Η κασέτα ή κασέττα είναι μαγνητικό μέσο αποθήκευσης και αποτελείται από μια πλαστική θήκη μικρών διαστάσεων, μέσα στην οποία βρίσκεται μαγνητική ταινία στην οποία εγγράφονται κυρίως ηχητικές πληροφορίες και δευτερευόντως/μεταγενέστερα (πρακτική που πλέον έχει ξεπεραστεί) αρχεία υπολογιστών.
Η κασέτα είναι σχεδιασμένη να λειτουργεί με τύλιγμα / ξετύλιγμα της μαγνητικής ταινίας σε μικρές ενσωματωμένες μπομπίνες και να τοποθετείται σε ειδική ηλεκτρονική συσκευή, με κεφαλή ανάγνωσης, που καλείται κασετόφωνο.
Παρότι ο όρος κασέτα μπορεί να αναφέρεται σε διάφορες μορφές μαγνητικών μέσων αποθήκευσης που περικλείονται σε σκληρό περίβλημα, στα Ελληνικά με τον όρο αυτό συνήθως εννοούμε το μέσο που ακολουθεί τις προδιαγραφές (διαστάσεις περιβλήματος, πάχος ταινίας κλπ) του προτύπου Compact Cassette (συμπαγής κασέτα), υλοποιήσεις του οποίου φαίνονται στην εικόνα στα πάνω.
Ιστορία
Η εγγραφή ηχητικών σημάτων σε μαγνητοταινίες στις ηχογραφήσεις των πρωτοτύπων μουσικών έργων ξεκινά από το 1945 και μετά. Στα μέσα της δεκαετίας του ΄60 η Philips παρουσίασε πρώτη την μικρή γνωστή πλέον κασέτα (Compact Cassette) ως μέσο επαγγελματικής υπαγόρευσης, μαζί με το αντίστοιχο κασετόφωνο.
Αφού ανταγωνίστηκε αρκετά χρόνια τις κασέτες του τύπου 8-track, η τεχνολογία αυτή κατά τη δεκαετία του ΄80 κατέκλυσε κάθε σπίτι και αυτοκίνητο ξεπερνώντας κατά πολύ τις προβλέψεις των κατασκευαστών της. Τα πλεονεκτήματα ήταν το μικρό και συμπαγές μέγεθος, η εύκολη ηχογράφηση/αναπαραγωγή και η εύκολη αντιγραφή, από καταγεγραμμένο σε άλλα μέσα, ηχητικό σήμα. Σημαντική ώθηση στη δημοφιλία της έδωσε και η εμφάνιση τουWalkman το 1979.
Η τεχνολογία της κασέτας επέτρεψε την πρώτη άνθιση των παράνομων ηχογραφήσεων, δηλαδή την «μουσική πειρατεία» μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του ΄90, φαινόμενο που αντιμετωπίστηκε από τη μουσική βιομηχανία με το σύνθημα «Home taping kills music» (Το γράψιμο κασετών στο σπίτι σκοτώνει τη μουσική).
Η κασέτα χρησιμοποιήθηκε επίσης, ως μέσο αποθήκευσης προγραμμάτων και αρχείων στους πρώτους οικιακούς υπολογιστές, όπως ο Sinclair ZX Spectrum. Να σημειωθεί πως οι κασέτες εξελίχθηκαν, πριν αντιμετωπίσουν την οριστική παρακμή, με νέα μοντέλα με καλύτερη ποιότητα ήχου, μεγαλύτερη διάρκεια και πιο στιβαρή κατασκευή με αποκορύφωμα τον τύπο DAT.
Τύποι κασέτας
C15 15 λεπτά
C20 20 λεπτά
C30 30 λεπτά
C60 60 λεπτά
C120 120 λεπτά
C180 180 λεπτά
Σήμερα
Η κασέτα σήμερα ως μέσο έχει περιοριστεί σε ελάχιστη χρήση, λόγω σοβαρών μειονεκτημάτων (χαμηλή ποιότητα ήχου, σειριακή λογική ευρέσεως θεμάτων, ευπάθεια στον χρόνο) σε σχέση με το CD και τα μεταγενέστερα μέσα.
