συνέχεια από το 2ο μέρος
Γράφει ο π. Κυριακός Τσουρός
Ας δούμε, όμως, την άλλη μορφή της νεοειδωλολατρικής προπαγάνδας, που εγγίζει τα όρια του φαιδρού και συγχρόνως του παράδοξου:
Υπάρχουν νεο-ειδωλολάτρες, οι οποίοι δεν αρνούνται τον Ιησούν Χριστόν, αλλά υποστηρίζουν ότι τον πιστεύουν και τον λατρεύουν, βεβαίως μαζί και ίσα με τους δώδεκα θεούς του Ολύμπου.
Από την άλλη πλευρά, η
πλειοψηφία των ειδωλολατρικών ομάδων καταφέρεται δριμύτατα κατά του
προσώπου του Κυρίου μας Ιησού Χριστου. και τούτο ένεκα της εβραϊκής
αυτού καταγωγής.
Η σύνταξη του περιοδικού Διιπετές χαρακτηρίζει τον Ιησούν Χριστόν ως σημιτικής κατασκευής Δικτατορίσκο τ’ Ουρανού. !!!(4/1993, σελ.6).
Άλλο έντυπο σε άρθρο υπό τον τίτλο: «Η Παλαιά Διαθήκη ως συρραφή στοιχείων από θρύλους άλλων λαών», γράφει: «Σύ
ο περήφανος Έλληνας, γιατί να μου τρίζεις τα δόντια όταν τολμήσω να σου
πω πως ο Ιησούς, αποτελεί την πιο τραγική μορφή ειδωλολατρείας, αφού,
όντας άνθρωπος κατέληξε να λατρεύεται ως Θεός; Το ξέρεις πως όλες οι
λεγόμενες προφητείες, που η Καινή Διαθήκη ταιριάζει στο πρόσωπο του,
είναι πέρα για πέρα κατασκευασμένες;» (Ε. Αταβύριος, Εις Μεγαρικό Τύπο, 1.10.1995).
Στην εφημερίδα Ελληνική Αγωγή
σε κύριο άρθρο, με τίτλο Αρχαία Ελληνικά Μυστήρια ο συντάκτης προβαίνει
σε μία άνευ προηγουμένου συγκρητιστική προσπάθεια και διερωτάται, αν
θυσιάστηκαν άδικα οι ιερουργοί της
ανθρωπότητος, οι μεγάλοι ιεροφάντες των θρησκειών του ανθρώπου όπως ο
Ζαγρεύς Διόνυσος, ο Άριος Ράμα, ο Ινδός Κρίσνα, ο Ορφεύς, ο Αιγύπτιος
Όσιρις, ο Ιησούς… (αρ. φυλ. 4/1996), και σε άλλο κείμενο της
ίδιας εφημερίδας ο συντάκτης μιας ομιλίας θεωρεί ότι την διδασκαλία των
(αρχαίων) μυστηρίων ακολούθησαν – και ενίσχυσαν ή διέδωσαν ακόμη
περισσότερο – οι Πλατωνικοί, οι Νεοπλατωνικοί, οι Μαθητές, Απόστολοι
και Ευαγγελιστές του Ιησού Χριστού, όπως βεβαιώνουν ο Θεοδώρητος, ο
Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο Ωριγένης, ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης, ακόμη και ο
Αυγουστίνος, που συγκρίνοντας τα δόγματα του Πλάτωνος με τα Χριστιανικά
δεν βρήκε διαφορές (αυτόθι, σελ.8).
Υπάρχουν, εξ άλλου και εκείνοι οι οποίοι δηλώνουν: «Δεν είμαι διατεθειμένος να λατρέψω τους αρχαίους θεούς. Παραμένω
χριστιανός με έναν εντελώς δικό μου τρόπο, ξεριζώνοντας οτιδήποτε το
εβραϊκό. Παρ όλα αυτά, αν μπορούσα, και βέβαια θα παντρευόμουν με το
ορφικό τελετουργικό, όπως έκανε εκείνος ο καθηγητής και κόντεψαν να τον φάνε» (Ι. Θεοδόσης, επιστολή στο Διιπετές, 4/1993, σελ.6)
Τα πιο παράδοξα όμως και συνάμα φαιδρά για το πρόσωπο του Ιησού
Χριστού διαβάζουμε σε αθηναϊκό περιοδικό ευρείας κυκλοφορίας, σε άρθρο
υπό τον τίτλο Οι θεοί του Ολύμπου προπομποί του Ιησού Χριστού:
Οι πιστοί της δωδεκαθείας στην Ελλάδα, χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες.
