Στην εκκλησιαστική μας ιστορία υπάρχουν δυστυχώς πολλά μελανά σημεία για τα οποία άλλοτε ευθύνεται ή ίδια η διοίκηση της Εκκλησίας μας κι άλλοτε εξωγενείς πολιτικοί παράγοντες...
Ενα από αυτά υπήρξε και η εκλογή του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου του Α την εποχή της επταετούς δικτατορίας...
Παρόλα αυτά ιστορικώς και όχι μόνο, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να ακούσουμε τι έχει να μας πεί κι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας αυτής Αρχιεπίσκοπος, καθώς η Εκκλησία μας παρά τον αντικανονικό τρόπο εκλογής του αποφάσισε να διατηρήσει τον τίτλο και μετά την παραίτησή του ως πρώην Αρχιεπίσκοπος και να συγκαταλέγεται στην σειρά των αρχιεπισκόπων...
Ετσι αποφασίσαμε να αναρτήσουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο που εξέδωσε το 1975.
Στο τέλος του κειμένου θα σας παραθέσουμε και ένα σύντομο ιστορικό με τα της εκλογής του.
Από το βιβλίο:
Αρχιεπισκόπου Πρώην Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Ιερωνύμου του Α., «Το δράμα ενός Αρχιεπισκόπου».
Δ’ έκδοσις επηυξημένη. Εν Αθήναις 1975.
Όταν απεδεχόμην την εκλογήν μου ως Προκαθημένου της Εκκλησίας της Ελλάδος, εγνώριζα, ότι απεδυόμην εις μίαν γιγαντιαίων διαστάσεων μάχην˙ ότι όμως η μάχη αυτή θα ελάμβανεν αυτήν την έκτασιν και αυτήν την σφοδρότητα, δεν μου ήταν δυνατόν να το προΐδω.
Διότι η μάχη αυτή ήταν κατ’ ουσίαν και εξακολουθεί να είναι από την μίαν πλευράν, η επίθεσις κατά του εκκλησιαστικού «κατεστημένου» και από την άλλην πλευράν, η αντεπίθεσις του «κατεστημένου» εναντίον εκείνων, που επεχείρησαν να διαταράξουν τον απόλυτον κυριαρχίαν του.
Αλλά δια να κατανοήσωμεν όλον το βάθος και την έκτασιν της διεξαγομένης μάχης -ΔΕΝ- πρέπει χρονικώς να την περιορίσωμεν εις την περίοδον της ενεργού υπηρεσίας μου, δηλαδή εις την εξαετίαν 1967-1973.
Η μάχη είχεν αρχίσει περί τα μέσα του περασμένου αιώνος και -ΔΕΝ- έχει λήξει ακόμη. Η μάχη ήρχισε με την εμφάνισιν εις τον εκκλησιαστικόν στίβον προσώπων όπως - ο Κοσμάς Φλαμιάτος - ο Χριστόφορος Παναγιωτόπουλος (ο γνωστός ως Παπουλάκος) και ο Απόστολος Μακράκης.
Συνεχίσθη δε κατόπιν, εν μέρει, από τον Κωνσταντίνον Διαλησμάν και τους περί αυτόν και τον Παναγιώτην Βαρυμποπιώτην, εκ δε των νεωτέρων, από τον Ανδρέαν Κεραμίδαν, τον Χριστόφορον Καλύβαν, τον Αυγουστίνον Καντιώτην, τον Κωνσταντίνον Σακελλαρόπουλον κ.α.
Το χαρακτηριστικόν όλων αυτών - ήταν η σφοδρή πολεμική, την οποίαν ήσκησαν ... κατά «του εκκλησιαστικού κατεστημένου» ... Αυτό το «κατεστημένο» ... έχει τα εξής χαρακτηριστικά -
1) Μίαν ελευθεριότητα περί τα γενετήσια που φθάνει όχι μόνον μέχρι του να την ανέχεται αλλά και να υποθάλπη ακόμη τας σεξουαλικάς διαστροφάς.