Επίσης οι δισκογραφικές εταιρείες, τουλάχιστον από το 2000 και μετά, δεν παράγουν τους τίτλους τους σε αυτό το μέσο. Να σημειωθεί ακόμη πως όλα τα μέσα (κασέτα, βιντεοκασέτα, μπομπινόφωνο, 8-track, DAT) που χρησιμοποιούν μαγνητική ταινία, αποσύρονται με ταχείς ρυθμούς από την αγορά.
Μικρές νησίδες επιβίωσης των μαγνητικών μέσων αυτού του τύπου είναι, κυρίως σε επαγγελματικό επίπεδο, οι βιντεοκασέτες με τεχνολογία εγγραφής BETA και οι κασέτες DAT (Digital Audio Tape), αλλά και μαγνητικές ταινίες για δημιουργία αντιγράφων ασφαλείας δεδομένων υπολογιστή.
Tο Κασετόφωνο ή Cassette deck
Το Κασετόφωνο ή Cassette deck όπως ονομάστηκε και καθιερώθηκε από την κατασκευάστρια εταιρεία είναι η αναλογική ηλεκτρονική συσκευή αναπαραγωγής ήχου με μαγνητική τεχνολογία που παρουσιάστηκε από την εταιρεία PHILIPS στα μέσα της δεκαετίας του 1960.
Η συσκευή αυτή υπήρξε εν μέρει διάδοχος της παλιάς, αποκλειστικά επαγγελματικής, τεχνολογίας αναπαραγωγής / εγγραφής μέσω μαγνητικών μπομπινών 7 ή 10,5 ιντσών, αλλά και νέο προϊόν με καινοτόμα χαρακτηριστικά. Το Ραδιοκασετόφωνο είναι ο συνδυασμός κασετόφωνου με δέκτη ραδιοφώνου σε μία συσκευή.
Τεχνολογία
Το κασετόφωνο αναπαράγει ή εγγράφει τον ήχο μέσω της κασέτας χρησιμοποιώντας μία μαγνητική κεφαλή ανάγνωσης και μία εγγραφής. Η λεπτή μαγνητική ταινία της κασέτας, πλάτους 0,15 ιντσών, επιστρωμένη με οξείδια του σιδήρου και τυλιγμένη σε καρούλια, τοποθετείται σε θέση υποδοχής του κασετοφώνου και εφάπτεται επί της κεφαλής του.
Κινείται με σταθερή ταχύτητα (4,75 εκατοστά/δευτερόλεπτο για τις κασέτες ήχου του εμπορίου) και το κασετόφωνο μετατρέπει τις αναλογικά εγγεγραμμένες μαγνητικές πληροφορίες σε κατάλληλα ηλεκτρικά μεταβαλλόμενο σήμα που καταλήγει σε ενισχυτή ενσωματωμένο ή εξωτερικό ώστε να αναπαραχθεί ο ήχος μέσω των ενσωματωμένων ή εξωτερικών ηχείων.
Το ακριβώς αντίθετο γίνεται στην εγγραφή, καθώς το κασετόφωνο διαθέτει ένα ηλεκτρικό κινητήρα που περιστρέφει τις εξοχές που κουμπώνουν στα καρούλια της κασέτας.
Η ταχύτητα περιστροφής μπορεί να είναι κανονικά μπροστά για ακρόαση μουσικής, γρήγορη περιστροφή εμπρός ή πίσω για αναζήτηση κομματιού και επιλέγεται με τα αντίστοιχα πλήκτρα.
Υπάρχει και ένα πλήκτρο κόκκινου χρώματος που πατώντας το, το κασετόφωνο εγγράφει ηχητικά σήματα είτε από μικρόφωνο είτε από άλλη πηγή (Πικάπ, ραδιόφωνο, άλλο κασετόφωνο).
Μεγάλο πλεονέκτημα της μεθόδου αυτής είναι η δυνατότητα με απομαγνήτιση της κασέτας να την επανεγγράψουμε πολλές φορές. Έτσι το κασετόφωνο της Philips ήταν η πρώτη συσκευή εγγραφής μαζικής κατανάλωσης.