Είναι εκείνοι που πιστεύουν στους Δώδεκα θεούς του Ολύμπου και που δεν αναγνωρίζουν τον Ιησού ως Θεό και εκείνοι, που είναι και οι περισσότεροι, που είναι μεν Ορθόδοξοι χριστιανοί αλλά με τη διαφορά ότι δεν πιστεύουν και δεν δέχονται ούτε καν ως μύθο (;) την Παλαιά Διαθήκη (Οικογενειακός Θησαυρός, 6.5.97).
Κι άλλα ακόμη, εξ ίσου ανιστόρητα καταγράφει ο συντάκτης του άρθρου ως θέσεις ελληνικών νεοπαγανιστικών ομάδων. Ότι
ο βωμός τω αγνώστω Θεώ ήταν αφιερωμένος στον Ιησούν Χριστόν, ότι ο
Ιησούς Χριστός δεν ήταν Ιουδαίος, αλλά Εσσαίος, ότι είχε ελληνική
παιδεία και ήταν μύστης της ελληνικής Θεοσοφίας, γι αυτό οι Έλληνες τον
ακολούθησαν και τον εδόξασαν. Έτσι πολλοί Δωδεκαθεϊστές στην Ελλάδα
τιμούν και τους αρχαίους θεούς και τον Χριστόν, βεβαίως όπως αυτοί τον
αντιλαμβάνονται (Πρβλ. και GO, 30.9.97, Έψιλον σελ. 15).
Έτσι λοιπόν συναντάμε και τον εξωφρενικό όρο χριστιανοί δωδεκαθεϊστές, οι οποίοι δοξάζουν τους θεούς και τον Χριστό όπως αυτοί αντιλαμβάνονται (αυτόθι).
Δεν διστάζουν δε να συνδέουν αυτόν τον παραλογισμό τους και
με το γεγονός της συναντήσεως των Ελλήνων με τον Κύριο και να εφαρμόζουν
κατά βούληση τους λόγους Του ότι ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο υιός του
ανθρώπου (Ίω. Ιβ’ 23).
Θα έλεγα ότι είναι συνεπέστεροι τουλάχιστον εκείνοι που απορρίπτουν
ολοτελώς τον Χριστιανισμό και τον Ιησού Χριστό, μια και ουδεμία σχέση
μπορεί να υπάρξη μεταξύ Αληθείας και πλάνης φωτί προς σκότος η
συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ (Β’ Κορ. στ 14).
Οι αρχαιολάτρες αυτοί προαναγγέλλουν, τέλος, ότι θα κυκλοφορήσουν μια
επίσημη συλλογή αγαλματιδίων και παραστάσεων των θεών του Ολύμπου σε
διαστάσεις κατάλληλες για να αποτελέσουν αντικείμενα λατρείας και όχι
για τουριστικά σουβενίρ, επί τη βάσει της χρυσής τομής (Οικογενειακός Θησαυρός, 6.5.97).
Διαπιστώσεις – Συμπεράσματα
Ένα νέο φαινόμενο μπαίνει τα τελευταία χρόνια στη ζωή των Ελλήνων: η
εμφάνιση της αρχαιολατρίας ή νεοειδωλολατρίας. Βεβαίως, παρόμοια
φαινόμενα κατέγραψε η ιστορία και στο Βυζάντιο, λίγο πριν την Άλωση,
στις μέρες του Πλήθωνα. Όμως η σύγχρονη μορφή της νεοειδωλολατρείας
είναι ένα ειρωνικό μειδίαμα ή η γνώμη ότι δεν πρέπει να ασχολείται
κανείς με τέτοια πράγματα· υπάρχουν σοβαρότερα. Η ακόμη βλέπουμε τους
οπαδούς του νεοεποχίτικου αυτού ρεύματος σαν αθεράπευτους νοσταλγούς
ενός ενδόξου παρελθόντος χωρίς επιστροφή.
