του ισλάμ. Απουσιάζει γενικότερα, ανάμεσα στους Τουρκοκυπρίους το ενδιαφέρον για θρησκευτικού τύπου τελετουργίες. Η όποια επιρροή της θρησκείας παραμένει «εγκλωβισμένη» στην ιδιωτική σφαίρα οι τ/κ θρησκευτικοί θεσμοί δεν διαδραματίζουν ρόλο στις πολιτικές διεργασίες, ενώ ελάχιστοι είναι οι Τουρκοκύπριοι που θεωρούν τη θρησκευτική υπόσταση ως πρωτεύων στοιχείο της ταυτότητάς τους. Ο μετασχηματισμός, ωστόσο, των εν Κύπρο μουσουλμάνων από μια παραδοσιακή κοινότητα πιστών σε μια νεωτερική/εθνική κοινότητα υπήρξε προϊόν μιας μακράς ιστορικής διαδικασίας.
Οι Κύπριοι-μουσουλμάνοι
Από το 1571, έτος κατάκτησης της Κύπρου από τους Οθωμανούς έως και το 1878, όταν η νήσος υπάγεται στη διοίκηση των Βρετανών, η ηγεμονία του ισλάμ υπήρξε, σχεδόν, πλήρης. Άλλωστε, η συγκρότηση της μουσουλμανικής κοινότητας στην Κύπρο υπήρξε αποτέλεσμα αυτής καθ’ αυτής της κατάκτησης του νησιού από την οθωμανική αυτοκρατορία. Μιας θεοκρατικής μοναρχίας, όπου ο σουλτάνος έφερε, ταυτόχρονα, και τον τίτλο του χαλίφη του ηγεμόνα, δηλαδή, του ισλαμικού κόσμου. Η μουσουλμανική κοινότητα της Κύπρου συγκροτήθηκε από ετερόκλιτα στοιχεία, αφού οι αφιχθέντες μουσουλμάνοι προέρχονται από διαφορετικές σχολές ή αξιακές αποχρώσεις του ισλάμ. Οι γενίτσαροι ήταν μπεκτασίδες οι οποίοι ανήκαν στο σουφητικό ισλάμ, το οποίο είχε ενσωματώσει στοιχεία του σιιτικού και του σουνητικού ισλάμ, καθώς και λατρευτικές πρακτικές του χριστιανισμού. Κυρίως του ορθόδοξου χριστιανικού ασκητισμού. Άλλοι ήταν εξισλαμισθέντες χριστιανοί, αρκετοί ήταν σουνίτες μουσουλμάνοι, ενώ και οι αφιχθέντες αλεβίτες τουρκομάνοι υπήρξαν έντονα επηρεασμένοι από σουφιστικές δοξασίες και πρακτικές. Οι ποικίλες μουσουλμανικές «αποχρώσεις» και η συμβίωση σε έναν γεωγραφικό χώρο όπου, δημογραφικά, κυριαρχούσε το χριστιανικό στοιχείο, σε συνάρτηση και με άλλους παράγοντες, όπως ήταν ο εξισλαμισμός αριθμού κυπρίων χριστιανών, κυρίως των Λατίνων, καθώς και η, συν τω χρόνω, ανάδυση μιας ιδιότυπης κατηγορίας «ατελώς εξισλαμισθέντων», των λινοβαμβάκων, είχαν ως αποτέλεσμα να διαιωνιστούν, καθ’ όλη τη διάρκεια της οθωμανικής περιόδου, διαφοροποιημένες εκφάνσεις έκφρασης της μουσουλμανικής πίστης.
