Τον Νοέμβριο του 2021, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Pfizer Albert Bourla, μιλώντας στην Ουάσιγκτον, στο «Atlantic Council» (δεξαμενή σκέψης), αποκάλεσε «εγκληματίες» τους ανθρώπους που διαδίδουν παραπληροφόρηση για το εμβόλιο Covid-19, ζητώντας να επιβληθεί λογοκρισία στην ακατάσχετη «διαδικτυακή παραπληροφόρηση».
Ο CEO της Pfizer δήλωσε με απόλυτο κυνισμό συγκεκριμένα τα εξής:
«Αυτοί οι άνθρωποι είναι εγκληματίες. Δεν είναι απλώς κακοί άνθρωποι. Είναι εγκληματίες γιατί ευθύνονται στην κυριολεξία για την απώλεια εκατομμυρίων ζωών», αφήνοντας άναυδους όσους πολίτες εναντιώθηκαν στην εμβολιαστική προπαγάνδα και υστερία των φαρμακευτικών εταιρειών1.
Με τον νόμο 5067/2023 (ΦΕΚ/Α/189/20-11-2023) εισάγεται στην εθνική έννομη τάξη η θέσπιση μέτρων εσωτερικού δικαίου με σκοπό αφενός μεν την πλήρη και αποτελεσματική εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2021/784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2021 σχετικά με την πρόληψη της διάδοσης υλικού τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο και, αφετέρου, την αντιμετώπιση της παράνομης χρήσης των υπηρεσιών φιλοξενίας για την διακίνηση ειδήσεων και πληροφοριών ανάλογου περιεχομένου στο διαδίκτυο, προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς.
Με τις ψήφους των βουλευτών τριών κομμάτων, το σχετικό νομοσχέδιο υπερψηφίστηκε από την Ολομέλεια της Βουλής.
Οι θιασώτες του νόμου υποστηρίζουν ότι το διαδίκτυο βρίθει οπτικοακουστικού υλικού, ειδήσεων, μηνυμάτων και πληροφοριών «τρομοκρατικού περιεχομένου» και, ως εκ τούτου, επιβάλλεται η νομοθετική αντιμετώπιση κάθε ύποπτης παραβατικής συμπεριφοράς, που μπορεί να απειλήσει την γαλήνη και ασφάλεια των φιλήσυχων πολιτών και να διαταράξει τον βαθύ ύπνο της μακαριότητάς τους.
Η Ελληνική κυβέρνηση –συνεπικουρούμενη και από τα υπόλοιπα δύο κόμματα που υπερψήφισαν – θεωρεί ότι άσκηση προληπτικού ελέγχου στην διάδοση ειδήσεων τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο αποτελεί πανάκεια για την αντιμετώπιση των αυξημένων τρομοκρατικών κινδύνων, ιδιαίτερα κατά την τρέχουσα γεωπολιτική συγκυρία, που χαρακτηρίζεται από διεθνή αβεβαιότητα, αστάθεια και πολλαπλές προκλήσεις ασφάλειας.
Συνεπώς, η κυβέρνηση αποφάσισε να ενσωματώσει το περιεχόμενο του Ευρωπαϊκού Κανονισμού (2021/784) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο εσωτερικό δίκαιο, προκειμένου –κατά τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς– να διασφαλιστεί όχι μόνο η επιτυχής αντιμετώπιση διακίνησης προπαγανδιστικού υλικού «τρομοκρατικού περιεχομένου» στο διαδίκτυο, αλλά και η ομαλή λειτουργία της ψηφιακής ενιαίας αγοράς στο πλαίσιο μίας «ανοικτής και δημοκρατικής κοινωνίας». (Σύμφωνα με την οπτική του ανάποδου κόσμου, πρόκειται για κλειστή και δικτατορική κοινωνία).