Μια τέτοια αντιμετώπιση είναι ποιμαντικά εσφαλμένη και ασφαλώς δηλώνει άγνοια των νέων δεδομένων, της εκτάσεως και του μεγέθους του προβλήματος.
Αντίθετα από ό,τι νομίζεται, η
νεοειδωλολατρεία στις μέρες μας σαγηνεύει και θα πλανήση πολλές ψυχές
και μάλιστα νέων ανθρώπων, διότι η νεοποχίτικη αυτή ιδεολογία στοχεύει
στην εθνική υπερηφάνεια.
Το σύνθημα ότι όλες οι θρησκείες είναι καλές, ο Θεός είναι ένας και ο ίδιος παντού,
που καλλιεργείται ευρύτατα από τα ρεύματα της Νέας Εποχής, έχει
οδηγήσει τον σύγχρονο άνθρωπο να μη μπορεί να διακρίνη εύκολα τον
Αληθινό Θεό από τους ψευδείς θεούς- τα είδωλα.
Άλλωστε ο σύγχρονος άνθρωπος
ανύψωσε σε λατρεία την θεραπεία της επιστήμης και της τεχνολογίας και
έτσι κατήντησε να είναι στην πράξη πιο ειδωλολάτρης από τους αρχαίους
ειδωλολάτρες.
Είναι αυτό που ο μακαριστός π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος εχαρακτήριζε σαν θρησκεία εκκοσμίκευσης. Όπως σημειώνει σύγχρονος διανοούμενος ο αστικός πολιτισμός – στη βάση του καταναλωτικός – είναι ουσιαστικά πιο ειδωλολατρικός από την αρχαιοελληνική πολυθεΐα.
Ο ίδιος συμπληρώνει ότι η προσπάθεια (της επαναβιώσεως της
ειδωλολατρίας) αποκτά ιδιαίτερη σημασία, αφού εμφανίζεται συνυφασμένη με
το αίτημα ανεύρεσης ή βίωσης της γνήσιας Ελληνικότητας. Συγκεκριμένα η
ειδωλολατρία θεωρείται το πλέον εναρμονισμένο με τον Ελληνισμό
θρησκευτικό σύστημα (Β. Μπακούρου, Θα μπορούσε να αναβίωση σήμερα η
αρχαία Ελληνική θρησκεία; Τρίτο Μάτι, Οκτώβριος 1997, σελ. 22).
Στην προσπάθεια όμως αυτή της Ελληνικής νεοειδωλολατρία για την δήθεν ανεύρεση της Ελληνικής γνησιότητας διαπιστώνεται
το εξής παράδοξο: γίνεται ένα τεράστιο ιστορικό άλμα από την
αρχαιοελληνική πραγματικότητα στην σύγχρονη εποχή και αποσιωπάται ή
παραβλέπεται, εκ μέρους των νεοειδωλολατρών, ή απορρίπτεται μετά
βδελυγμίας η χιλιετής Βυζαντινή περίοδος. Και τίθεται το ερώτημα: Γιατί
αυτή η προκατειλημμένη, αντιϊστορική, αντιεπιστημονική, και κατά βάθος
ανθελληνική συμπεριφορά; Μήπως η Βυζαντινή περίοδος δεν είναι βασικό και
μάλιστα μακρόχρονο τμήμα της ιστορίας του Ελληνικού Έθνους; Μήπως οι
Βυζαντινοί μας πρόγονοι της Άγιά-Σοφιάς και της Αλώσεως, των Κομνηνών
και των Παλαιολόγων δεν ήσαν Έλληνες; Μήπως άραγε συμπλέομε με τις κατά
καιρούς εμφανιζόμενες παρόμοιες ξένες, ανθελληνικές και αυθαίρετες
τοποθετήσεις; Μήπως οι Βυζαντινοί Έλληνες, μέσα στα πλαίσια των
πολιτισμικών ανακατατάξεων, μιας ολόκληρης χιλιετίας δεν είχαν το
δικαίωμα επιλογής στο θρήσκευμα, αποποιούμενοι τους μύθους της
ειδωλολατρίας; Ή μήπως η αρχαιοελληνική θρησκεία, την οποία δήθεν
επαναβιώνουν οι νεοειδωλολάτρες, ήταν αμιγώς ελληνική και γηγενής,