2) την δια παντός επιδίωξιν αποκτήσεως υλικών αγαθών και απολαύσεων ακόμη και διά διαρπαγής της ιεράς περιουσίας της Εκκλησίας,
3) ένα άκρατον δεσποτισμόν που εκράτει και κρατεί τους υπολοίπους κληρικούς εις την θέσιν των μουζίκων και,
4) την δημιουργίαν και διατήρησιν ενός στενού κύκλου προσώπων που εφρόντιζαν και ακόμη και σήμερα φροντίζουν ΜΕ ΚΑΘΕ ΜΕΣΟΝ να -ΜΗΝ- διαφύγη από τας χείρας των η διοίκησις της Εκκλησίας.
- «Σάρκα εκ της σαρκός» των -
Επί του τελευταίου τούτου θα μου επιτραπή να αναφέρω μίαν συνομιλίαν μου με κάποιον, μακαρίτην τώρα Μητροπολίτην. Η συνομιλία αυτή πρέπει να είχε γίνει περί το 1940, ήτοι προ 35 ετών, μου είχεν όμως κάμει τόσην εντύπωσιν, ώστε την ενθυμούμαι σαν να έγινε χθες. Καίτοι ήμουν ακόμη νεοχειροτόνητος, αλλά επειδή ήμουν αρκετά μεστωμένος εις την ηλικίαν, δεν εδίσταζα να εκφράζω προς τους πάντας απολύτως ελευθέρως τας σκέψεις και γνώμας μου.
Συνεζήτουν, λοιπόν, με τον μακαρίτην δια την ανάγκην να εκλέγωνται ως επίσκοποι οι κληρικοί εκείνοι, που διέθεταν προ παντός ήθος, αλλά και πραγματικήν μόρφωσιν και αποδεδειγμένας ικανότητας και είχαν ήδη εργασθή ευεργετικώς υπέρ της Εκκλησίας. Η συζήτησίς μας είχε γίνει εις το Γραφείον μου εντός του κτιρίου της Ιεράς Συνόδου, όπου τότε υπηρέτουν ως Γραμματεύς και την συνεχίζαμεν ακόμη, καθ’ ην ώραν ο μακαρίτης έφευγε. Κατέβαινε την σκάλαν και εστραμμένος προς εμέ, που ευρισκόμην εις το επάνω πλατύσκαλον μου είπε με την διακρίνουσαν αυτόν ελευθεροστομίαν τα εξής, που δεν μπορώ να τα λησμονήσω:
– «Βρε Ιερώνυμε, άκου να σου πω εμείς θα κάνουμε δεσποτάδες κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν δική μας. Θα είναι σαρκ εκ της σαρκός μας και οστούν εκ των οστών μας. Κατάλαβες;»
Κατάλαβα το «εκκλησιαστικό κατεστημένο» είχε την αξίωσιν να διαιωνίση την μονοκρατορίαν του Δι’ αυτό το «εκκλησιαστικό κατεστημένο» ή, όπως λέγεται καμουφλαρισμένα «η πρεσβυτέρα ιεραρχία» με κάθε μέσον προσπαθούσε να -ΜΗΝ- αφίση να εισέλθη εις τας τάξεις του και αν ήταν δυνατόν ούτε και εις τον κλήρον κανένα υγιές στοιχείον.
Την σκοπιμότητα αυτήν θα την διαπιστώση κανείς εις όλα τα σχέδια του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας, που έχουν γίνει από το 1930 και εξής και εις όλους τους Καταστατικούς Χάρτας, που εφηρμόσθησαν από τότε μέχρι τώρα.
Επίσης με κάθε μέσον το «εκκλησιαστικό κατεστημένο» προσεπάθει να αποκλείση κάθε φορά από τον «κατάλογον των προς αρχιερατείαν εκλογίμων» τα πρόσωπα εκείνα που δεν ήσαν ιδικά του σύμφωνα με το πνεύμα του θα έλεγα «αφομοιώσιμα» ή καλύτερα «σαρξ εκ της σαρκός του».