Μελετώντας κανείς τόσο τις διατάξεις του ευρωπαϊκού κανονισμού όσο και του ψηφισθέντος από την Βουλή νόμου, καταλήγει στο ασφαλές συμπέρασμα ότι ο σκοπός του Ευρωπαίου νομοθέτη δεν ήταν η ασφάλεια των πολιτών της Ε.Ε. από πιθανούς τρομοκρατικούς κινδύνους που επωάζονται στο διαδίκτυο, αλλά η θέσπιση μίας fast track διαδικασίας ταχείας αφαίρεσης υλικού «τρομοκρατικού περιεχομένου» από το παγκόσμιο ιστό με τις ελάχιστες νομικές εγγυήσεις και δικλείδες ασφαλείας για την θωράκιση του συνταγματικά προστατευόμενου δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης.
Η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία των Βρυξελλών, καλυπτόμενη υπό τον μανδύα της ασφάλειας των πολιτών από πιθανή τρομοκρατική απειλή, στην πραγματικότητα κηρύσσει ένα απηνή διωγμό κατά της ελευθερίας της γνώμης στο διαδικτυακό χώρο, στεγανοποιώντας και εξοβελίζοντας από το διαδίκτυο κάθε επικριτική, ανεπιθύμητη και γενναία φωνή που αμφισβητεί και εναντιώνεται στο εκάστοτε κυρίαρχο αφήγημα της Νεοταξίτικης Εξουσίας.
Βασική καινοτομία του νόμου αποτελεί το γεγονός ότι ο Εισαγγελικός Λειτουργός αναγορεύεται σε Εθνική Αρχή (άρθρο 5 και 6 του Ν. 5067/2023) εντοπισμού ύποπτου «τρομοκρατικού υλικού», αναλαμβάνοντας κεντρικό ρόλο στην υλοποίηση της εκπεφρασμένης κρατικής βούλησης που κατατείνει στην φίμωση της ελεύθερης διαδικτυακής φωνής.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ευρωπαϊκού κανονισμού, ο Εισαγγελέας αποκτά την κυριαρχική εξουσία ελέγχου και αξιολόγησης κάθε είδησης, πληροφορίας, μηνύματος, κειμένου ή ανάρτησης στο διαδίκτυο, εκδίδοντας εντολή αφαίρεσης του παράνομου υλικού (άρθρο 6 παρ. 1 εδαφ. α΄ του Ν. 5067/2023) που απευθύνεται στον πάροχο υπηρεσιών φιλοξενίας.
Ο τελευταίος (δηλ. η διαδικτυακή πλατφόρμα) υποχρεούται το αργότερο εντός μίας ώρας (!) από την παραλαβή της εντολής αφαίρεσης να συμμορφωθεί με την εισαγγελική διαταγή και να προβεί σε άμεση αφαίρεση ή απενεργοποίηση της πρόσβασης σε τρομοκρατικό περιεχόμενο, υπό την απειλή ποινής φυλάκισης μέχρι τρία έτη και χρηματική ποινή. (Άρθρο 12 παρ. 1 εδαφ. α΄ του Ν. 5067/2023).
Με την προσχηματική επίκληση της αντιμετώπισης του διαδικτυακού τρομοκρατικού κινδύνου, εισάγεται με δαιμονική μαεστρία στον πιο πάνω ευρωπαϊκό κανονισμό, μια άκρως πονηρή και ύπουλη διάταξη –εν είδει νομοθετικής κερκόπορτας–, η οποία αφενός μεν αποκαλύπτει τις πραγματικές προθέσεις όσων με δολιότητα ή προχειρότητα ψήφισαν υπέρ της προσαρμογής των διατάξεων του εσωτερικού δικαίου στις προβλέψεις του ευρωπαϊκού κανονισμού (2021/784) και, αφετέρου, πλήττει καίρια το θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης, θέτοντας σε σοβαρή διακινδύνευση το αναγνωριζόμενο έννομο αγαθό της ελεύθερης λήψης, μετάδοσης και διακίνησης πληροφοριών, ιδεών και στοχασμών.