Θρησκευτικός συγκρητισμός
Η θρησκευτική «ανομοιογένεια» της μουσουλμανικής κοινότητας συντηρήθηκε μέχρι και το τέλος της οθωμανικής περιόδου. Στην ύπαιθρο, κυρίως, οι δυναμικές της αλληλεπίδρασης, από τη συμβίωση με τους χριστιανούς, συνέβαλαν στη διαμόρφωση μιας «λαϊκότερης» εκδοχής του ισλάμ με αρκετά στοιχεία θρησκευτικού συγκρητισμού. Το φαινόμενο του συγκρητισμού συναντάται, ασφαλώς, σε ολόκληρη την οθωμανική επικράτεια, αφού η συνύπαρξη χριστιανισμού και μουσουλμανισμού διαμόρφωσε πολιτισμικές ωσμώσεις και αλληλεπιδράσεις. Οι εξισλαμισμοί, παρότι στην περίπτωση της Κύπρου δεν υπήρξαν μαζικοί, προσέδιδαν επιπλέον «δυναμική» στον συγκρητισμό, αφού οι προσήλυτοι στο ισλάμ μετέφεραν μαζί τους πολιτισμικά στοιχεία, λατρευτικές πρακτικές και πιστεύω που δεν άφηναν ανεπηρέαστη την ταυτότητα των Κυπρίων-μουσουλμάνων. Ο σουφισμός, ιδιαίτερα ανεκτικός έναντι των χριστιανών, υπήρξε ο βασικός «φορέας» συγκρητισμού, στον οθωμανικό χώρο, ενώ όπως καταδεικνύεται, από τη διάσπαρτη παρουσία τάφων σουφιστών αγίων, η σουφική επιρροή, στην κυπριακή ύπαιθρο, υπήρξε ευρύτατη. Σε αντίθεση με το ορθόδοξο σουνητικό ισλάμ ο σουφισμός αποδεχόταν την ύπαρξη αγίων και πίστευε στην τέλεση «θαυμάτων». Συνεπεία των σουφικών επιρροών διαμορφώνονται, στην κυπριακή ύπαιθρο, χαλαρότερες θρησκευτικές ταυτότητες. Οι συμβιωτικές συνθήκες επέτρεπαν στους χωρικούς, χριστιανούς και μουσουλμάνους, να καταφεύγουν σε κοινά προσκυνήματα και αγίους ακόμα και σε αλλόδοξες θρησκευτικές πρακτικές, θέλοντας να μετέλθουν και άλλων μεθόδων για την εξασφάλιση μιας παραγωγικής σοδειάς ή για την αντιμετώπιση μιας ασθένειας.
Η άρχουσα κοινότητα
Τούτων, βεβαίως, λεχθέντων θα πρέπει να επισημανθεί πως η θρησκευτική υπόσταση υπήρξε το στοιχείο που καθόριζε τη θέση των ανθρώπων τόσο στην ιεραρχία εξουσίας όσο και στην οθωμανική – κυπριακή κοινωνία. Καθότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπήρξε διαρθρωμένη στο σύστημα των μιλλέτ, των θρησκευτικών, δηλαδή, κοινοτήτων. Οι ανήκοντες στο ισλάμ αποτελούσαν, εξορισμού, μέρος του μιλλέτ των μουσουλμάνων, της άρχουσας κοινότητας της Κύπρου. Οι εξουσιαστικές σχέσεις υπήρξαν, ασφαλώς, εμφανέστερες στα αστικά κέντρα, όπου διέμενε η πολιτική και στρατιωτική γραφειοκρατία των Οθωμανών. Παρά τις αλληλεπιδράσεις, η κοινωνική ζωή των Κυπρίων-μουσουλμάνων εκτυλισσόταν, κατά κανόνα, στο πλαίσιο ενός, διακριτού, μιλλέτ όπου οι γραπτοί, οι εθιμικοί κανόνες του ισλάμ και οι γνωμοδοτήσεις του μεγάλου Μουφτή είχαν καθοριστική επίδραση στην ιδιωτική και δημόσια σφαίρα. Ακόμα και η επαγγελματική διαστρωμάτωση των μουσουλμάνων επηρεάστηκε, έντονα, από τις αξιακές «αναστολές» του ισλάμ.
Οι Κύπριοι-μουσουλμάνοι, ως «ενάρετοι» μουσουλμάνοι, ασχολούνταν με την καλλιέργεια της γης και τη διαχείριση ακινήτων, ενώ η ανυπαρξία μουσουλμανικής εμπορομεσιτικής τάξης αποδίδεται στην «αποστροφή» του ισλάμ έναντι του εμπορίου και της τοκογλυφίας. Τα «ανέντιμα», όπως χαρακτηρίζονταν, από το ισλάμ, επαγγέλματα αφέθηκαν στα χέρια των αλλογενών και αλλόθρησκων. Ούτως ή άλλως οι κύπριοι- μουσουλμάνοι διέθεταν το αποκλειστικό προνόμιο στελέχωσης του οθωμανικού διοικητικού μηχανισμού, της Αστυνομίας και του στρατού. Οι μουσουλμάνοι εξαιρούνταν της υποχρέωσης καταβολής του κεφαλικού φόρου, ενώ ακόμα και η ενδυμασία τους ήταν διαφορετική προκειμένου να είναι διακριτός ο κοινοτικός διαχωρισμός. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως, ακόμη και μετά την υιοθέτηση των μεταρρυθμίσεων του Τανζιμάτ (1839- 1856), η οθωμανική – κυπριακή κοινωνία, υπήρξε μια κοινωνία με θεσμοθετημένες διακρίσεις, στη βάση των θρησκευτικών ταυτοτήτων.
