συνέχεια από το 2ο μέρος
97 Ανάμεσα σε αυτά τα ευρήματα περιλαμβάνεται μια παράξενη άνακάλυψις
των τελευταίων χρόνων στην νεκρόπολι της Osteria dell’Osa. Πρόκειται
για μια ελληνική επιγραφή γραμμένη με το ευβοϊκό αλφάβητο, η οποία
ευρέθη χαραγμένη επάνω σε ένα αγγείο μάλλον εντόπιας τεχνοτροπίας, το
όποιο χρονολογείται πριν από το 750 π.Χ.
Σύμφωνα με την Maria Giulia
Amadasi Guzzo, το εύρημα αυτό αποδεικνύει οτι πριν από τον Ελληνικό
αποικισμό στις Πιθηκούσες, γύρω στα 770 π.Χ., το ευβοϊκό αλφάβητο είχε
ήδη φθάσει στην περιοχή των Cabii, χάρις στο εμπόριο με την Κομπανία, με
την περιοχή οπού θα ιδρύετο η αποικία των Κυμαίων. Ένα εμπόριο που είχε
αναπτυχθή απ’ εύθείας ανάμεσα στους ντόπιους και τους κατοίκους της
Εύβοιας. Η επιγραφή στο αγγείο έχει φορά από τα αριστερά προς τα δεξιά,
γεγονός που μας επιτρέπει να υποθέσουμε την υιοθέτησι μιας αλφαβητικής
γραφής το λιγώτερο στο πρώτο μισό του 8ου π.Χ. αι., εάν οχι ακόμη
παλαιότερα. Και εφ’ όσον πρόκειται για γραφή Ευβοϊκού τύπου, μπορούμε να
υποθέσουμε ότι το αλφάβητο είχε τότε υιοθετηθή από τους Ευβοείς.
Μάλιστα κάποιοι μελετητές αναζητούν την προέλευσι του Ελληνικού
αλφαβήτου στην Δύσι εξ αιτίας του ευρήματος από την Osteria dell’Osa.
98
Βάσει λοιπόν αυτού του στοιχείου, η Maria Giulia Amadasi Guzzo, θεωρεί
οτι οι Έλληνες έμαθαν να γράφουν στο πρώτο τέταρτο του 8ου π.Χ. αι., και
οτι οι Ευβοείς ήσαν οι πρώτοι που υιοθέτησαν το φοινικικό αλφάβητο. Η
παλαιότερη έρευνα, κυρίως βάσει των μελετών του Ρ. Κ. Me Carter, είχε
προτείνει ως χρονολογία διαδόσεως της φοινικικής γραφής το 1100 π.Χ.
Η παρατήρησις αυτή ώφείλετο στις ομοιότητες, που είχαν σημειωθή
ανάμεσα στο σχήμα των γραμμάτων των αρχαιοτέρων Ελληνικών επιγραφών και
κάποιων άλλων, οι οποίες ευρέθησαν στην Παλαιστίνη, των λεγομένων
χαναανιτικών η πρωτοχαναανιτικών, που χρονολογούνται γύρω στον 12ο -11ο
αι. π.Χ.
100 Πρόκειται για την επιγραφή στο όστρακο του Izbet Sartah, και
της φιάλης του Qubur el-Walaideh. Σε αυτές τις επιγραφές, η φορά των
γραμμάτων δεν είναι πλέον από τα δεξιά προς τα αριστερά και το σχήμα
τους δεν είναι σταθερό. Κι όμως η προσεκτική και συγκριτική μελέτη των
γραμμάτων επί των επιγραφών αποδεικνύει οτι πρόκειται για την αρχαία
προευκλείδειο γραφή. Άλλωστε και οι ίδιοι οι αρχαίοι Έλληνες,
αποκαλούσαν τα προευκλείδεια Ελληνικά «γράμματα αρχαία». Αναφέρεται στα
Σχόλια εις την Γραμματικήν Τέχνην του Διονυσίου του Θρακός οτι αυτήν την
διαίρεσι είχε εκτελέσει ο Απολλώνιος ο Μεσσηνίας.