Στην τρίτη παράγραφο του πρώτου άρθρου του Ευρωπαϊκού Κανονισμού σχετικά με την πρόληψη της διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο αναφέρονται επί λέξει τα εξής:
«Υλικό που διαδίδεται στο κοινό για εκπαιδευτικούς, δημοσιογραφικούς, καλλιτεχνικούς ή ερευνητικούς σκοπούς ή για την πρόληψη ή την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, συμπεριλαμβανομένου του υλικού που αντιπροσωπεύει έκφραση επιθετικών ή αμφιλεγόμενων απόψεων κατά τη διάρκεια δημόσιας συζήτησης, δεν θεωρείται τρομοκρατικό περιεχόμενο. Η αξιολόγηση προσδιορίζει τον πραγματικό σκοπό της εν λόγω διάδοσης και κατά πόσον το υλικό διαδίδεται στο κοινό για τους εν λόγω σκοπούς».
Στο σημείο αυτό, αξίζει να σημειωθεί ότι και ο εθνικός νομοθέτης αναφέρεται στην υποχρέωση του εισαγγελικού λειτουργού να λαμβάνει υπόψη του την παράγραφο τρία του άρθρου ένα του Ευρωπαϊκού Κανονισμού, κατά την έκδοση εντολών αφαίρεσης του παράνομου υλικού από το διαδίκτυο. (Άρθρο 6, παρ. 1, εδαφ. α΄, υπό στοιχεία αβ).
Από την ως άνω διάταξη προκύπτουν ευχερώς οι ακόλουθες δύο διαπιστώσεις:
Α) Κατ’ αρχήν δεν θεωρείται τρομοκρατικό περιεχόμενο το υλικό που διαδίδεται στο κοινό και συνδέεται αποκλειστικά με σκοπούς εκπαιδευτικούς, δημοσιογραφικούς, καλλιτεχνικούς, ερευνητικούς ή για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας.
Β) Κάθε άλλο υλικό που διαδίδεται στο διαδίκτυο και δεν εντάσσεται σε έναν από τους πιο πάνω σκοπούς ενεργοποιεί την προληπτική άσκηση του εισαγγελικού ελέγχου, προκειμένου να αποφευχθεί η διάδοση υλικού «τρομοκρατικού περιεχομένου».
Επομένως, σύμφωνα προς την ως άνω διάταξη του ευρωπαϊκού κανονισμού, κάθε είδηση, ανάρτηση, κείμενο, άρθρο γνώμης ή οπτικοακουστικό υλικό που δεν εμπίπτει σε μία από τις παραπάνω περιοριστικά αναφερόμενες κατηγορίες, (εκπαιδευτικοί κ.λπ. σκοποί), προσκρούει στην ελεγκτική αρμοδιότητα του εισαγγελέα, ως ύποπτο για περαιτέρω αξιολόγηση και διερεύνηση.
Συνεπώς, η δημοσίευση και διάδοση περιεχομένου για αλλότριους σκοπούς, το οποίο αφορά, είτε την ορθόδοξη πίστη, και στρέφεται κατά του σατανοκίνητου οικουμενισμού, είτε την ακραία ψηφιοποίηση της καθημερινότητας των Ελλήνων πολιτών, και τους καλεί να απορρίψουν την νέα ψηφιακή ταυτότητα βιομετρικών δεδομένων και τον προσωπικό αριθμό, ή τέλος, την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα ενός μελλοντικού εμβολίου σε μια επόμενη «ξαφνική» πανδημία, θα υπόκειται στην αξιολογική κρίση του κ. Εισαγγελέως και θα στιγματίζεται ως μη νόμιμο και ανεπιθύμητο, λόγω του ότι εκφεύγει «των ορίων του νόμου».
Όμως ο νεοταξίτικος εφιάλτης των βρεφοποιημένων πολιτών, συνεχίζεται στο αμέσως παρακάτω εδάφιο (άρθρο 1 παρ. 3 εδαφ. β΄) στο οποίο ορίζονται τα εξής:
«Η αξιολόγηση προσδιορίζει τον πραγματικό σκοπό της εν λόγω διάδοσης και κατά πόσον το υλικό διαδίδεται στο κοινό για τους εν λόγω σκοπούς».