1878: Το νεωτερικό «σοκ»
Η εν λόγω εξουσιαστική διάρθρωση θα παύσει να ισχύει, ωστόσο, με την υπαγωγή της Κύπρου στη διοίκηση της βρετανικής αυτοκρατορίας, το 1878, ενώ η μετάβαση του νησιού σε ένα νεωτερικό σύστημα διοίκησης επέφερε ριζικές διαφοροποιήσεις στον τρόπο συγκρότησης, οργάνωσης και λειτουργίας της κυπριακής κοινωνίας. Παρ’ ότι η νέα αποικιακή εξουσία διατήρησε τη θρησκειοκεντρική διοικητική διαφοροποίηση του πληθυσμού, κατά το πρότυπο των μιλλέτ, εντούτοις, η πολιτική ηγεμονία του ισλάμ εξοβελίζεται, ενώ και εντός της μουσουλμανικής κοινότητας η ισλαμική επιρροή θα ακολουθήσει, εφεξής, μια φθίνουσα πορεία. Αυτό αποτέλεσε μια αναπόδραστη εξέλιξη δεδομένου ότι η μουσουλμανική κοινότητα, της οποίας η ύπαρξη και η κοινοτική συγκρότηση εδράστηκε, για τρεις αιώνες, στο οθωμανικό θρησκευτικό πλαίσιο, βρέθηκε αίφνης υπό τη διοίκηση μιας κοσμικής και νεωτερικής εξουσίας. Και οι μουσουλμανικοί κοινοτικοί θεσμοί θα βρεθούν, πλέον, αντιμέτωποι με μια, εκ των άνω, επιβληθείσα διαδικασία εκκοσμίκευσης. Η εξασθένιση του θρησκευτικού πλέγματος εξουσίας δεν συνεπαγόταν, ωστόσο, τη ραγδαία εκκοσμίκευση της μουσουλμανικής κοινότητας. Η ισχύς της θρησκευτικής υπαγωγής παρέμενε ισχυρή και υπονόμευε τη νεωτερική συγκρότηση και οργάνωση της μουσουλμανικής κοινότητας. Η απουσία μιας νεωτερικής διανόησης, το υψηλό ποσοστό αναλφαβητισμού, σε συνάρτηση με την εντεινόμενη κοινωνικοοικονομική υποχώρηση, καθιστούσε ιδιαίτερα δυσχερή την ενσωμάτωση των νέων ιδεών, αντιλήψεων και ρευμάτων στην μουσουλμανική κοινωνία της Κύπρου. Τη διείσδυση και μαζικοποίηση νεωτερικών ιδεών, στις μουσουλμανικές μάζες, δυσχέρανε, επιπλέον, και η καθυστερημένη συγκρότηση μιας εθνικοποιημένης «μητέρας πατρίδας» η οποία ως σημείο ιδεολογικής αναφοράς θα λειτουργούσε ως φορέας διαπαιδαγώγησης και αναπαραγωγής νεωτερικών αντιλήψεων, ανάμεσα στους τουρκόφωνους μουσουλμάνους της Κύπρου.
