Η απάντηση στην ερώτηση, εάν η Ελλάδα έχει δυνατότητες ανακάλυψης και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων, είναι κατηγορηματικά θετική. Αυτό γιατί υπάρχουν αποδεδειγμένα πετρελαϊκά συστήματα στις Αλπικές και Μεταλπικές ιζηματογενείς λεκάνες της Δυτικής Ελλάδας και στις τριτογενείς λεκάνες της Ανατολικής Ελλάδας, όπου συνυπάρχουν μητρικά πετρώματα υδρογονανθράκων, πετρώματα ταμιευτήρες, πετρώματα καλύμματα, κατάλληλες παγίδες και σωστή γεωλογική ιστορία.
Μέχρι το 1999 είχαν πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα 172 γεωτρήσεις και από αυτές μόνο οι 12 έγιναν στο Αιγαίο. Η πρώτη φορά που έγιναν γεωτρήσεις στο νότιο Αιγαίο ήταν την περίοδο 1963-1965, όταν η εταιρεία Safor πραγματοποίησε στη Ρόδο δύο χερσαίες, που απέβησαν άκαρπες. Άλλη μια εταιρεία ερευνά στο νότιο Αιγαίο, η αμερικανικών συμφερόντων Oceanic, επίσης χωρίς αποτέλεσμα. (Εφημερίδα ΡΟΔΙΑΚΗ)
Το 1960, το Υπουργείο Βιομηχανίας μαζί με το τότε Ινστιτούτο Γεωλογίας και Ερευνών Υπεδάφους (ΙΓΕΥ) και σύμβουλο το Γαλλικό Ινστιτούτο Πετρελαίων (ΙFP), ανάλαβε εκτεταμένες συστηματικές κυρίως γεωλογικές και λιγότερο γεωφυσικές και έρευνες σ’ ολόκληρη την χερσαία Ελλάδα και ειδικότερα στην Ήπειρο, Ιόνια Νησιά, Θεσσαλονίκη – Κεντρική Μακεδονία, Ευρυτανία.
Στο διάστημα 1962-1967 εκτελέστηκαν 17 γεωτρήσεις εκ των οποίων ελάχιστες ξεπέρασαν τα 2500μ. Την ίδια περίοδο, μεγάλες εταιρείες πετρελαίων πήραν παραχωρήσεις για ανάλογες έρευνες και από το 1960-63 εκτέλεσαν αρκετές γεωτρήσεις στην ξηρά ως εξής: RAP-ILIOS (περιοχή Έβρου) 4 γεωτρήσεις, ΕSSO (ΒΔ. Πελοπόννησο, Ζάκυνθο, Ηλεία, Παξοί ,Φιλιατρά) 10 βαθιές γεωτρήσεις, HUNT (Θεσ/νικη) 3 γεωτρήσεις, BP Αιτωλοακαρνανία 2 βαθιές γεωτρήσεις και SAFOR (Ρόδος) 2 γεωτρήσεις
Το 1969 οι έρευνες επεκτάθηκαν και στον θαλάσσιο χώρο με παραχωρήσεις που δόθηκαν σε ξένες εταιρείες, όπως TEXACO (Θερμαϊκός ) CHEVRON, C & K PETROLEUM, ΑDA OIL (Λήμνος ), AN-CAR OIL (Ζάκυνθος), L.V.O., CALVIN και OCEANIC-COLORADO (Θρακικό πέλαγος – Θάσος). Το 1971 παραχωρήθηκαν στην εταιρεία ANSHUTZ οι περιοχές Θεσσαλονίκης – Επανομής–Κασσάνδρας, όπου εκτέλεσε 2 γεωτρήσεις στο διάστημα μέχρι το 1974.
Οι περισσότερες από τις παραπάνω γεωτρήσεις διέτρησαν γεωλογικούς σχηματισμούς με ενθαρρυντικές ενδείξεις υδρογονανθράκων (πετρελαίου και φυσικού ή βιογενούς αερίου) και συνέβαλαν στον εμπλουτισμό της γεωλογικής γνώσης και στην εδραίωση της πεποίθησης για τις θετικές πετρελαιοδυνατότητες της Ελλάδας.