Δηλαδή εδώ έχουμε το εξής αδιανόητο φαινόμενο:
Ακόμη και όταν ο πολίτης συμμορφώνεται με τις διατάξεις του άρτι ψηφισθέντος νόμου, προβαίνοντας σε μια καθ’ όλα νόμιμη δημοσίευση ή ανάρτηση μιας είδησης ή πληροφορίας με αντικειμενικό σκοπό την ενημέρωση των πολιτών για συγκεκριμένο θέμα εκπαιδευτικού, καλλιτεχνικού ή ερευνητικού ενδιαφέροντος, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, ο μόνος αρμόδιος να κρίνει και να αξιολογήσει τον πραγματικό σκοπό της (συμβατής με τον νόμο) διάδοσης είναι ο εισαγγελέας!
Ο τελευταίος αποκτά υπερεξουσίες, αφού έχει το δικαίωμα να αμφισβητεί το κίνητρο του πολίτη που προβαίνει στην διάδοση του νομίμου υλικού και, κάνοντας «δίκη προθέσεων», έχει την εκ του νόμου δυνατότητα να αξιώνει την αφαίρεση της ανεπιθύμητης (για τον ίδιο) ανάρτησης από την διαδικτυακή πλατφόρμα.
Δηλαδή, ο Ευρωπαίος νομοθέτης θεσπίζει για πρώτη φορά την υποχρεωτική αξιολόγηση από την Εισαγγελική Αρχή κάθε είδησης, πληροφορίας, γνώμης ή άποψης που αφορά εκπαιδευτικούς, δημοσιογραφικούς, καλλιτεχνικούς ή ερευνητικούς σκοπούς, κουρελιάζοντας την συνταγματική αξία της ελεύθερης έκφρασης.
Ο Εισαγγελέας, ασκώντας την κυριαρχική του εξουσία και αρμοδιότητα, νομιμοποιείται να εκδίδει εντολή αφαιρέσεως (δηλαδή διαγραφής του υλικού) από το διαδίκτυο, κάθε φορά που θα κρίνει ότι το δημοσιευμένο περιεχόμενο, παρότι είναι τυπικά συμβατό με τις διατάξεις του νόμου, εντούτοις δεν υπηρετεί τον σκοπό της ενημέρωσης της κοινής γνώμης, αλλά αποβλέπει στον εκφοβισμό της.
Η εκάστοτε Κυβέρνηση, κάνοντας τυφλή υπακοή στα νεοταξίτικα κελεύσματα της αντίχριστης υπερεθνικής ελίτ, θα προπαγανδίζει ενώπιον των ραγιαδοποιημένων Ελλήνων πολιτών το εκάστοτε κυρίαρχο αφήγημά της, είτε αυτό αφορά την κλιματική αλλαγή, είτε τον ακραίο και πείσμονα ψηφιακό μετασχηματισμό της κοινωνίας, ή τέλος την πράσινη ανάπτυξη.
Επομένως, η δημοσίευση στο διαδίκτυο κάθε είδησης ή πληροφορίας που συντελεί στην προώθηση της εναρμονισμένης στο παγκόσμιο αφήγημα κυβερνητικής πολιτικής θα καλωσορίζεται και θα εκθειάζεται, ενώ την ίδια στιγμή θα εξυμνείται η πολυφωνία και ο πλουραλισμός των ΜΜΕ που πραγματώνουν το δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης στο πλαίσιο μίας ανοικτής και δημοκρατικής κοινωνίας.
Αντιθέτως, η δημοσίευση στο διαδίκτυο άποψης, πληροφορίας ή άρθρου γνώμης που θα επικρίνει και τεκμηριωμένα θα αμφισβητεί ή θα απορρίπτει το παγκοσμιοποιημένο αφήγημα της Νέας Εποχής, θα χαρακτηρίζεται συλλήβδην από την αρμόδια Εισαγγελική Αρχή ως απόπειρα διακίνησης υλικού «τρομοκρατικού περιεχομένου», το οποίο επιχειρεί να εκφοβίσει ή να ριζοσπαστικοποιήσει την ελληνική κοινωνία, με αποτέλεσμα να εκδίδεται εντολή αφαιρέσεώς του, προκειμένου να προστατευθεί η ανοικτή και δημοκρατική κοινωνία!