Είδη κασετόφωνου και ιστορία
Τα πρώτα κασετόφωνα ήταν απλές μονοφωνικές φορητές συσκευές με ενσωματωμένο μικρόφωνο, ώστε να μπορεί κανείς να ηχογραφήσει ανά πάσα στιγμή και οπουδήποτε.
Ακολούθησε το κασετόφωνο αυτοκινήτου με τεράστια εμπορική επιτυχία. Τα μεγάλα φορητά στερεοφωνικά κασετόφωνα με ενσωματωμένα ηχεία και πολλές φορές διπλές συσκευές ήταν η συνέχεια.
To 1979, η Sony παρουσίασε το την απόλυτη φορητή συσκευή ήχου, μικρών διαστάσεων και βάρους με ενσωματωμένα ακουστικά. Το Walkman αποτέλεσε την κορύφωση της εμπορικής δημοφιλίας του κασετόφωνου αλλά σήμανε και την αρχή του τέλους του.
Ήταν δημιούργημα του Ναμπουτόσι Κιχάρα, μηχανικού στο τμήμα ήχου της Sony. O τότε πρόεδρος της εταιρείας Ακίο Μορίτα του είχε ζητήσει να σχεδιάσει μια συσκευή που θα μπορούσε να παίρνει μαζί του στα ταξίδια για να ακούει τις αγαπημένες του όπερες.
Αξιοσημείωτα είναι και τα Hi-end κασετόφωνα, συσκευές με υψηλή πιστότητα ήχου που έφτασαν στο αποκορύφωμα τους με τα θρυλικά πλέον μοντέλα των εταιρειών Nakamichi και Teac.
Τέλος τα κασετόφωνα χρησιμοποιούντο και από τους πρώτους οικιακούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές όπως οι Sinclair ZX80, ZX81 και ZX Spectrum ως μέσο ανάγνωσης / εγγραφής προγραμμάτων λογισμικού (software).
Άλλα κασετόφωνα
Εκτός από το κασετόφωνο που εφηύρε πρώτη η Philips παρουσιάστηκαν και δυο ακόμη τεχνολογίες, η μία νωρίτερα (eight-track) και η άλλη πολύ αργότερα (μικροκασετόφωνο).
Η σύγχρονη του κασετοφώνου ήταν το οκταζωνικό (eight-track) με ισχυρή παρουσία ως συσκευή αυτοκινήτου και πολύ μεταγενέστερα τα αναλογικά μικροκασετόφωνα για επαγγελματική χρήση (κυρίως από δημοσιογράφους) με μικρότερη μαγνητοταινία πλάτους 1/8 ιντσών, ταχύτητας 1 και 5/16 ips (3,33 εκατοστόμετρων ανά δευτερόλεπτο) σε περίβλημα διαστάσεων 5,5 Χ 3,3 Χ 0,7 εκατοστόμετρων.
Και οι δύο τεχνολογίες είναι πλέον κατηργημένες, η μεν πρώτη ήδη από την εποχή που μεσουρανούσε το κλασικό κασετόφωνο (αρχές δεκαετίας του 1980), η δε δεύτερη από τις πολύ πιο εύχρηστες ψηφιακές συσκευές.
Μειονεκτήματα και το τέλος του κασετόφωνου
Το κασετόφωνο είχε σημαντικά μειονεκτήματα όπως:
- Την χαμηλή ποιότητα ήχου λόγω θορύβου που εισήγαγε στο σήμα
- Την σειριακή λογική εύρεσης των tracks
- Την μειούμενη ποιότητα σε κάθε αντιγραφή και εν γένει
- Το γεγονός ότι ήταν αναλογική τεχνολογία και όχι ψηφιακή
πηγή
Πολυ ομορφο αρθρακι ''ιστορικης ''θα το ελεγα σημασιας !
ΑπάντησηΔιαγραφήΠραγματικα με ταξιδεψε με τις εικονες απο τα ξεχασμενα πλεον ''φιλαρακια'' μας !
Βεβαια για τις χρησεις που ειχανε ,αλλοι γνωριζουν πιο πολλα ,εμενα μουσικουλα μου προσφεραν !