- Το παράπονον δια το «αγκάλιασμα» της Ιεραρχίας -
Το παράπονον, που επανειλημμένως και κατά την διάρκειαν ακόμη των συνεδριάσεων της Ιεράς Συνόδου μου εξέφραζεν ένα μέλος της «πρεσβυτέρας Ιεραρχίας», ήταν ότι -δεν- αγκάλιασα την Ιεραρχίαν. Δεν είναι αλήθεια όμως, ότι δεν αγκάλιασα την Ιεραρχίαν, διότι εγώ ηθέλησα να συνεργασθώ με όλους ανεξαρτήτως τους Αρχιερείς. Απόδειξις είναι, ότι εις μεν την Ιεράν Σύνοδον του 1969-1972 και τα δέκα μέλη της ήσαν από την «πρεσβυτέραν Ιεραρχίαν», εις δε την Ιεράν Σύνοδον του 1972 τα εξ μέλη ανήκαν εις την «πρεσβυτέραν Ιεραρχίαν» και μόνον πέντε εις τους χειροτονηθέντας μετά το 1967, ήτοι επί της αρχιερατείας της ιδικής μου. Επομένως, εγώ «αγκάλιασα» ολόκληρον την Ιεραρχίαν, και την «πρεσβυτέραν» και την «νεωτέραν». Το ίδιον όμως δεν έγινε μετά την παραίτησίν μου, αλλά το όλως εναντίον, δηλαδή η Ιεραρχία, με Συντακτικήν Πράξιν εχωρίσθη εις δύο.
Εκείνο, που εγώ δεν «αγκάλιασα» ούτε δε φυσικά και επρόκειτο να «αγκαλιάσω» ποτέ, ήταν τα χαρακτηριστικά του «κατεστημένου». Έτσι και εκείνο ούτε πριν ούτε και μετά την εκλογήν μου ως Αρχιεπισκόπου μπόρεσε ποτέ να με «αγκαλιάση»
Με αισθανόταν σαν ένα μεταμοσχευμένο ξένο μέλος, που ήθελε, όσον μπορούσε πιο γρήγορα να με αποβάλη.
Με όλα αυτά δεν θέλω να ισχυρισθώ, ότι εις το Σώμα της Ιεραρχίας δεν υπήρχαν - και προ του 1967 - και υγιά στοιχεία Θα έλεγεν όμως κανείς, ότι και αυτά ήσαν και είναι ένα «ξένον» σώμα, που εισήλθε κατά λάθος.
Το καλόν προ της εκλογής μου ήταν, ότι εκτός από τα υγιά στοιχεία της Ιεραρχίας χάρις και εις αυτά και εις όσους ηγωνίζοντο έξω από αυτήν όπως επίσης χάρις και εις αρκετούς δημοσιογράφους σημαντικόν μέρος της κοινής γνώμης ήταν εναντίον του «εκκλησιαστικού κατεστημένου».
Δυστυχώς, όμως ... και από ιδικήν μου εσφαλμένην εκτίμησιν των δυνατοτήτων των Δημοσίων Σχέσεων «το εκκλησιαστικό κατεστημένο», με την βοήθειαν όλων των πολλών και ποικίλων αντιπάλων μου και αυτής ακόμη της δικτατορίας και εις τα δύο της στάδια, ιδίως όμως κατά το δεύτερον κατώρθωσε πάλιν να μονοκρατορεύη και μάλιστα υπό πολύ χειροτέραν μορφήν από ό,τι εγίνετο προ της εκλογής μου. Διότι τώρα κατώρθωσε να συκοφαντήση κάθε καλήν προσπάθειαν, η οποία έγινεν επί της αρχιερατείας μου και να αρχίση ένα πρωτοφανή διωγμόν κάθε υγιούς στοιχείου που είχεν εν τω μεταξύ εισέλθει εις τον κλήρον...
... Το μεγάλο ατύχημα δια την Εκκλησίαν ήταν ... ότι το βαθύτερον νόημα της διεξαγομένης μάχης ΔΕΝ το κατενόησαν ούτε εκείνοι, οι οποίοι προ της εκλογής μου την διεξήγον είτε εντός - είτε εκτός της Ιεραρχίας. Κατά πολύ δε ολιγώτερον συνέλαβαν το νόημα του αγώνος και πολλοί άλλοι που είμαι βέβαιος ότι επιθυμούν ειλικρινώς την αλλαγήν εις την κατάστασιν της ηγεσίας της Εκκλησίας μας.
Δι’ αυτό όχι μόνον δεν εβοήθησαν εις την μάχην κατά του «εκκλησιαστικού κατεστημένου» ... αλλά και εν πολλοίς είτε αρνητικώς είτε πότε – πότε ακόμη και θετικώς συνωδοιπόρησαν μαζί του.