Ποιος ακόμη δεν αντιλαμβάνεται το μέγεθος της υποκρισίας; Το «μότο» της Ν.Τ.Π. θα μπορούσε να συνοψιστεί στην εξής φράση:
«Όποιος συμφωνεί μαζί μας είναι δημοκράτης που νοιάζεται για το καλό της ελεύθερης ανοιχτής κοινωνίας, όποιος διαφωνεί, είναι ακροδεξιός, συνωμοσιολόγος, ψεκασμένος, άξιος κάθε περιφρόνησης»!
Η υπερψήφιση του νόμου δεν προκαλεί καμία έκπληξη, δεδομένου ότι η κυβερνώσα παράταξη -συνεπικουρούμενη κατά περίπτωση- και από άλλα κόμματα της Ελληνικής Βουλής, από τότε που έλαβε την πρώτη εντολή διακυβέρνησης της χώρας (2019) μέχρι και σήμερα, μοχθεί νυχθημερόν να επιτύχει την συρρίκνωση των ατομικών ελευθεριών των Ελλήνων πολιτών.
Πολίτες, κόμματα και φορείς που υπερθεματίζουν για την ενσωμάτωση του ευρωπαϊκού κανονισμού στην εθνική έννομη τάξη, οφείλουν να διερωτηθούν το εξής απλό:
Όταν ο Π.Ο.Υ. κηρύξει την επόμενη πανδημία, επιβάλλοντας σε ολόκληρη την υφήλιο τα εγκληματικά, απάνθρωπα, αντισυνταγματικά lockdown και τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, κάθε είδηση, πληροφορία, γνώμη ή άποψη που θα επιχειρηματολογεί για την εργαστηριακή προέλευση του επόμενου «θανατηφόρου» ιού, θα μπορεί να φιλοξενείται στις διαδικτυακές πλατφόρμες, όταν οι πάροχοι υπηρεσιών φιλοξενίας θα αντιμετωπίζουν την απειλή της επιβολής εξοντωτικών ποινικών και διοικητικών κυρώσεων για την διάδοση υλικού «τρομοκρατικού περιεχομένου»;
Κατά την περίοδο της υγειονομικής κρίσης, στις κοινωνίες του δυτικού κόσμου, ένα ποσοστό 70-90% των πολιτών εμβολιάστηκε έστω και μία φορά με τα πειραματικά και εν δυνάμει υγειοβλαπτικά-θανατηφόρα φαρμακευτικά παρασκευάσματα.
Όσοι άνθρωποι κατόρθωσαν να παραμείνουν ανεμβολίαστοι οφείλουν εν πολλοίς την επιλογή τους στην ευεργετική επίδραση του διαδικτύου, το οποίο παρείχε σε ικανοποιητικό βαθμό ελεύθερη, αντικειμενική, εναλλακτική, πολυφωνική ενημέρωση και γνώση, με αποτέλεσμα, όσοι πολίτες ήταν κριτικά σκεπτόμενοι, να διαμορφώσουν πλήρη και ολοκληρωμένη άποψη, εν σχέσει προς την αποτελεσματικότητα και ασφάλεια των εμβολίων και την αναγκαιότητα του εμβολιασμού τους.
Την ίδια στιγμή, η μαζική συμμόρφωση και υποταγή των πολιτών στο παγκόσμιο κυρίαρχο αφήγημα της υγειονομικής κρίσης οφείλεται κατά κύριο λόγο στην καθηλωτική δύναμη της τηλεοπτικής χειραγώγησης από τα καθεστωτικά ΜΜΕ.
Κατά την διάρκεια της πανδημίας, η ελεύθερη και η κατά το δυνατόν απρόσκοπτη διάδοση διαδικτυακών πληροφοριών και ειδήσεων υπήρξε ο καταλυτικός παράγοντας που οδήγησε τους αφυπνισμένους πολίτες να τηρήσουν στάση αντιεμβολιαστική, αμφισβητώντας το υγειονομικό αφήγημα της κρατικής εξουσίας.
Το ελεύθερο φρόνημα των ανεμβολίαστων πολιτών δεν πέρασε απαρατήρητο από τους δαιμονοκίνητους νεοταξίτες που επεδίωκαν –και εξακολουθούν να επιδιώκουν– διακαώς τον πλήρη και ολοκληρωτικό εμβολιασμό της ανθρωπότητας.