Νεότουρκοι vs ισλάμ
Καθόλου τυχαία οι νεωτερικές αντιλήψεις θα αρχίσουν, σταδιακά, να επηρεάζουν, μερικώς, τους μουσουλμάνους της νήσου με το Κίνημα των Νεότουρκων, το 1908. Για πρώτη φορά διαμορφώνεται, στην Κύπρο, μια διανόηση η οποία εμφορείτο από τις αρχές του εθνικισμού, η οποία αρχίζει να ιεραρχεί το «καθήκον» προς το έθνος και την πατρίδα υπεράνω της θρησκευτικής πίστης. Η διάχυση, μέσω του Τύπου, των εθνικιστικών ιδεών ενεργοποιεί, αναπόφευκτα, τον σταδιακό μετασχηματισμό της συλλογικής ταυτότητας των Κυπρίων-μουσουλμάνων. Η έννοια της θρησκευτικής κοινότητας μιλλέτ αρχίζει, δειλά-δειλά, να υποκαθίσταται από αναφορές που παρέπεμπαν στις έννοιες του λαού και του έθνους. Παρά ταύτα, η επιρροή των νεωτερικών αντιλήψεων, στις αρχές του 20ου αιώνα, παρέμενε περιορισμένη στη διανόηση των αστικών κέντρων. Με τις τουρκόφωνες μάζες να εξακολουθούν να προτάσσουν τη θρησκευτική υπόσταση ως το κυρίαρχο στοιχείο αυτοπροσδιορισμού τους.
1923: Η «αποκήρυξη» του ισλάμ
Η ιστορικότερη «στιγμή» στη διαδικασία εθνικοποίησης των Κυπρίων- μουσουλμάνων υπήρξε, αναμφίβολα, η ίδρυση του σύγχρονου τουρκικού κράτους, το 1923. Ο Ατατούρκ επιχείρησε να διαμορφώσει μια νέα συλλογική ταυτότητα απαλλαγμένη από τις θρησκευτικές επιδράσεις. Ο Ατατούρκ αποκήρυξε το ισλάμ από ακρογωνιαίο λίθο της κοινωνικής και πολιτειακής συγκρότησης του νέου κράτους και περιόρισε, αυστηρώς, τον ρόλο του στον ιδιωτικό χώρο. Στη θέση της πρώην ισλαμικής αυτοκρατορίας δημιουργήθηκε, πλέον, ένα τουρκικό εθνοκράτος η ιδεολογία του οποίου θα επηρέαζε και τον ιδεολογικό μετασχηματισμό των τουρκόφωνων μουσουλμάνων της διασποράς. Οι εξελίξεις στη «μητέρα πατρίδα» είχαν τεράστια προπαγανδιστική επίδραση στη μουσουλμανική κοινότητα της Κύπρου. Η μετακένωση του τουρκικού εθνικισμού, στον κυπριακό χώρο, επηρέασε καταλυτικά το αξιακό σύστημα των Κυπρίων-μουσουλμάνων, επιτάχυνε τον μετασχηματισμό της συλλογικής τους ταυτότητας και συνέβαλε στην πολιτική και ιδεολογική επικράτηση μιας ανερχόμενης νεωτερικής πολιτικής ελίτ, έναντι των πιο συντηρητικών/παραδοσιακών πολιτευτών. Οι Κύπριοι-μουσουλμάνοι έσπευσαν, αυτοβούλως, να υιοθετήσουν τις κεμαλικές μεταρρυθμίσεις. Οι νέοι, εδικότερα, αποστασιοποιούνται από θρησκειοληπτικές αντιλήψεις και πρακτικές, με τους άντρες να εγκαταλείπουν το φέσι και τις γυναίκες να αρχίζουν να κυκλοφορούν, δημοσίως, χωρίς τον φερετζέ.
Η «απο-ισλαμοποίηση».
Ωστόσο, οι νεωτεριστές απέφυγαν, αρχικώς, να έλθουν σε μια μετωπική ρήξη με το «κυπριακό» ισλάμ, το οποίο λόγω των σουνιτικών του καταβολών, αλλά και συνεπεία των νεωτερικών αξιών που εισήγαγε, στον κυπριακό χώρο, το αποικιακό πλαίσιο εξουσίας, υπήρξε, ούτως ή άλλως, ιδιαίτερα μετριοπαθές. Αντιθέτως, οι νεωτεριστές, αρχικώς, εργαλειοποίησαν τους θρησκευτικούς θεσμούς (Εβκάφ, Μουφτής) προκειμένου να μαζικοποιήσουν την επιρροή τους σε μια συντηρητική κοινωνία στην οποία το θρησκευτικό συναίσθημα διαδραμάτιζε, ακόμα, ρόλο. Έως τις αρχές της δεκαετίας του ’40, όμως, το φαινόμενο του εθνικισμού, ανάμεσα στους μουσουλμάνους, είχε πια μαζικοποιηθεί. Οι εθνικιστές πολιτευτές θα κυριαρχήσουν πλήρως, ενώ η υποκατάσταση του θρησκευτικού από τον εθνικό αυτοπροσδιορισμό θεωρείτο, πλέον, ο κανόνας. Εφεξής οτιδήποτε συνδέεται με το ισλάμ και την ισλαμική παράδοση θα αντικρίζεται, ως οπισθοδρομικό, ενώ η απαξίωση των θρησκευτικών συμβόλων και η παρακμή των θρησκευτικών χώρων θα καταστεί εμφανής.