Έτσι το «κατεστημένο» μπόρεσε να επανέλθη εις την εξουσίαν «εν θριάμβω ...»
(μας εστάλλει μέσω μηνύματος από την κ. Σοφία Σ.)
Ακολουθεί το απόσπασμα που αναφέρεται στα της εκλογής του.
Για την ανάρρηση του Ιερώνυμου στον αρχιεπισκοπικό θρόνο προηγήθηκε η αντικανονική απομάκρυνση του τότε αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου από τη χούντα και τα ανάκτορα. Η ανατροπή του αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου διευκολύνθηκε από το ότι ο ίδιος ήταν ηλικιωμένος. Συγκεκριμένα τη Μεγάλη Παρασκευή, 28 Απριλίου 1967, κατά την περιφορά του Επιταφίου, ο Χρυσόστομος πιέστηκε να επιβιβαστεί σε αυτοκίνητο που τον μετέφερε στο σπίτι του. Λίγο αργότερα, κάποιοι που ισχυρίστηκαν ότι είναι γιατροί, συνοδευόμενοι από νοσοκόμες και αστυνομικούς, τον επισκέφτηκαν και του ζήτησαν να ετοιμαστεί για εισαγωγή στο νοσοκομείο. Παρά τη σθεναρή άρνησή του και τη διαβεβαίωση του προσωπικού του γιατρού, Δημητρίου Καπνιά, ότι δεν είχε πρόβλημα υγείας, οι αυτόκλητοι επισκέπτες αρνήθηκαν να αποχωρήσουν χωρίς τον Χρυσόστομο, μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες του Σαββάτου, οπότε τον ανάγκασαν να τους ακολουθήσει στο νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού.
Ωστόσο -και παρά τις πιέσεις- ο Χρυσόστομος αρνήθηκε να παραιτηθεί και εξαναγκάστηκε να παραμείνει στο νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού για περισσότερο από ένα μήνα, χωρίς να είναι ασθενής. Στις 6 Μαΐου, αξιωματούχος των Ανακτόρων παρέδωσε στον Χρυσόστομο δύο παραλλαγές επιστολής παραίτησης για να διαλέξει ποια θα υπογράψει. Σε επιστολή του προς τον τότε βασιλιά, ο αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος δήλωνε την πλήρη άρνησή του να παραιτηθεί, «…αρνούμαι διαρρήδην να γίνω παραβάτης θείων προσταγμάτων διότι θα είμαι ρίψασπις και προδότης και επίορκος, και υπό τοιαύτας συνθήκας δε θα θελήσω ποτέ [...] να καλύψω εξ αισχύνης το πρόσωπό μου. Αν η εκκλησία και η πολιτεία θελήσει ούτως ή άλλως, είτε κανονικώς είτε νομίμως να επιβάλει μίαν λύσιν, αντίθετον προς τας πεποιθήσεις μου, εγώ ου δύναμαι εμποδίσαι αυτήν και θα έχω να δικαιολογηθώ ενώπιον του δικαίου Κριτού ότι βία και δυναστεία υπέκυψα, αλλά και μετά διαμαρτυριών ενώπιον θεού και ανθρώπων».
Στις 10 Μαΐου 1967 η δικτατορική κυβέρνηση Κόλλια, προχώρησε στη θέσπιση του αναγκαστικού νόμου 3/1967 με τον οποίο ανέτρεψε το υφιστάμενο από το 1923 κανονικό εκκλησιαστικό καθεστώς. Έτσι επιβλήθηκε η σύσταση αριστίνδην Ιεράς Συνόδου για εκλογή νέου αρχιεπισκόπου. Κατήργησε δηλαδή τη Σύνοδο της Ιεραρχίας ως ανώτατη εκκλησιαστική αρχή και επέβαλε στην Εκκλησία της Ελλάδος μια «Αριστίνδην Σύνοδο», από οκτώ μητροπολίτες που διορίσθηκαν ήδη την επομένη με βασιλικό διάταγμα και οι οποίοι ήταν εκείνοι, οι ελάχιστοι ιεράρχες, που δέχονταν να συνεργαστούν ανοικτά με τη δικτατορία.