Το διαδίκτυο αποτελεί τον τελευταίο προμαχώνα της ελεύθερης σκέψης, έκφρασης και διακίνησης ιδεών, προτάσεων, απόψεων και συνέβαλε αποφασιστικά στην αναχαίτιση της εμβολιαστικής μανίας των «ακαταδίωκτων» ειδικών.
Κατά την άποψη της Εισαγγελικής Αρχής, η δημοσίευση στο διαδίκτυο ειδήσεων, πληροφοριών ή απόψεων που εξέρχονται του προκαθορισμένου νομοθετικού πλαισίου, θα εκλαμβάνεται ως ανεπίτρεπτη διάδοση υλικού «τρομοκρατικού περιεχομένου», αφού θα θέτει σε κίνδυνο την ικανότητα συμμόρφωσης των ρομποτοποιημένων πολιτών στους τρεις κυρίαρχους πυλώνες της Νέας Τάξης Πραγμάτων:
Στην αυταρχική Κρατική Εξουσία
Στην Θεοποιημένη Επιστήμη και
Στα Κυρίαρχα ΜΜΕ που έχουν το αδιαφιλονίκητο δικαίωμα καθορισμού της Αλήθειας.
Όμως, στο γλωσσάρι του ανάποδου κόσμου της Νέας Εποχής, «τρομοκρατικό περιεχόμενο» είναι το αφυπνιστικό περιεχόμενο και, κατ’ αναλογία, η θέσπιση του ευρωπαϊκού κανονισμού δεν υπηρετεί την ασφάλεια των ευρωπαίων πολιτών, αλλά την προστασία της νεοταξίτικης ελίτ από την αφυπνιστική δράση ευάριθμων πολιτών που αρνούνται να καταθέσουν τα όπλα και να παραδοθούν, έχοντας λάβει την προσωπική απόφαση να φθάσουν μέχρι το τέλος.
Επομένως, ο ευρωπαϊκός κανονισμός δεν προστατεύει τους πολίτες από τους τρομοκράτες, οι οποίοι διακινούν ύποπτο υλικό στο διαδίκτυο, αλλά τα τρομοκρατημένα μέλη της Νεοταξίτικης Ελίτ από την πιθανότητα αφύπνισης των υπνωτισμένων πολιτών, που μόλις συμβεί, θα προκαλέσει την άμεση κατάρρευση της εύθραστης εξουσίας της, αφού η δύναμή της στηρίζεται αποκλειστικά στην διασπορά του φόβου.
Ο πολίτης όμως που πιστεύει στον Άγιο Τριαδικό Θεό και ταυτόχρονα είναι αφυπνισμένος, έχει εκβάλει τον φόβο από την ψυχή του, μένοντας ανεπηρέαστος από κάθε δαιμονικό περίπαιγμα της Πονηρής Εξουσίας.
Ως εκ τούτου, ο Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καταρτίστηκε στα νομοπαρασκευαστικά εργαστήρια της υπερεθνικής ελίτ, όχι με γνώμονα την προστασία των Ευρωπαίων πολιτών από την πιθανή δράση τρομοκρατικών ομάδων (αυτές πάντοτε θα ελίσσονται εφευρίσκοντας νέους τρόπους για να παρακάμπτουν την ευρωπαϊκή νομοθεσία), αλλά για να συγκαλύψει την πραγματική πρόθεση του ευρωπαϊκού ιερατείου, που δεν είναι άλλη, από την ισοπέδωση της ελευθερίας της έκφρασης στο διαδικτυακό χώρο.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ψηφίζοντας τον Κανονισμό (2021/784) σχετικά με την πρόληψη διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο, προσπαθεί ουσιαστικά να επιφέρει σε ολόκληρη την επιφάνεια της Ε.Ε. συντριπτικό πλήγμα στο συνταγματικό δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, διατύπωσης γνώμης και διακίνησης ιδεών, με σκοπό τον εξοστρακισμό από τις διαδικτυακές πλατφόρμες κάθε Ελεύθερης, Ανυπότακτης και Αληθινής φωνής, που είναι έτοιμη να αντισταθεί στο επόμενο σκοτεινό και ολέθριο αφήγημα της αντίχριστης Νεοταξίτικης Ελίτ.