Το 1949 θα τερματίσει τη λειτουργία της η θεολογική σχολή η οποία, στα 17 χρόνια ύπαρξής της, κατάφερε να έχει μόλις 8 απόφοιτους/ιμάμηδες. Στο πλαίσιο της διαπαιδαγωγικής εκστρατείας της τ/κ εθνικιστικής ηγεσίας, που κορυφώνεται με την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ, εκτουρκίζονται όχι μόνο τα ελληνικά τοπωνύμια, οδών και κοινοτήτων, αλλά και αυτά που αντλούν την προέλευσή τους από το ισλαμικό παρελθόν, ενώ οι Τουρκοκύπριοι ενθαρρύνονται να αποφεύγουν να δίνουν στα παιδιά τους μουσουλμανικά ονόματα.
Το ισλάμ εξακολουθούσε, ωστόσο, να διατηρεί κάποιες επιρροές ιδιαίτερα στις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες. Είναι ενδεικτικό πως όταν η τ/κ ηγεσία διεκδίκησε, το 1950, την εισαγωγή ενός οικογενειακού αστικού κώδικα, υπήρξαν αντιδράσεις από τον Seyh Nazım Hoca, μετέπειτα γνωστό Μουφτή της Λεύκας, ο οποίος με ακόμα 1.309 Τουρκοκύπριους διακήρυξαν με υπόμνημά τους, πως «κανένας ανθρώπινος νόμος δεν μπορεί να διαγράψει τα αναλλοίωτα λόγια του Θεού». Στην μετααποικιακή περίοδο, ωστόσο, η επιρροή της θρησκείας συνέχισε να φθίνει. Οργανώσεις και πολιτικοί σχηματισμοί που επιχείρησαν, σποραδικά, να υποθάλψουν το θρησκευτικό συναίσθημα, προκειμένου να εξυπηρετήσουν ιδεολογικές και πολιτικές επιδιώξεις, απέτυχαν παταγωδώς.
Η απειλή του «ΑΚΡ»
Η συντριπτική πλειοψηφία των Κ/Μ, ανεξαρτήτως ιδεολογικών καταβολών αντιμετωπίζει με βαθιά καχυποψία ενέργειες που οδηγούν στην άνοδο της θρησκευτικότητας στην Μουσουλμανική κοινωνία. Ειδικότερα, την επιχειρούμενη προσπάθεια του κυβερνώντος ισλαμικού κόμματος στην Τουρκία να μεταβάλει το αξιακό και πολιτισμικό υπόβαθρο της κοινότητας. Είναι γεγονός πως η άνοδος του (ΑΚΡ) στην εξουσία, καθώς και η παρουσία στο βόρειο μέρος του νησιού μιας ομάδας εποίκων με πιο συντηρητικές αξίες αντικρίζονται από μια μερίδα της κοινότητας, ως εν δυνάμει απειλές για την τ/κ κοινοτική υπόσταση. Επί του παρόντος, ωστόσο, δεν φαίνεται να απειλείται η κοσμική φυσιογνωμία της τ/κ κοινότητας. Διαμορφώνονται, όμως, δυναμικές που σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, ενδέχεται, να αναδιαμορφώσουν το περιεχόμενο της συλλογικής ταυτότητας των Τουρκοκυπρίων. Και αυτό αφού τα τελευταία χρόνια, έχουν πληθύνει οι θρησκευτικές δραστηριότητες, έχει διευρυνθεί η διείσδυση του τουρκικού/ισλαμικού κεφαλαίου στην οικονομία και στις τ/κ κρατικές δομές, και έχει ενταθεί η έκθεση, των Τουρκοκυπρίων, στις συντηρητικές αξίες που αναπαράγονται από ένα, ελεγχόμενο, από το ΑΚΡ, ραδιοτηλεοπτικό πεδίο. Την ίδια ώρα συνεχίζεται η πολιτογράφηση εποίκων με συντηρητικότερο αξιακό υπόβαθρο. Είναι γεγονός πως σε κοινωνικό επίπεδο βρίσκεται, ήδη, σε εξέλιξη ένας πολιτισμικός και θρησκευτικός μετασχηματισμός.