απηλλαγμένη συγκριτιστικών διεργασιών μεταξύ της ελληνικής ειδωλολατρίας
και των λοιπών θρησκευτικών μορφών της ανατολικής Μεσογείου, της Μέσης
Ανατολής και των κατακτήσεων του Μ. Αλεξάνδρου; Περίεργο κι όμως
αληθινό: οι νεοειδωλολάτρες συμπατριώτες μας με ένα παράλογο άλμα
αναζητούν μόνον τους παππούδες τους και αρνούνται τους πατέρες τους;
Μεταξύ των πολλών δημοσιευμάτων στο θέμα αυτό περιορίζομαι στα όσα
γράφει σε κύριο άρθρο του περιοδικού Δαυλός ο ιδιοκτήτης του: εδώ και 17
περίπου αιώνες ο Ελληνισμός δεν έδωσε τίποτε που να γίνη παγκόσμιο και
πανανθρώπινο…, αντίθετα, υπήρξε μια δισχιλιετής νόθευση, αλλοίωση και εκτροπή του Ελληνισμού, η ιστορική αφαία του… (Δαυλός, τ. 15 4, Οκτώβριος 1994). Στο
Βυζάντιο, κατ’ αυτόν, τα πολιτικά και ιδεολογικά του στοιχεία μέχρι
λίγο προ της Αλώσεως ήταν κατά το πλείστον όχι απλώς ξένα προς κάθε
Ελληνικό, αλλά και αποδεδειγμένα έπαιξαν τον ρόλο του ιστορικού
εξολοθρευτή και διακόπτη της τυπικής ελληνικής συνέχειας (Δαυλός, τ. 135, Μάρτιος 1993).
Αυτά γράφει ο Δαυλός παραθεωρώντας ολόκληρη την Ελληνική γραμματολογία και τον ελληνόψυχο πολιτισμό της μακράς Βυζαντινής περιόδου.
Και όμως, τα έθνη επιβιώνουν διαχρονικά. Και η
ελληνικότητα του Έθνους μας, έτσι όπως προβάλλεται στα πλαίσια της
νεοειδωλολατρικής αναβιώσεως είναι ασφαλώς ακρωτηριασμένη από ένα
σημαντικό τμήμα της, αφού εξοστρακίζεται απ’ αυτή ο Βυζαντινός
πολιτισμός, που είναι γέννημα δικό της. Η πορεία του Ελληνικού Έθνους
περνά ιστορικά και υποχρεωτικά μέσα από το Βυζάντιο.
Είναι δε απορίας άξιο ότι σ’ αυτή την προσπάθεια συμπλέουν οι
Έλληνες νεοειδωλολάτρες με τους δυτικούς στοχαστές, οι οποίοι πρώτοι
τόνισαν ως αναγκαιότητα για την δήθεν επανασύνδεση των νεοελλήνων με
την Αρχαιότητα την αποτίναξη της Ορθόδοξης Εκκλησίας και την εγκόλπωση
της ειδωλολατρίας (π.χ. Charles de Mouy) (Β. Μπακούρου, έθν. άνωτ. Σέλ. 22).
Είναι φανερό ότι ο κύριος λόγος αυτού του βιασμού της
ιστορίας είναι η προσπάθεια να αποξενωθή ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός από
τα κύρια ερείσματα του, δηλαδή κατόρθωσε το θαύμα της εναρμονίσεως της
Χριστιανικής Αλήθειας και της Ελληνικής γλώσσας και σοφίας δια των
Ελλήνων Πατέρων της Βυζαντινής περιόδου. Γι’ αυτό θα μπορούσαμε να
πούμε ότι η προσπάθεια των Ελλήνων νεοειδωλολατρών είναι αντιιστορική
και προκρουστική, εξωπραγματική και άκρως ουτοπική, αφού μάλιστα επιδιώκει να επιβληθή στο λαό σαν μορφολογικό κατασκεύασμα λογίων παγανιστών και δεν
έχει ερείσματα στα βιώματα, όχι μόνο του Ελληνικού λαού, αλλά και του
ευρωπαϊκού πολιτισμού γενικώτερα που θεμελιώνονται στην Χριστιανική
αντίληψη περί Θεού και κόσμου.