Σχετικά μάλιστα με την τελειότητα αυτών των αρχαίων γραμμάτων,
ελέγετο οτι είχε επιμεληθή του κάλλους τους ο ίδιος ο Πυθαγόρας, «εκ της
κατά γεωμετρίαν γραμμής, ρυθμίσας αυτά γωνίας και περιφερείαις και
ευθείαις».
101 Η Maria Giulia Amadasi Guzzo, θεωρεί ότι η παλαιοτέρα
Ελληνική γραφή εμφανίζεται στην Ελλάδα περί τον 8ο αι. π.Χ., γεγονός που
επιβεβαιώνει, σύμφωνα με την άποψί της, και η φιλολογική παράδοσις.
Έτσι οι πρώτοι νικητές των Ολυμπιακών αγώνων εμφανίζονται στα 776 π.Χ.
Οι πρώτοι νόμοι συντάσσονται από τον Ζάλευκο και τον Δράκοντα τον 7ο
π.Χ. αι., και τα Ομηρικά έπη τοποθετούνται βάσει φιλολογικής αναλύσεως
στον 8ο π.Χ. αι.
102 Δυστυχώς τα δύο τουλάχιστον από τα τρία αυτά
επιχειρήματα, επάνω στα όποια έχει στηριχθή η επιστήμη του φοινικίζειν
είναι άπλα μυθεύματα. Ας τα εξετάσουμε προσεκτικά.
Οι πρώτοι νικητές των Ολυμπιακων αγώνων εμφανίζονται, σύμφωνα με την
παράδοσι, στα 776 π.Χ. Τόσο αυτή η χρονολόγησις, όσο και η έξέλιξις της
Ολυμπίας αυτήν την περίοδο σε πανελλήνιο ιερό, ωφείλετο σε μία συμφωνία,
που συνήψε ο βασιλεύς της Ηλείας Ίφιτος με τον Σπαρτιάτη νομοθέτη
Λυκούργο και τον Πισάτη βασιλέα Κλεισθένη. Με την συνθήκη αυτή, της
οποίας το κείμενο εγράφη σε έναν δίσκο και εφυλάσσετο στο Ηραίο,
συνεφωνήθη η εκεχειρία, η θεόσταλτη ειρήνη. Ο λόγος ήταν οι συχνές
συγκρούσεις ανάμεσα στους Ηλείους και τους Πισάτες για τον έλεγχο των
Ολυμπιακών αγώνων, που σαφώς απέφερε και οικονομικά οφέλη. Σύμφωνα με
την παράδοσι, οι αγώνες αρχίζουν το έτος 776 π.Χ. με ένα μοναδικό
αγώνισμα, τον δρόμο του ενός σταδίου, στο όποιο εκέρδισε ο Ηλείος
Κόροιβος. Η γνησιότητα του καταλόγου των Ολυμπιονικών, που συνέταξε το
400 π.Χ. ο Ιππίας ο Ηλείος, αμφισβητήθηκε ήδη στην αρχαιότητα. Αν
σκεφθούμε το πλήθος των αγωνισμάτων, που περιγράφει ο Όμηρος στα έπη του
και συγκεκριμένα στα άθλα επί Πατρόκλω, μας παραξενεύει το γεγονός οτι
τον 8ο π.Χ. αι. διεξήγετο μόνον ένα αγώνισμα, αυτό του δρόμου.