Το ερώτημα που τίθεται, και το οποίο ο χρόνος θα απαντήσει, είναι αν αυτή η διαδικασία μετασχηματισμού θα επιτύχει να αλλοιώσει τις κοσμικές αναφορές των Κυπρίων Μουσουλμάνων, αν θα προκύψει, δηλαδή, μια νέα ταυτότητα που θα εδράζεται σε μια συντηρητικότερη κυπρομουσουλμανική σύνθεση ή αν οι αφομοιωτικές δυναμικές της κοσμικής κοινότητας θα αποτρέψουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Στον βαθμό που αυτό συνιστά μια ένδειξη, πάντως, οι έποικοι δεύτερης και τρίτης γενιάς έχουν ενσωματωθεί στο κοινοτικό πλαίσιο των Κυπρίων Μουσουλμάνων και αποστασιοποιούνται από τις θρησκοληπτικές αντιλήψεις των γονιών τους.
Η λέξη Λινοβάμβακοι προέρχεται από τον συνδυασμό των λέξεων λινό (ύφασμα) και βαμβάκι. Ο όρος αυτός χρησιμοποιούνταν ως μεταφορά και κάπως χιουμοριστικά για να προσδιορίσει αυτά τα άτομα που συνδύαζαν δύο διαφορετικές πρακτικές.
Τα αυτονόητα συμπεράσματα δικά σας ….
Επιμέλεια – Έρευνα – Αναδημοσιεύσεις από Ιστορικές Εγκυκλοπαίδειες κ.ά. από Αντώνη Αντωνά
www.ledrastory.com
Πηγές
Εύγε στο koukfamily. Άψογη επιμελημένη καταχώρηση όπως πάντα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑΑ
Εμείς ευχαριστουμε αγαπημενε φιλε μου Αντωνη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗταν μια εκπληκτικη δουλεια απο μέρους σου και ισως μοναδικη στο διαδίκτυο...
Νάσαι καλά Θάνο. Όπως η ιστορία τα κατέγραψε εμείς τα εμπλουτίζουμε και αναμεταδίδουμε... Είναι ηθική και ιστορική μας υποχρέωση...
ΑπάντησηΔιαγραφήΘεωρώ όπως σχόλιο μου, που καταχωρήθηκε στο άρθρο ΓΗΓΕΝΕΙΣ ΚΥΠΡΙΟΙ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ: ΣΤΕΡΝΗ ΣΑΣ ΓΝΩΣΗ ΝΑ ΤΗΝ ΕΙΧΑΤΕ ΠΡΩΤΑ ..... όπως το επαναλάβω και στο παρόν συγγενές κείμενο, διότι VERBA VOLANT, SCRIPTA MANENT ...
ΚΑΠΟΤΕ ΚΑΠΟΙΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΠΑΠΠΟΥΔΕΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΚΥΠΡΙΩΝ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΩΝ ΠΟΥ ΔΙΑΔΗΛΩΝΟΥΝ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΕΡΝΤΟΓΑΝ, ΤΑΤΑΡ, ΕΠΟΙΚΩΝ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΟΥ ΚΑΤΟΧΗΣ ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΟΥΣΑΝ ΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥΡΚΙΑ, ΠΟΥ ΕΙΣΕΒΑΛΕ ΚΑΙ ΚΑΤΕΣΦΑΞΕ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΜΑΧΟΥΣ....ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΜΟΙΡΟΙ ΕΥΘΥΝΩΝ... ΣΗΜΕΡΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥΣ ΕΠΙ ΤΕΛΟΥΣ ΑΡΧΙΣΑΝ ΝΑ ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΩΝΤΑΙ ... ΑΦΟΎ ΗΔΗ ΒΙΩΝΟΥΝ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗ ΤΟΥ ΤΟΥΡΚΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΚΑΤΟΧΗΣ ... ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΕΧΘΡΟΣ ΤΟΥΣ ..., ΠΟΥ ΕΠΙΖΗΤΕΙ ΤΗΝ ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΟΤΙ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ...ΘΑ ΕΛΕΓΑ ΟΤΙ ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΑΦΥΠΝΙΖΕΤΑΙ ΙΣΩΣ ΤΟ ΚΡΥΠΤΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΤΟΥΣ DNA... ΚΑΛΙΟ ΑΡΓΑ ΠΑΡΑ ΠΟΤΕ ....