Παρ’ όλα ταύτα, η Εκκλησία οφείλει να δη την αναβίωση αυτή
σαν πηγή συγχύσεως και να λαβή τα μέτρα που απαιτούνται για την σωστή
και έγκαιρη ενημέρωση και την περιφρούρηση του Ορθοδόξου Πληρώματος. Εξ άλλου, πολλά
προβλήματα, όμοια μ’ εκείνα που παρουσιάζονται με την δραστηριότητα
όλων των παραθρησκευτικών ρευμάτων της Νέας Εποχής, μπορούν να
δημιουργηθούν από την αναβίωση του νεοειδωλολατρικού φαινομένου.
και μεταξύ αυτών είναι ασφαλώς η συνοχή της ελληνικής οικογενείας και
της ελληνικής κοινωνίας, οι βάσεις της ελληνικής παιδείας και του
ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Από την μελέτη των κειμένων των νεοειδωλολατρών και τις εμφανίσεις
νεοειδωλολατρών-αρχαιολατρών, που όλο και πληθαίνουν σε περιοδικά,
εφημερίδες, σεμινάρια, ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς, ομιλίες ή
πολιτιστικές εκδηλώσεις εξάγεται αβίαστα η διαπίστωση ότι επιδιώκεται
η ανατροπή των θεμελιωδών βάσεων και των ηθικών αξιών, πάνω στις
όποιες εδράζεται η κοινωνική συνοχή και η πολιτιστική πρόοδος, ο
Ελληνισμός και Ευρωπαϊκός πολιτισμός γενικώτερα.
Ο Νόμος της Αγάπης που για τους Χριστιανούς είναι η
πεμπτουσία της ζωής και της ανθρώπινης συμπεριφοράς, υποβαθμίζεται από
τους νεοειδωλολάτρες και στην θέση της κηρύσσεται η Δίκη (δικαιοσύνη-
υπό ποία άραγε έννοια).
Ό Έβραιοχριστιανισμός (σημ. ετσι αποκαλούν τον Χριστιανισμό και Εβραιοχριστιανούς τους Χριστιανούς),
δηλώνει εκπρόσωπος της νεοειδωλολατρίας, έχει σαν πρώτιστο ιδανικό του
την Αγάπη, κι όταν λέμε Αγάπη εννοούμε ένα συναίσθημα που δεν έχει
Μέτρο, ούτε Λογική, είναι δηλαδή Α-μετρο και Α-λογο, ενώ εμείς αντιθέτως
είχαμε την Δίκη (δικαιοσύνη) σαν πρώτιστο ιδανικό μας (ΜΕΕ, Διϊπετές, τ.4, σελ. 26-27).
Ακόμη, η περί καλού και κακού
γενικά αντιχριστιανική αντίληψη των ρευμάτων αυτών, δηλαδή η καθαρά
νεοεποχίτικη διδασκαλία ότι δεν υπάρχει διαφορά-διάκριση μεταξύ καλού
και κακού, μπορεί να προκαλέση συγχύσεις, ουσιώδεις κοινωνικές αλλαγές ή και κοινωνικές συγκρούσεις.
Η αντίστροφη αυτή ηθική εκτός από τα κείμενα τους, διαφαίνεται και
στον έλευθεριάζοντα τρόπο συμπεριφοράς κατά τις φυσιολατρικές ή άλλες
νεοπαγανιστικές λατρευτικές εκδηλώσεις τους.
Περαιτέρω, η συγκριτιστική προσπάθεια, όπου αυτή υπάρχει, στην ανάμειξη ειδωλολατρικών και χριστιανικών παραδόσεων και
εθίμων (π.χ. αναστενάρια, θυσίες ζώων-ταύρων, ή άλλοι τρόποι εκχύσεως
αίματος) ή η συμβολική και μυστική τάχα ερμηνεία χριστιανικών διδασκαλιών και μυστηριακών λατρευτικών πράξεων,
μπορούν να προκαλέσουν αλλοίωση του Ορθόδοξου φρονήματος και νόθευση
της Χριστιανικής Αλήθειας με δεισιδαιμονίες και ποικίλα μυθεύματα.
Η θέση μας αυτή θα δεχθή βεβαίως σφοδρή επίθεση, καθόσον ο σύγχρονος
Έλληνας σε ανησυχητικό βαθμό έχει μάθει να θεωρή καλό ό,τι του αρέσει
σύμφωνα με την νεοεποχίτικη αντίληψη.