Επίσης, είναι ακατανόητο το οτι στον κατάλογο του Ίππίου η ιπποδρομία
αρχίζει με το τέθριππο και όχι με την συνωρίδα, διότι το ευκίνητο αυτό
άρμα είναι σύνηθες όχημα της αρχούσης τάξεως και μόνο αυτό το είδος
υπήρχε βάσει των αρχαιοτέρων αναθημάτων, τα οποία ευρέθησαν στην
Ολυμπία. Αυτές λοιπόν καθώς και άλλες ανακολουθίες, ωδήγησαν στο να
αμφισβητηθή η χρονολογία ενάρξεως των Ολυμπιακων αγώνων ήδη από την
αρχαιότητα. Ο ίδιος δε ο Παυσανίας επιβεβαιώνει ότι όταν ο Ίφιτος
ανανέωσε τους αγώνες, ο κόσμος είχε ξεχάσει τι γινόταν παλαιότερα. Με
την πάροδο του χρόνου όμως άρχισαν να θυμούνται τα αγωνίσματα και κάθε
φορά που εθυμούντο κάτι έκαναν και μια προσθήκη στους αγώνες. Έτσι
φαίνονται να ξεκινούν οι αγώνες πρώτα με το αγώνισμα του δρόμου, στο
όποιο ανεδείχθη νικητής ο Ηλείος Κόροιβος. Εάν μελετήσουμε όμως
προσεκτικά τις πληροφορίες που μας παραδίδει ο Παυσανίας, διαπιστώνουμε
οτι τόσο ο βασιλεύς με τον όποιο ξεκινούν οι Ολυμπιακοι αγώνες (Ίφιτος),
όσο και ο πρώτος νικητής (Κόροιβος), καθώς και ο συντάκτης του
καταλόγου των Ολυμπιονικων (Ιππίας) κατάγονται από την Ηλεία. Εύλογα
θεωρούμε γίνεται αντιληπτή μία τοπικιστική προπαγάνδα (ως αποτέλεσμα της
προαιώνιας Ελληνικής διχόνοιας), τα ίχνη της οποίας αναζητούνται
τουλάχιστον στον 8ο π.Χ. αι., αλλά ταλαιπωρούν ακόμη τους Νεοέλληνες.
Όσον αφορά στο δεύτερο επιχείρημα, σύμφωνα με το οποίο οι πρώτοι νόμοι
συνετάχθησαν από τον Ζάλευκο και τον Δράκοντα τον 7ο π.Χ. αι., ούτε και
αυτό φαίνεται να ευσταθή.
Η αρχαιότερα καταγραφή νομοθεσίας βάσει των αρχαίων ελληνικών πηγών
είχε γίνει από τον Μίνωα. Ο Όμηρος αναφέρει στην Οδύσσεια
103 οτι ο Μίνως
«εννέωρος βασίλευε Διος μεγάλου οαριστής». Σύμφωνα με μία ερμηνεία του
επιθέτου «εννέωρος», ο Μίνως κάθε εννέα χρόνια πήγαινε ψηλά στο ορός του
Διος (Δίκτη, Ιδαίον άντρον), από όπου και παρελάμβανε τους νόμους της
πόλεως από τον ίδιο τον θεό. Έπειτα βάσει των αιρετών αντιπροσώπων του
θεού στην γη, δηλαδή του Μίνωος, του Ραδαμάνθυος, και της εκτελεστικής
μηχανής τους, του Τάλω, οι πολίτες υπάκουαν στους νόμους. Την γνώσι αυτή
διέδωσαν οι Κρήτες, σύμφωνα με τον Διόδωρο τον Σικελιώτη μέχρι την
νοτιοανατολική Αραβική χερσόνησο, οπού οι κάτοικοι της, μιλούσαν ακόμη
στην εποχή του την Κρητική γλώσσα, και προς επίρρωσιν των ισχυρισμών
τους έδειχναν και επιγραφές, τις όποιες έλεγαν, εχάραξε ο Ζευς, όταν
έμενε ανάμεσα στους ανθρώπους.
104 Οσον άφορα στα ομηρικά έπη, και επειδή δεν είναι του παρόντος να
αναλύσουμε το ομηρικό ζήτημα, η γενικώς αποδεκτή θεωρία οτι αυτά
χρονολογούνται στον 8ο π.Χ. αι., διότι τότε εδιδάχθησαν οι Έλληνες την
γραφή, φαίνεται να καταρρέη έπειτα από τις νέες αρχαιολογικές
ανακαλύψεις, που ανεφέρθησαν προηγουμένως.