Εκδήλωση διαμαρτυρίας πραγματοποίησαν το σήμερα ενώπιον του «ανωτάτου/συνταγματικού δικαστηρίου» τα μέλη του τ/κ δικηγορικού συλλόγου καταδικάζοντας τις δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που αφορούσαν στην απόφασή του για τα μαθήματα κορανίου.
Σύμφωνα με τα όσα μεταδίδει η τουρκοκυπριακή εφημερίδα Γενί Ντουζέν, οι διαδηλωτές κατευθύνθηκαν προς την πλατεία Ινονού της κατεχόμενης Λευκωσίας με σύνθημα «Δημοκρατία και Βούληση».
Τουρκοκυπριακά μέσα μετέδωσαν ότι μέρος της τουρκοκυπριακής κοινότητας υποστηρίζει ότι η Τουρκία με την τακτική της, προσπαθεί να αλλοιώσει την κοσμικότητα της τουρκοκυπριακής κοινότητας...
Αυτή χώρα είναι δική μας»… Το κεντρικό σύνθημα.... (Τώρα έχετε εταίρους τους εποίκους εκ Τουρκίας, τον Τούρκο Τατάρ και κυρίως μέτοχο τον νέο σουλτάνο Ερντογάν.....)
Η Οργάνωση Νεολαίας του Δημοκρατικού Τουρκικού Κόμματος (CTP) και άλλες οργανώσεις πραγματοποίησαν διαδήλωση και τότε κατά της επίσκεψης του Τούρκου προέδρου με σύνθημα: «Αγώνας για την ειρήνη και τη δημοκρατία».
Οι διαδηλωτές εξέφρασαν την αντίθεσή τους στην παρέμβαση της Τουρκίας στα πράγματα της Κύπρου.
ΝΥΝ ΥΠΕΡ ΠΑΝΤΩΝ Ο ΑΓΩΝ ΟΠΩΣ ΕΓΡΑΨΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΣΧΕΤΙΚΟΥ ΑΡΘΡΟΥ .... ΚΑΙ ΓΙΑ ΑΥΤΟΥΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΕΜΑΣ .... ΙΣΩΣ ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΓΥΡΙΖΕΙ Ο ΤΡΟΧΟΣ .... Ο ΘΕΟΣ ΜΑΣ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥΣ ΑΣ ΒΑΛΟΥΝ ΤΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥΣ .... ΗΔΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΛΕΝΕ ΟΤΙ ΠΟΛΛΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ ΤΟΥ ΤΑΤΑΡΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΙ ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΠΛΕΟΝ, ΣΥΝΤΟΜΑ ΘΑ ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΟΥΝ (;) ΣΤΟ ΦΙΛΕΙΡΗΝΙΚΌ ΚΟΜΜΑ *ΑΚΚΙΝΤΖΙ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΟΚΚΙΝΟ ΠΑΝΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΒΕΖΥΡΗ ΝΕΟΣΟΥΛΤΑΝΟ ΕΡΝΤΟΝ..ΑΓΑ...
*Βεβαίως και ο Ακκιντζί δεν είναι και αυτός άμοιρος ευθυνών, διότι όταν στην εξουσία βρισκόταν ατολμία έδειξε ως προς την τελική λύση του Κυπριακού και ταυτόχρονα ... ουκ ολίγα διαβατήρια του ψευδοκράτους πρόσφερε στους εισβολείς τούρκους εποίκους ... οι οποίοι και τον καταψήφισαν με εντολές Ερντογάν .... και οι οποίοι ήδη ...υπερκέρασαν τους γηγενείς Κυπρίους Μουσουλμάνους .... Τα λάθη πληρώνονται ...