Όσοι πολίτες εξακολουθούν αφελώς να πιστεύουν ότι η εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Κανονισμού στοχεύει πραγματικά στην απομάκρυνση από το διαδίκτυο υλικού τρομοκρατικού περιεχομένου, πλανώνται πλάνη οικτράν, εθελοτυφλώντας ενώπιον της εφιαλτικής πραγματικότητας, που έχει κάνει ήδη αισθητή την παρουσία της, από την περίοδο της πρόσφατης υγειονομικής κρίσης:
Στο όνομα της ασφάλειας (υγειονομικής, διαδικτυακής, ψηφιακής κ.ο.κ.) θα αποδυναμώνεται προοδευτικά το σύστημα προστασίας των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ήδη στα αρμόδια όργανα της Ε.Ε. συζητείται η πρόταση επτά χωρών (μεταξύ των οποίων βρίσκονται η Ελλάδα και η Κύπρος) για την ανάληψη νομοθετικής πρωτοβουλίας, με σκοπό την νομιμοποίηση της παρακολούθησης δημοσιογράφων για λόγους εθνικής ασφάλειας.
Υπό το πρίσμα όμως αυτό, αναιρείται όλο το πλέγμα προστασίας της ελεύθερης δημοσιογραφίας από κάθε είδους κρατικό παρεμβατισμό, καθώς κάθε αυταρχική κυβέρνηση θα επικαλείται απλώς υποτιθέμενη απειλή της εθνικής ασφάλειας για να δικαιολογήσει την καταστολή της ελευθερίας του τύπου, η κατοχύρωση της ανεξαρτησίας του οποίου, αποτελεί θεμελιώδη όρο για την εύρυθμη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος2.
Στο σημείο αυτό αξίζει να υπογραμμίσουμε μια αλήθεια που αποσιωπάται συστηματικά:
Η Ελλάδα κατά την παρούσα περίοδο διακυβέρνησης, έχει κατρακυλήσει στην εκατοστή όγδοη θέση (επί συνόλου 180 χωρών) στον δείκτη της ελευθερίας του τύπου, δηλαδή στην τελευταία θέση της Ευρώπης και κάτω από πολλές χώρες του Τρίτου Κόσμου3.
Ας σταματήσουμε, επομένως, να κρυβόμαστε πίσω από τις μεγαλόστομες διακηρύξεις και τις ωραιοποιημένες εκφράσεις, αντικρίζοντας κατάματα την σκληρή πραγματικότητα:
Στην υλοποίηση και εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Κανονισμού υποκρύπτεται η εωσφορική επιδίωξη της άρχουσας πολιτικοοικονομικής ελίτ να υπαγάγει το διαδίκτυο στον απόλυτο έλεγχό της, ώστε ο παγκόσμιος ιστός απαλλαγμένος πλέον από κάθε αντίθετη και ενοχλητική φωνή να συντονιστεί με τα κυρίαρχα ΜΜΕ, προωθώντας από κοινού την ίδια αδυσώπητη, απάνθρωπη και καταστρεπτική ατζέντα των Νεοταξιτών.
Για τον γράφοντα δεν χωρεί καμία αμφιβολία ότι η εφαρμογή σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση του Κανονισμού, με τον γελοίο και συνάμα αποπροσανατολιστικό τίτλο «πρόληψη της διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο», ενταφιάζει με τον πιο ύπουλο και παραπλανητικό τρόπο μια από τις θεμελιωδέστερες ατομικές ελευθερίες, εκείνη της ελευθερίας έκφρασης και γνώμης, ενώ παράλληλα αποτελεί ένα από τα τελευταία καρφιά στο φέρετρο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του δυτικού νομικού πολιτισμού.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε σε συμπτυγμένη μορφή στις 10-12-2023 στο φύλλο της «ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ» με τον τίτλο «Τρομοκρατία στο Διαδίκτυο», σελ. 58.
Παραπομπές
2 https://www.documentonews.gr/article/eod-exi-kyverniseis-tis-ee-kai-o-mitsotakis-proothoyn-nomo-poy-apeilei-tin-eleytheria-toy-typoy/