Για όλους αυτούς τους λόγους η
προσπάθεια για την επιστροφή στην παλιά εκείνη πλάνη της ειδωλολατρίας
πρέπει να εκληφθή ως οπισθοχώρηση σε πρωτόγονες μορφές πολυθεΐας και
πνευματικής άγνοιας.
Για να χρησιμοποιήσω, αναλογώ προσαρμοσμένους, τους λόγους του Απ. Πέτρου: «Εάν,
αφού απέφυγαν τα μιάσματα του κόσμου δια της επιγνώσεως του Κυρίου και
Σωτήρος Ιησού Χριστού, πάλιν εμπλέκονται εις αυτά και νικώνται, τότε τα
τελευταία των έχουν γίνει χειρότερα από τα πρώτα. Θα ήτο καλύτερον γι’
αυτούς να μην είχαν γνωρίσει τον δρόμον της δικαιοσύνης παρά, αφού τον
εγνώρισαν, να στρέψουν τα νώτα προς την αγίαν εντολήν, που τους
παραδόθηκε. Εις αυτούς εφαρμόζεται η αληθινή παροιμία: Σκύλος που
επέστρεψε εις το δικό του ξέρασμα και χοίρος, μετά το λούσιμο, κυλίεται
πάλιν στο βούρκο» (Β’ Πέτρ. β’ 20-22).
Ο σπερματικός λόγος του Θεού με σαφήνεια διεμήνυσε στον τιμώμενο ιδιαιτέρως από τους νεοειδωλολάτρες Ιουλιανό τον παραβάτη, δια του μαντείου των Δελφών: Χαμαί πέσε Δαίδαλος αυλά. Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβαν, ου μάντιδα δάφνην, ου παγάν λαλέουσαν. Απέσβετο και λάλον ύδωρ.
Οι Μεγάλοι σοφοί της φυλής μας
Σωκράτης, Πλάτων και Αριστοτέλης, υπέδειξαν τον Ένα Θεό και εισήλθαν
στον μονόδρομο της μονοθεΐας.
Ασφαλώς εμείς οι νεοέλληνες, όσο και αν είμαστε υπερήφανοι
για το ένδοξο και λαμπρό αρχαιοελληνικό παρελθόν μας, δεν θα επιστρέψωμε
στην προ αυτών σκοτεινή περίοδο της ειδωλολατρίας.
Πάσα περαιτέρω, προσπάθεια για
επαναβίωση της λατρείας των ειδώλων πρέπει να ερμηνευθή μόνον ως
αυτονόμηση του ανθρώπου από τον Αληθινό Θεό και πάσα προσφορά λατρείας
στα είδωλα ως πράξη δαιμονική, καθόσον α θύει τα έθνη, δαιμονίοις θύει
και ου Θεώ (Α Κορ. ι’ 20).
Ο εκπρόσωπος της Μεγάλης Εθνικής Εκκλησίας των Ελλήνων,
σε συνέντευξή του δηλώνει: Η Μυθολογία και η Φιλοσοφία δεν είναι τίποτε
άλλο παρά αυτή η πραγματικότητα, κλειδωμένη όμως και με το κλειδί
πεταγμένο κάπου στην θάλασσα. Κι εμείς πρέπει ν’ αναζητήσουμε αυτό το
κλειδί για να μεταβούμε συνέχεια και στον Υπερφυσικό (Διϊπετές, τ.4, σελ.29).
Βεβαίως, για το κατά πόσον η Μυθολογία και το θρησκευτικό της
περιεχόμενο, δηλαδή η πολυθεϊκή ειδωλολατρία, είναι η πραγματικότητα, ας
μας επιτραπεί να πούμε ότι αυτό είναι πεποίθηση μόνον των ιδίων των
οπαδών της ΜΕΕΕ. Εκείνο όμως που δεν μπορούν να αντιληφθούν είναι ότι το
κλειδί είναι πεταγμένο κάπου στη θάλασσα, και η αναζήτηση του είναι
μια ματαιοπονία.
Πηγή: Περιοδικό Διάλογος, τ. 13-19 (Τεύχος 13, Τεύχος 15, Τεύχος 16, Τεύχος 17, Τεύχος 18, Τεύχος 19)
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).
Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.
Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.