Το 1971-74 οι θαλάσσιες έρευνες στο Θρακικό πέλαγος οδήγησαν στην ανακάλυψη των πρώτων εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων στη θαλάσσια περιοχή της Θάσου από την OCEANIC- COLORADO. Είναι η ανακάλυψη βαρέως πετρελαίου ανατολικά της Θάσου και τα κοιτάσματα φυσικού αερίου Νότιας Καβάλας και πετρελαίου στον Πρίνου.
Οι έρευνες ήταν οι πρώτες οι οποίες στηρίχθηκαν σε σύγχρονες για την τότε εποχή, γεωλογικές, σεισμικές και γεωτρητικές μεθόδους. Σημειώνουμε ότι την περίοδο αυτή εκτελέστηκαν σεισμικά προγράμματα και θαλάσσιες γεωτρήσεις πέραν των 12 μιλίων στο Αιγαίο (Ανατολική Θάσος#1 και Λήμνος #1). Δηλαδή το Ελληνικό κράτος ασκούσε την κυριαρχία του σε όλο το Αιγαίο.
Στις εικόνες παρουσιάζονται οι χάρτες παραχωρήσεων στο Αιγαίο, όπως ίσχυε πριν και μετά από τον Ιούλιο του 1974
Οι ενεργές εμφανίσεις υδρογονανθράκων στην επιφάνεια και σε γεωτρήσεις, οι ίδιες οι ανακαλύψεις πεδίων υδρογονανθράκων σε Ανατολική και Δυτική Ελλάδα, επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ενεργών πετρελαϊκών συστημάτων και συνηγορούν στις πιθανότητες ύπαρξης και άλλων πεδίων Υ/Α στο ελληνικό υπέδαφος.
Οι εμπορικές εκμεταλλεύσεις σε ανάλογα πετρελαϊκά συστήματα της Ιταλίας, της Αλβανίας και της Κροατίας στην δυτική Ελλάδα και οι ανακαλύψεις στην ανατολική Θράκη, στην ανατολική Ελλάδα, ενισχύουν βάσιμα την παραπάνω πεποίθηση.
Ορισμένες περιοχές νότια και κυρίως νοτιοανατολικά της Κρήτης και ανατολικά της Ρόδου θεωρούνται υποσχόμενες για ύπαρξη υδρογονανθράκων. Όμως τα περιορισμένα στοιχεία της έρευνας, τα βαθειά νερά, οι απουσία υποδομών, η μη οριοθέτηση των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών και έλλειψη θαλάσσιων συνόρων, κατατάσσουν τις περιοχές στις καλές μεν πετρελαιοπιθανές περιοχές, όσον αφορά το δυναμικό τους, αντιμετωπίζονται ωστόσο σαν ειδικού χειρισμού όσον αφορά την εξερεύνηση τους.
Η πλειοψηφία των γεωτρήσεων πετρελαίου που έγιναν στην Ελλάδα, είχαν τοποθετηθεί εκτός στόχων ή ήταν ρηχές ή τεχνικά άστοχες. (Η εκτίμηση γίνεται με τα σημερινά αξιολογικά κριτήρια και τα εκ των υστέρων αποκτηθέντα δεδομένα). Άρα οι ελάχιστες σωστά στοχευμένες γεωτρήσεις δεν επαρκούν για να χαρακτηριστεί η Ελλάδα σαν ερευνημένη περιοχή. Τουναντίον είναι ακόμα μια απόδειξη ότι η χώρα παραμένει πρακτικά σε πρώιμο στάδιο έρευνας, κυρίως στα βαθειά νερά και τους βαθιούς στόχους, όπως επίσης και στους ρηχούς στόχους που μπορούν να κρύβουν βιογενές αέριο.
Οι μέχρι σήμερα έρευνες χαρακτηρίζονται από αποσπασματικότητα, με μεγάλα διαστήματα αδράνειας.
Στις εποχές όπου εντατικοποιήθηκαν οι έρευνες υπήρξαν επιτυχίες (1970-74 Πρίνος, Νότια Καβάλα), 1974 -1987 (Δυτ. Κατάκολο, Ζάκυνθος, Επανομή).