105 Ειδικά το πτυκτό πινάκιο,
που ανεσύρθη από τον βυθό της θαλάσσης στις Μικρασιατκές ακτές,
αποδεικνύει την ύπαρξι τετραδίων υψηλής αισθητικής και ποιότητος κατά
τους Μυκηναϊκούς χρόνους. Η ανακάλυψις της γραφικής ύλης υποδεικνύει
λοιπόν έμμεσα και την γνώσι της γραφής επί τετραδίου ήδη από τον 14ο
π.Χ. αι. Έτσι επιβεβαιώνεται και ο Χόρστ Μπλανκ, ο όποιος είπε ότι
σήμερα ένα μεγάλο μέρος φιλολόγων κλίνει προς την ύπόθεσι οτι η σύνταξις
των ομηρικών επών είχε ήδη καταστήσει απαραίτητη την γραπτή παγίωσι του
κειμένου… οι ραψωδοί κουβαλούσαν μαζί τους το γραπτό χειρόγραφο
αντίτυπο τους.
106 Η δημιουργία του αλφαβήτου και η προέλευσις των ονομάτων ήταν
προφανώς ένα πρόβλημα, που είχε απασχολήσει και τους Αρχαίους Έλληνες.
Θα λέγαμε οτι οι ρίζες της γενέσεως της επιστήμης της γλωσσολογίας θα
πρέπει ήδη να αναζητηθούν στην εποχή, κατά την οποία έζησε ο Πλάτων. Με
το έργο του «Κρατύλος η Περί Ονοματων Όρθότητος», ο μέγας φιλόσοφος
θέτει τον προβληματισμό σχετικά με το εάν η γλώσσα είναι «φύσει» η
«έθει», δηλαδή εάν είναι φυσικό δημιούργημα, οπότε η γνώσις των
πραγμάτων καθίσταται αντικειμενική η δημιούργημα του ανθρωπίνου
πνεύματος, οπότε μόνον υποκειμενική γνώσις είναι δυνατή.
107 Εάν φθάσουμε
στην ουσία των ονομάτων, που τα έχει πλάσει η ίδια η φύσις, τότε θα
έχουμε την αντικειμενική γνώσι. Διότι, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, για να
είναι ένα όνομα ορθό, πρέπει να είναι τέτοιο, που να φανερώνη την ουσία
του πράγματος. Τα ονόματα είναι μία πράξις μιμήσεως με την βοήθεια της
φωνής. Αλλά η μίμησις αυτή δεν πρέπει να είναι μίμησις της φωνής ή του
ήχου ή του χρώματος του πράγματος, αλλά μίμησις με γράμματα και συλλαβές
της ουσίας του πράγματος. Τα δε ονόματα τα χρησιμοποιούμε ως όργανα με
τα οποία καθορίζουμε την φυσική υπόστασι των πραγμάτων.
συνεχίζεται
Aπόσπασμα από το άρθρο “ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΦΗ 7000 έτη ιστορίας” που δημοσιεύθηκε στο www.ekivolos.gr
www.visaltis.net
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι σχετικά με το θέμα, περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε κάποιο όνομα ή ψευδώνυμο. Διαφημιστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται.
Επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα διόρθωσης του σχολίου σας παρακαλούμε μετά την τελική σύνταξή του να ελέγχεται. Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).
Πολύ σημαντικό είναι να κρατάτε προσωρινό αντίγραφο του σχολίου σας ειδικά όταν είναι εκτενές διότι ενδέχεται να μην γίνει δεκτό από την Google (λόγω μεγέθους) και θα παραστεί η ανάγκη να το σπάσετε σε δύο ή περισσότερα.
Το σχόλιό σας θα δημοσιευθεί, το αργότερο, μέσα σε λίγες ώρες, μετά από έγκριση του διαχειριστή του ιστολογίου, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να δημοσιεύει όλα τα σχόλια που δεν παραβαίνουν τους όρους που έχουμε θέσει στις παρούσες οδηγίες.
Υβριστικά, μη ευπρεπή και προπαγανδιστικά σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.