Ακολούθως ο δικτατορικός υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Καλαμποκιάς κήρυξε τον αρχιεπισκοπικό θρόνο εν χηρεία, επεκτείνοντας και στον Χρυσόστομο την αντίστοιχη διάταξη του νομοθετικού διατάγματος 4589/1966, που υποχρέωνε σε αποχώρηση τους μητροπολίτες και βοηθούς επισκόπους μόλις αυτοί συμπλήρωναν το ογδοηκοστό έτος της ηλικίας τους.
Έτσι, ο υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων της Χούντας κήρυξε τον αρχιεπισκοπικό θρόνο εν χηρεία, παρόλο που ο κανονικός Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος ζούσε.
Ο αρχιμανδρίτης των ανακτόρων και καθηγητής Πανεπιστημίου Ιερώνυμος Κοτσώνης επιλέχθηκε ως ένας από τους τρεις υποψηφίους που πρότεινε η οκταμελής αριστίνδην Ιερά Σύνοδος στον Κωνσταντίνο, ο οποίος και τον επέλεξε. Η προδιαγεγραμμένη «εκλογή» του έγινε στις 13 Μαΐου του 1967 υπό την εποπτεία του ίδιου του ισχυρού άνδρα του καθεστώτος Γεωργίου Παπαδόπουλου και του Στυλιανού Παττακού) και την επόμενη μέρα χειροτονήθηκε μητροπολίτης. Η ενθρόνισή του πραγματοποιήθηκε στις 17 Μαΐου.
Ενδεικτικό της αντικανονικότητας της κατάστασης είναι το γεγονός πως η χειροτονία του Ιερώνυμου έγινε στις 4 Μαΐου 1967, χωρίς να έχει παραιτηθεί ο κανονικός αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β΄, του οποίου η εξαναγκασμένη παραίτηση έφερε τελικά ημερομηνία 11 Μαΐου 1967. Η ανάρρηση του Ιερώνυμου Κοτσώνη στον αρχιεπισκοπικό θρόνο αποτελεί την πρώτη και κυριότερη φάση του πραξικοπήματος στην Εκκλησία της Ελλάδος.
Με την αντικανονική εκλογή του θεωρήθηκε ευθέως ευνοούμενος της χούντας των συνταγματαρχών και χαρακτηρίστηκε χουντικός και βασιλικός. Για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες πραγματοποιήθηκε η ενθρόνιση του Ιερωνύμου, είναι χαρακτηριστική η εισήγηση του μητροπολίτη Κορίνθου Παντελεήμονος στην Έκτακτη Πολυμελή Σύνοδο στις 5 Μαρτίου του 1974: «Εκ των μέχρι τούδε λεχθέντων συνάγεται ότι η άνοδος του Ιερωνύμου εις τον αρχιεπισκοπικόν θρόνον υπήρξε πάντη ανώμαλος και άκρως αντικανονική, επί πλέον πάσχουσα και εκ της χρησιμοποιήσεως δι’ αυτήν κοσμικών αρχόντων».
Μπορείτε να διαβάσετε την βιογραφία του ΕΔΩ
Αληθινό χρυσάφι!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠεριγράφει το
τί χ ά λ ι , από τα χρόνια των
Β α υ α ρ ώ ν
επιβλήθηκε στην
ιεραρχία
(ωστε να γίνει η
..."εκκλησία"
...λαομίσητη
-όπως στην δύση-)
Το οτι αυτό το
χάλι,
χ ρ η σ ι μ ο π ο ι ή θ η κ ε
από το καθεστώς
ωστε με την
π ρ ό φ α σ η
τού τάχα ε ξ α γ ν ι σ μ ο υ...
να εξαφανιατούν
οι...
α π ρ ό θ υ μ ο ι
απέναντι στην
δικτατορία
χωρίς αυτός ο
εξαγνισμός
να γίνει ποτέ πράξη !
Ο τρόπος επίσης
αντικανονικής απομάκρυνσης
τού κανονικού
Αρχιεπισκόπου
με...
υγειονομικό τρόπο
λέει πολλά
νομίζω και
γιά το σήμερα.
Ευχαριστούμε.
Πάντα τέτοια...!