Από το 2000 η αγορά έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων (Ε-Π Υ/Α) στην Ελλάδα είναι κλειστή και οι δραστηριότητες μηδαμινές, πλην αυτών στην παραχώρηση του Θρακικού πελάγους (Πρίνος, Νότια Καβάλα κλπ). Σε αυτό συνετέλεσε η έλλειψη πολιτικής βούλησης για άνοιγμα της αγοράς και η ανυπαρξία κρατικού φορέα ικανού να χειριστεί τα σύνθετα προβλήματα των ερευνών υδρογονανθράκων. Η συγχώνευση (και εξαφάνιση) το 1998 της ΔΕΠ-ΕΚΥ, στην ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ ΑΕ, η οποία ιδιωτικοποιήθηκε στη συνέχεια, έδρασε καθοριστικά στην παύση των ερευνών.
Είναι πασιφανές ότι για να υπάρξει επανεκκίνηση της Ε&Π Υ/Α, απαιτείται ίδρυση κρατικού φορέα [(ανεξάρτητη κρατική εταιρία ή ειδική γραμματεία στο υπουργείο ΥΠΕΚΑ], εφόσον φυσικά προηγηθεί και εκφρασθεί η αναγκαία πολιτική βούληση. (Κατά το σύνταγμα και τους νόμους το υπέδαφος ανήκει στο κράτος και μπορεί να εκχωρείται σε τρίτους κάτω από συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις.
Οι έρευνες πετρελαίου, ιδίως στις θαλάσσιες περιοχές, συνδέονται άμεσα με την άσκηση ή όχι κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών στις περιοχές αυτές. Μετά το 1974 η Ελλάδα παρουσιάζεται να αδυνατεί να ασκήσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα σε αρκετές θαλάσσιες ζώνες της, οι οποίες σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο της θάλασσας ανήκουν σε αυτήν.
Από την άλλη γειτονικές της χώρες, όπως η Τουρκία, η Αλβανία και η Λιβύη χρησιμοποίησαν, άμεσα ή έμμεσα, τις έρευνες πετρελαίου για να αμφισβητήσουν τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας. Έχοντας υπόψη τις διαχρονικές τουρκικές πρακτικές, η Τουρκία χρησιμοποιώντας τις διαδικασίες Ε&Π Υ/Α φαίνεται να προσπαθεί να οδηγήσει την Ελλάδα σε διαπραγματεύσεις για την «υφαλοκρηπίδα» και να επιλύσει από θέση ισχύος τα θέματα του Αιγαίου, σύμφωνα με τις επιδιώξεις της.
Η Ελλάδα δεν πρέπει να συρθεί σε διαπραγματεύσεις για την «υφαλοκρηπίδα», οι οποίες κρύβουν παγίδες για την χώρα μας, αλλά πρέπει να θέσει θέμα ΑΟΖ, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο της θάλασσας και να περιμένει την κατάλληλη ευκαιρία για την επίτευξη των δικαίων της.
Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να αντιμετωπίσει την τουρκική προκλητικότητα, με όρους τουρκικού τσαμπουκά, όπως επιδιώκει από πλεονεκτικότερη θέση η Τουρκία, λόγω πρόσκαιρων συγκυριών. Τα βήματα της διπλωματίας, στο γήπεδο του διεθνούς δικαίου, είναι τα πλέον ενδεδειγμένα στην παρούσα συγκυρία, για να αποτραπούν οι επιδιώξεις της Τουρκίας.
Με στοιχεία από elpegr.wordpress.com και κείμενο εργασίας “Ελλάδα, Έρευνα & Παραγωγή Υδρογονανθράκων-Ιστορικό Πετρελαιοδυνατότητες, Προοπτικές και Σχέση με την Εθνική Κυριαρχία”, Ιαν. 2011 (Δρ Κωνσταντίνος Α. Νικολάου Γεωλόγος Πετρελαίων (PhD) – Ενεργειακός Οικονομολόγος, Κείμενο Εργασίας (Working Papers) που εκδίδονται ΙΕΝΕ Ιαν. 2011)